Του Χρήστου Μηνάγια
Η τουρκική πολιτική του «στρατηγικού βάθους» απαιτεί τη δημιουργία ορθολογιστικών σχέσεων προκειμένου να ξεπερασθούν οι κρίσεις σε θέματα ασφάλειας με τα κράτη που ευρίσκονται στον περίγυρο της Τουρκίας. Ωστόσο, οι στενές σχέσεις με μία απομονωμένη Συρία και ένα Ιράν, που αντιμετωπίζει την πιθανότητα ενός «προληπτικού κτυπήματος», διαφοροποιούν την έννοια της πολιτικής των μηδενικών προβλημάτων και έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την αρχή του ορθολογισμού. Έτσι τα «μηδενικά προβλήματα» με γείτονες όπως η Συρία και το Ιράν μετατρέπονται για την Τουρκία σε «πολλαπλά προβλήματα» με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το Ισραήλ.
Ο Τούρκος δημοσιογράφος Κadri Gursel της εφημερίδας Milliyet θεωρεί τη Μέση Ανατολή ως το πεδίο του «Νέου Ψυχρού Πολέμου» που άρχισε μεταξύ του Ιράν και του Δυτικού Συστήματος διότι όσο το Ιράν γίνεται πυρηνική δύναμη τόσο μεγαλώνει η απειλή για το διεθνές σύστημα. Γεννάται λοιπόν το ερώτημα, ποία είναι η θέση της Τουρκίας σ’ αυτό το νέο διαμορφούμενο ψυχροπολεμικό σκηνικό.
Ενώ είναι φανερό ότι η Τεχεράνη αποτελεί μία γεωπολιτική απειλή για την Άγκυρα, η νέα «Κόκκινη Βίβλος» δεν προσδιορίζει το Ιράν ως απειλή, με αποτέλεσμα Τούρκοι αναλυτές να θεωρούν ότι η Ερντογανική Τουρκία, με την παράλογη ερμηνεία της έννοιας των «μηδενικών προβλημάτων», έχει προσανατολισθεί σ’ έναν παρατραβηγμένο διπλωματικό ακτιβισμό προκειμένου να παρεμποδισθούν οι διεθνείς κυρώσεις κατά του Ιράν. Μάλιστα οι αναλυτές αυτοί επικαλούνται και τα ακόλουθα επιχειρήματα:
• Η Τουρκία επιδιώκει να παίξει το ρόλο της περιφερειακής δύναμης που εγγυάται τη σταθερότητα στην περιοχή επειδή αυτό προστάζουν τα οικονομικά και εμπορικά της συμφέροντα. Σε αντίθεση, το Ιράν επιδεικνύει καταστροφικές και συγκρουσιακές συμπεριφορές που διακυβεύουν τη σταθερότητα της Μέσης Ανατολής επειδή αυτό προστάζει η ασφάλεια του καθεστώτος του.
• Η τουρκο-ιρανική προσέγγιση δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις τόσο στη δύση όσο και στον αραβικό κόσμο. Ο ισλαμικός κόσμος θεωρεί το Ιράν ως βασική απειλή της εξάπλωσης του Σιϊτισμού. Οι μουσουλμανικές χώρες είναι ανήσυχες από το Ιράν. Αυτά αποτελούν μία πραγματικότητα και η Τουρκία πρέπει να τα λάβει σοβαρά υπόψη.
Επομένως οι παράγοντες αυτοί δεν προμηνύουν μία μόνιμη προσέγγιση, αντιθέτως θα αποτελέσουν την αιτία μιας πιθανής σύγκρουσης στο μέλλον.
Όσον αφορά τις τουρκο-συριακές σχέσεις, που φαινομενικά βρίσκονται σε πολύ καλό επίπεδο, δεν πρέπει να δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις διότι τα βασικά προβλήματα που υπάρχουν μεταξύ των δύο χωρών, όπως το θέμα του νερού και το πρόβλημα της προσάρτησης της συριακής επαρχίας του Ηatay στην Τουρκία (29-6-1939), εξακολουθούν να υπάρχουν και σε κάποια χρονική στιγμή θα τεθούν από τη Συρία. Επομένως οι Τούρκοι, άσχετα με αυτά που γράφουν στη νέα Κόκκινη Βίβλο, συνεχίζουν να θεωρούν τη Συρία ως απειλή διότι δεν πιστεύουν ότι τα παραπάνω προβλήματα θα εκμηδενισθούν.
Σχετικά με τις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ, ο Τούρκος δημοσιογράφος Mehmet Ali Birand σε άρθρο του στην εφημερίδα Milliyet/24-11-2010, χρησιμοποιώντας αμερικανικές πηγές, αναφέρει τα εξής: «Ο πρόεδρος των Η.Π.Α. είναι απογοητευμένος με τον Ερντογάν. Η Τουρκία δεν είναι καθόλου δημοφιλής στο Λευκό Οίκο. Ο Ομπάμα με την ανάληψη των καθηκόντων του επισκέφθηκε την Τουρκία δίνοντας προτεραιότητα στην αμερικανο-τουρκική στρατηγική συνεργασία, όμως η Άγκυρα με τις πολιτικές που εφαρμόζει σχετικά με το Ιράν και το Ισραήλ άνοιξε το δρόμο για ρήξη των σχέσεων Τουρκίας-Η.Π.Α. Επειδή ο πρόεδρος Ομπάμα δεν επιθυμεί ακόμη την αποκοπή με την ηγεσία του ΑΚΡ θα περιμένει μέχρι τις εκλογές του Ιουνίου 2011 και κατόπιν θα καθορίσει τη γραμμή που θα εφαρμόσει. Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών θεωρούσε την Τουρκία ως ένα πολύ στενό φίλο και γι’ αυτό υποστήριξε το ΑΚΡ τα πρώτα χρόνια που ήρθε στην εξουσία. Σήμερα όμως μερικοί Αμερικανοί αισθάνονται ότι έχουν προδοθεί από τους Τούρκους σε προσωπικό επίπεδο. Εάν δεν ήταν η Χίλαρι Κλίντον η κατάσταση θα ήταν χειρότερη. Ο Ομπάμα και η Χίλαρι μαλακώνουν σε κάποιο βαθμό τις αντιδράσεις. Το αμερικανικό πεντάγωνο γνωρίζει πολύ καλά τι συμβαίνει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Εάν παρέμβει τότε θα αυξηθούν οι αντιδράσεις εναντίον του τουρκικού στρατού. Γι’ αυτό σιωπά και συνεχίζει να κρατά μία ψυχρή και απόμακρη στάση. Εν κατακλείδι, οι πύλες της Ουάσιγκτον είναι κλειστές για την Άγκυρα και κανένας για κανένα θέμα δεν επιθυμεί να συναντηθεί με τους Τούρκους.»
Επειδή όλα τα παραπάνω δημιουργούν πολλά ερωτηματικά, παρατίθενται τα ακόλουθα στοιχεία ώστε να αποκωδικοποιηθούν οι πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας:
• Στο βιβλίο του Χρήστου Μηνάγια με τίτλο: Η γεωπολιτική στρατηγική και η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας, (σελ. 143 και 144), παρουσιάζεται μία μελέτη του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές του πλανήτη και τις επιδράσεις τους στην ασφάλεια της Τουρκίας. Στη μελέτη αυτή προκαλούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι θέσεις των Τούρκων στρατιωτικών σχετικά με την έννοια των νέων απειλών, όπου αναγράφονται τα εξής:
Ο Τούρκος δημοσιογράφος Κadri Gursel της εφημερίδας Milliyet θεωρεί τη Μέση Ανατολή ως το πεδίο του «Νέου Ψυχρού Πολέμου» που άρχισε μεταξύ του Ιράν και του Δυτικού Συστήματος διότι όσο το Ιράν γίνεται πυρηνική δύναμη τόσο μεγαλώνει η απειλή για το διεθνές σύστημα. Γεννάται λοιπόν το ερώτημα, ποία είναι η θέση της Τουρκίας σ’ αυτό το νέο διαμορφούμενο ψυχροπολεμικό σκηνικό.
Ενώ είναι φανερό ότι η Τεχεράνη αποτελεί μία γεωπολιτική απειλή για την Άγκυρα, η νέα «Κόκκινη Βίβλος» δεν προσδιορίζει το Ιράν ως απειλή, με αποτέλεσμα Τούρκοι αναλυτές να θεωρούν ότι η Ερντογανική Τουρκία, με την παράλογη ερμηνεία της έννοιας των «μηδενικών προβλημάτων», έχει προσανατολισθεί σ’ έναν παρατραβηγμένο διπλωματικό ακτιβισμό προκειμένου να παρεμποδισθούν οι διεθνείς κυρώσεις κατά του Ιράν. Μάλιστα οι αναλυτές αυτοί επικαλούνται και τα ακόλουθα επιχειρήματα:
• Η Τουρκία επιδιώκει να παίξει το ρόλο της περιφερειακής δύναμης που εγγυάται τη σταθερότητα στην περιοχή επειδή αυτό προστάζουν τα οικονομικά και εμπορικά της συμφέροντα. Σε αντίθεση, το Ιράν επιδεικνύει καταστροφικές και συγκρουσιακές συμπεριφορές που διακυβεύουν τη σταθερότητα της Μέσης Ανατολής επειδή αυτό προστάζει η ασφάλεια του καθεστώτος του.
• Η τουρκο-ιρανική προσέγγιση δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις τόσο στη δύση όσο και στον αραβικό κόσμο. Ο ισλαμικός κόσμος θεωρεί το Ιράν ως βασική απειλή της εξάπλωσης του Σιϊτισμού. Οι μουσουλμανικές χώρες είναι ανήσυχες από το Ιράν. Αυτά αποτελούν μία πραγματικότητα και η Τουρκία πρέπει να τα λάβει σοβαρά υπόψη.
Επομένως οι παράγοντες αυτοί δεν προμηνύουν μία μόνιμη προσέγγιση, αντιθέτως θα αποτελέσουν την αιτία μιας πιθανής σύγκρουσης στο μέλλον.
Όσον αφορά τις τουρκο-συριακές σχέσεις, που φαινομενικά βρίσκονται σε πολύ καλό επίπεδο, δεν πρέπει να δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις διότι τα βασικά προβλήματα που υπάρχουν μεταξύ των δύο χωρών, όπως το θέμα του νερού και το πρόβλημα της προσάρτησης της συριακής επαρχίας του Ηatay στην Τουρκία (29-6-1939), εξακολουθούν να υπάρχουν και σε κάποια χρονική στιγμή θα τεθούν από τη Συρία. Επομένως οι Τούρκοι, άσχετα με αυτά που γράφουν στη νέα Κόκκινη Βίβλο, συνεχίζουν να θεωρούν τη Συρία ως απειλή διότι δεν πιστεύουν ότι τα παραπάνω προβλήματα θα εκμηδενισθούν.
Σχετικά με τις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ, ο Τούρκος δημοσιογράφος Mehmet Ali Birand σε άρθρο του στην εφημερίδα Milliyet/24-11-2010, χρησιμοποιώντας αμερικανικές πηγές, αναφέρει τα εξής: «Ο πρόεδρος των Η.Π.Α. είναι απογοητευμένος με τον Ερντογάν. Η Τουρκία δεν είναι καθόλου δημοφιλής στο Λευκό Οίκο. Ο Ομπάμα με την ανάληψη των καθηκόντων του επισκέφθηκε την Τουρκία δίνοντας προτεραιότητα στην αμερικανο-τουρκική στρατηγική συνεργασία, όμως η Άγκυρα με τις πολιτικές που εφαρμόζει σχετικά με το Ιράν και το Ισραήλ άνοιξε το δρόμο για ρήξη των σχέσεων Τουρκίας-Η.Π.Α. Επειδή ο πρόεδρος Ομπάμα δεν επιθυμεί ακόμη την αποκοπή με την ηγεσία του ΑΚΡ θα περιμένει μέχρι τις εκλογές του Ιουνίου 2011 και κατόπιν θα καθορίσει τη γραμμή που θα εφαρμόσει. Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών θεωρούσε την Τουρκία ως ένα πολύ στενό φίλο και γι’ αυτό υποστήριξε το ΑΚΡ τα πρώτα χρόνια που ήρθε στην εξουσία. Σήμερα όμως μερικοί Αμερικανοί αισθάνονται ότι έχουν προδοθεί από τους Τούρκους σε προσωπικό επίπεδο. Εάν δεν ήταν η Χίλαρι Κλίντον η κατάσταση θα ήταν χειρότερη. Ο Ομπάμα και η Χίλαρι μαλακώνουν σε κάποιο βαθμό τις αντιδράσεις. Το αμερικανικό πεντάγωνο γνωρίζει πολύ καλά τι συμβαίνει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Εάν παρέμβει τότε θα αυξηθούν οι αντιδράσεις εναντίον του τουρκικού στρατού. Γι’ αυτό σιωπά και συνεχίζει να κρατά μία ψυχρή και απόμακρη στάση. Εν κατακλείδι, οι πύλες της Ουάσιγκτον είναι κλειστές για την Άγκυρα και κανένας για κανένα θέμα δεν επιθυμεί να συναντηθεί με τους Τούρκους.»
Επειδή όλα τα παραπάνω δημιουργούν πολλά ερωτηματικά, παρατίθενται τα ακόλουθα στοιχεία ώστε να αποκωδικοποιηθούν οι πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας:
• Στο βιβλίο του Χρήστου Μηνάγια με τίτλο: Η γεωπολιτική στρατηγική και η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας, (σελ. 143 και 144), παρουσιάζεται μία μελέτη του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές του πλανήτη και τις επιδράσεις τους στην ασφάλεια της Τουρκίας. Στη μελέτη αυτή προκαλούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι θέσεις των Τούρκων στρατιωτικών σχετικά με την έννοια των νέων απειλών, όπου αναγράφονται τα εξής:
«Σύμφωνα με τα σενάρια που εκπονήθηκαν σχετικά με την κλιματική αλλαγή, η γεωγραφική θέση της Τουρκίας και η δυναμική των υδάτινων πόρων της στις περιοχές της Μαύρης θάλασσας, του Αιγαίου και της Μεσογείου (εξαιρείται η κεντρική Ανατολία), είτε σε περίοδο υπερθέρμανσης είτε σε περίοδο παγετώνων, θα παράσχουν άσυλο στους βιότοπους και στους κατοικημένους τόπους. Αυτό το γεωγραφικό πλεονέκτημα θέτει την Τουρκία στην κατηγορία των χωρών που διακυβεύεται η ασφάλειά τους…… Επειδή λοιπόν η Τουρκία στην ευρύτερη περιοχή της διαθέτει τα πιο πλούσια αποθέματα νερού, θα δημιουργηθούν απειλές από το Ισραήλ, το Ιράκ και τη Συρία. Πέραν των παραπάνω χωρών, απειλές θα δημιουργηθούν και από τις υπερδυνάμεις που έχουν συμφέροντα και δραστηριοποιούνται στη Μέση Ανατολή……. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, εκτιμάται ότι οι κλιματικές αλλαγές θα αποτελέσουν την αιτία αναθεώρησης της αντίληψης για τις πολιτικές ασφαλείας στο διεθνές σύστημα. Όσον αφορά στην Τουρκία, θα γίνουν σημαντικά βήματα με βάση τη νέα αυτή αντίληψη περί εθνικής ασφαλείας και στις σχέσεις με τη διεθνή κοινότητα. Η Τουρκία, προκειμένου να διαφυλάξει τους βιότοπους και τους πολίτες της, πιθανόν να υποχρεωθεί να πολεμήσει. Γι’ αυτό πρέπει να αναθεωρήσει ή και να τροποποιήσει τα προληπτικά και αποτρεπτικά μέτρα εναντίον των κινδύνων και των απειλών που θα δημιουργηθούν, λόγω των κλιματολογικών αλλαγών του πλανήτη.»
• Στις 21-10-2010, το τουρκικό Γενικό Επιτελείο, ύστερα από αίτημα του Τούρκου πρωθυπουργού για εξέταση των παραγόντων προκειμένου να μειωθεί η θητεία των κληρωτών οπλιτών, παρουσίασε τις απόψεις του σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην πρωθυπουργία. Στη σύσκεψη αυτή συμμετείχαν ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Ισίκ Κοσανέρ, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τζεμίλ Τσιτσέκ, ο υπουργός Άμυνας Βετστί Γκιονούλ, ο υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, ο υπουργός Εσωτερικών Μπεσίρ Αταλάϊ και μία τεχνική επιτροπή αποτελούμενη από εμπειρογνώμονες του Γενικού Επιτελείου και του υπουργείου Άμυνας σε νομικά θέματα και θέματα προσωπικού-στράτευσης. Ο στρατηγός Κοσανέρ κατέθεσε την εκτίμηση του για τις εξελίξεις που θα υπάρξουν τα επόμενα 5, 10 και 20 χρόνια αναλύοντας τους εξής παράγοντες: στρατηγικές απειλές, ενδεχόμενοι κίνδυνοι, εχθροί, κατάσταση του αγώνα κατά της τρομοκρατίας (σ.σ. εννοούν το ΡΚΚ), στρατηγικοί στόχοι, διεθνείς υποχρεώσεις, υποχρεώσεις έναντι του ΝΑΤΟ, ταχύτητα αύξησης του πληθυσμού της χώρας, αριθμός αποφοίτων πανεπιστημίου, αριθμός Τούρκων που διαμένουν και εργάζονται στο εξωτερικό κ.λπ. Από την ανάλυση των παραγόντων αυτών ο Κοσανέρ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να διαθέτουν μία δύναμη 850.000 ατόμων προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του μέλλοντος σε βάθος 20ετίας, ενώ τώρα διαθέτουν μόνο 736.000.
• Στις 27-10-2010, κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας συζητήθηκε το θέμα της εκ νέου αναθεώρησης του Εγγράφου Πολιτικής Εθνικής Ασφαλείας, γνωστό στην κοινή γνώμη ως «Κόκκινη Βίβλος», και η ανακοίνωση που εξεδόθη ανέγραφε τα εξής: «Το νέο Έγγραφο Πολιτικής Εθνικής Ασφαλείας θεωρείται ενδεδειγμένο και αποφασίσθηκε η σχετική συμβουλευτική απόφαση να γνωστοποιηθεί στο υπουργικό συμβούλιο». Στις 22-11-2010 το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε το εν λόγω κείμενο και αμέσως μετά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Cemil Çiçek δήλωσε τα εξής: «Το έθνος είναι κάτοχος του κράτους και κανένα κράτος δεν μπορεί να βλέπει σαν απειλή το δικό του έθνος. Λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις μετά το Ψυχρό Πόλεμο, διαφαίνεται ότι υπάρχουν δυνατότητες και επιλογές που θα χρησιμοποιηθούν για να αντιμετωπισθούν τα παραδοσιακά προβλήματα ασφαλείας της χώρας, του σήμερα και του αύριο, παράλληλα με τη δημόσια τάξη, την ασφάλεια της ενέργειας και τις φυσικές καταστροφές.»
• Σύμφωνα με τουρκικά δημοσιεύματα, η νέα «Κόκκινη Βίβλος» περιλαμβάνει τα ακόλουθα θέματα:
Η επίδραση των απειλών του κυβερνοπολέμου στη εθνική ασφάλεια και οι απαιτούμενες ενέργειες σε εθνικό επίπεδο για παρεμπόδιση των εν λόγω απειλών.
Η αστάθεια που θα προκαλέσουν οι κλιματολογικές αλλαγές λόγω υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Η λαθρομετανάστευση.
Οι μαζικές κινήσεις μετανάστευσης του πληθυσμού.
Η εξάπλωση των μεταδοτικών ασθενειών σε παγκόσμιο επίπεδο όπως η νόσος των χοίρων.
Η γενική πολιτική που θα πρέπει να εφαρμοσθεί για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών.
Τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού που θα αντιμετωπίσει η Τουρκία μετά το 2049.
Η επίδραση των στρατηγικών πλεονεκτημάτων που αποκτά η Τουρκία λόγω της διέλευσης των αγωγών ενέργειας από το έδαφός της και της διασύνδεσης των χωρών παραγωγής με τις χώρες κατανάλωσης.
Η ασφάλεια των αγωγών.
Η ασφάλεια των οδικών και θαλασσίων διαδρόμων.
Η ασφάλεια των τροφίμων.
Η εντατικοποίηση ανάπτυξης διαστημικών τεχνολογιών σε συνδυασμό με κατασκοπευτικούς δορυφόρους για την καλύτερη εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων.
Αφαιρέθηκαν από τον πίνακα κυρίων απειλών η Ρωσία, η Ελλάδα, το Ιράκ και το Ιράν και οι χώρες αυτές ορίζονται ως νέοι σύμμαχοι με τις οποίες δημιουργείται συνεργασία και κοινό όραμα.
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και η δυνατότητά του να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα αποτελεί ένα ανησυχητικό παράγοντα.
Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας αποτελεί εθνική πολιτική.
Στην προηγούμενη αναθεώρηση της Κόκκινης Βίβλου η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια αποτελούσε «casus belli». Στη νέα αναθεώρηση αναγράφεται ότι: «Το πρόβλημα των 12 μιλίων δεν ορίζεται ως κύρια απειλή».
Δεν υπάρχει καμία μεταβολή στις θέσεις της Τουρκίας για το κυπριακό.
Η λειτουργία των δημοκρατικών αρχών εξασφαλίζεται με την υποστήριξη και κατανόηση των βασικών φορέων του δημοκρατικού συστήματος.
Αφαιρέθηκε εντελώς από το κείμενο η λέξη irtica (θρησκευτική οπισθοδρόμηση) και αντί αυτής αναγράφεται «θρησκευτική εκμετάλλευση και ακραίες θρησκευτικές οργανώσεις».
Το ΡΚΚ συνεχίζει να καθορίζεται ως κύρια απειλή.
Γίνεται αναφορά στην κουρδική οντότητα του βορείου Ιράκ και στην αστάθεια που προκάλεσε το Ισραήλ στη Μέση Ανατολή λόγω της κρίσης που δημιουργήθηκε με το πλοίο Mavi Marmara.
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η πραγματική αντίληψη της Άγκυρας για τις στρατηγικές απειλές και την υλοποίηση των στρατηγικών της στόχων είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που η ίδια έντεχνα και παραπλανητικά προβάλλει ακόμη και μέσα από την «Κόκκινη Βίβλο». Άλλωστε, γι’ αυτό και ο αρχηγός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στρατηγός Ισίκ Κοσανέρ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι απαιτείται αύξηση της υπάρχουσας στρατιωτικής δύναμης κατά 114.000 άτομα ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπισθούν οι προκλήσεις του μέλλοντος.
Η νέα τουρκική αντίληψη, που εστιάζεται ειδικά στο Τούρκο πρωθυπουργό Ερντογάν και στο στενό κύκλο των συνεργατών του, μπορεί να εμφανίζεται ως ένα ολοκληρωμένο και πλήρως συγκροτημένο σύνολο στρατηγικών και τακτικών κινήσεων, όμως κατά βάθος άρχισε να αντιμετωπίζει αδιέξοδα. Είναι προφανές ότι η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν σχετικά με την προσέγγιση ασταθών καθεστώτων της Μέσης Ανατολής δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην Τουρκία. Για το λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμο να επισημανθούν τα εξής:
• Η Τουρκία μονίμως απαιτεί και λαμβάνει χωρίς να δίνει ποτέ το αντάλλαγμα που της ζητείται ή που έχει συμφωνηθεί.
• Η τουρκική διπλωματία θα υιοθετήσει για μια φορά ακόμη, όπως έκανε και κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την πολιτική της ενεργούς ουδετερότητας, διατηρώντας επαφές με όλες τις αντιμαχόμενες παρατάξεις παρέχοντας πάντα «μυστική» συμπαράσταση στην πιο ισχυρή πλευρά, χωρίς φυσικά να έχει ενδοιασμούς να αλλάξει τακτική όταν θα το επιβάλλουν τα συμφέροντά της.
(Ο Χρήστος Μηνάγιας είναι συγγραφέας του βιβλίου «Η γεωπολιτική στρατηγική και η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Τουρίκη. Πρόκειται για μια εμπεριστατωμένη μελέτη η οποία βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε πρωτογενείς τουρκικές πηγές και μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένας χρήσιμος οδηγός για το είδος της απειλής που συνιστούν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και τις επιδιώξεις της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας υπό το μανδύα του νεο-οθωμανσιμού.)
• Στις 21-10-2010, το τουρκικό Γενικό Επιτελείο, ύστερα από αίτημα του Τούρκου πρωθυπουργού για εξέταση των παραγόντων προκειμένου να μειωθεί η θητεία των κληρωτών οπλιτών, παρουσίασε τις απόψεις του σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην πρωθυπουργία. Στη σύσκεψη αυτή συμμετείχαν ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Ισίκ Κοσανέρ, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τζεμίλ Τσιτσέκ, ο υπουργός Άμυνας Βετστί Γκιονούλ, ο υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, ο υπουργός Εσωτερικών Μπεσίρ Αταλάϊ και μία τεχνική επιτροπή αποτελούμενη από εμπειρογνώμονες του Γενικού Επιτελείου και του υπουργείου Άμυνας σε νομικά θέματα και θέματα προσωπικού-στράτευσης. Ο στρατηγός Κοσανέρ κατέθεσε την εκτίμηση του για τις εξελίξεις που θα υπάρξουν τα επόμενα 5, 10 και 20 χρόνια αναλύοντας τους εξής παράγοντες: στρατηγικές απειλές, ενδεχόμενοι κίνδυνοι, εχθροί, κατάσταση του αγώνα κατά της τρομοκρατίας (σ.σ. εννοούν το ΡΚΚ), στρατηγικοί στόχοι, διεθνείς υποχρεώσεις, υποχρεώσεις έναντι του ΝΑΤΟ, ταχύτητα αύξησης του πληθυσμού της χώρας, αριθμός αποφοίτων πανεπιστημίου, αριθμός Τούρκων που διαμένουν και εργάζονται στο εξωτερικό κ.λπ. Από την ανάλυση των παραγόντων αυτών ο Κοσανέρ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να διαθέτουν μία δύναμη 850.000 ατόμων προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του μέλλοντος σε βάθος 20ετίας, ενώ τώρα διαθέτουν μόνο 736.000.
• Στις 27-10-2010, κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας συζητήθηκε το θέμα της εκ νέου αναθεώρησης του Εγγράφου Πολιτικής Εθνικής Ασφαλείας, γνωστό στην κοινή γνώμη ως «Κόκκινη Βίβλος», και η ανακοίνωση που εξεδόθη ανέγραφε τα εξής: «Το νέο Έγγραφο Πολιτικής Εθνικής Ασφαλείας θεωρείται ενδεδειγμένο και αποφασίσθηκε η σχετική συμβουλευτική απόφαση να γνωστοποιηθεί στο υπουργικό συμβούλιο». Στις 22-11-2010 το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε το εν λόγω κείμενο και αμέσως μετά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Cemil Çiçek δήλωσε τα εξής: «Το έθνος είναι κάτοχος του κράτους και κανένα κράτος δεν μπορεί να βλέπει σαν απειλή το δικό του έθνος. Λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις μετά το Ψυχρό Πόλεμο, διαφαίνεται ότι υπάρχουν δυνατότητες και επιλογές που θα χρησιμοποιηθούν για να αντιμετωπισθούν τα παραδοσιακά προβλήματα ασφαλείας της χώρας, του σήμερα και του αύριο, παράλληλα με τη δημόσια τάξη, την ασφάλεια της ενέργειας και τις φυσικές καταστροφές.»
• Σύμφωνα με τουρκικά δημοσιεύματα, η νέα «Κόκκινη Βίβλος» περιλαμβάνει τα ακόλουθα θέματα:
Η επίδραση των απειλών του κυβερνοπολέμου στη εθνική ασφάλεια και οι απαιτούμενες ενέργειες σε εθνικό επίπεδο για παρεμπόδιση των εν λόγω απειλών.
Η αστάθεια που θα προκαλέσουν οι κλιματολογικές αλλαγές λόγω υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Η λαθρομετανάστευση.
Οι μαζικές κινήσεις μετανάστευσης του πληθυσμού.
Η εξάπλωση των μεταδοτικών ασθενειών σε παγκόσμιο επίπεδο όπως η νόσος των χοίρων.
Η γενική πολιτική που θα πρέπει να εφαρμοσθεί για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών.
Τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού που θα αντιμετωπίσει η Τουρκία μετά το 2049.
Η επίδραση των στρατηγικών πλεονεκτημάτων που αποκτά η Τουρκία λόγω της διέλευσης των αγωγών ενέργειας από το έδαφός της και της διασύνδεσης των χωρών παραγωγής με τις χώρες κατανάλωσης.
Η ασφάλεια των αγωγών.
Η ασφάλεια των οδικών και θαλασσίων διαδρόμων.
Η ασφάλεια των τροφίμων.
Η εντατικοποίηση ανάπτυξης διαστημικών τεχνολογιών σε συνδυασμό με κατασκοπευτικούς δορυφόρους για την καλύτερη εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων.
Αφαιρέθηκαν από τον πίνακα κυρίων απειλών η Ρωσία, η Ελλάδα, το Ιράκ και το Ιράν και οι χώρες αυτές ορίζονται ως νέοι σύμμαχοι με τις οποίες δημιουργείται συνεργασία και κοινό όραμα.
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και η δυνατότητά του να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα αποτελεί ένα ανησυχητικό παράγοντα.
Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας αποτελεί εθνική πολιτική.
Στην προηγούμενη αναθεώρηση της Κόκκινης Βίβλου η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια αποτελούσε «casus belli». Στη νέα αναθεώρηση αναγράφεται ότι: «Το πρόβλημα των 12 μιλίων δεν ορίζεται ως κύρια απειλή».
Δεν υπάρχει καμία μεταβολή στις θέσεις της Τουρκίας για το κυπριακό.
Η λειτουργία των δημοκρατικών αρχών εξασφαλίζεται με την υποστήριξη και κατανόηση των βασικών φορέων του δημοκρατικού συστήματος.
Αφαιρέθηκε εντελώς από το κείμενο η λέξη irtica (θρησκευτική οπισθοδρόμηση) και αντί αυτής αναγράφεται «θρησκευτική εκμετάλλευση και ακραίες θρησκευτικές οργανώσεις».
Το ΡΚΚ συνεχίζει να καθορίζεται ως κύρια απειλή.
Γίνεται αναφορά στην κουρδική οντότητα του βορείου Ιράκ και στην αστάθεια που προκάλεσε το Ισραήλ στη Μέση Ανατολή λόγω της κρίσης που δημιουργήθηκε με το πλοίο Mavi Marmara.
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η πραγματική αντίληψη της Άγκυρας για τις στρατηγικές απειλές και την υλοποίηση των στρατηγικών της στόχων είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που η ίδια έντεχνα και παραπλανητικά προβάλλει ακόμη και μέσα από την «Κόκκινη Βίβλο». Άλλωστε, γι’ αυτό και ο αρχηγός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στρατηγός Ισίκ Κοσανέρ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι απαιτείται αύξηση της υπάρχουσας στρατιωτικής δύναμης κατά 114.000 άτομα ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπισθούν οι προκλήσεις του μέλλοντος.
Η νέα τουρκική αντίληψη, που εστιάζεται ειδικά στο Τούρκο πρωθυπουργό Ερντογάν και στο στενό κύκλο των συνεργατών του, μπορεί να εμφανίζεται ως ένα ολοκληρωμένο και πλήρως συγκροτημένο σύνολο στρατηγικών και τακτικών κινήσεων, όμως κατά βάθος άρχισε να αντιμετωπίζει αδιέξοδα. Είναι προφανές ότι η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν σχετικά με την προσέγγιση ασταθών καθεστώτων της Μέσης Ανατολής δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην Τουρκία. Για το λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμο να επισημανθούν τα εξής:
• Η Τουρκία μονίμως απαιτεί και λαμβάνει χωρίς να δίνει ποτέ το αντάλλαγμα που της ζητείται ή που έχει συμφωνηθεί.
• Η τουρκική διπλωματία θα υιοθετήσει για μια φορά ακόμη, όπως έκανε και κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την πολιτική της ενεργούς ουδετερότητας, διατηρώντας επαφές με όλες τις αντιμαχόμενες παρατάξεις παρέχοντας πάντα «μυστική» συμπαράσταση στην πιο ισχυρή πλευρά, χωρίς φυσικά να έχει ενδοιασμούς να αλλάξει τακτική όταν θα το επιβάλλουν τα συμφέροντά της.
(Ο Χρήστος Μηνάγιας είναι συγγραφέας του βιβλίου «Η γεωπολιτική στρατηγική και η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Τουρίκη. Πρόκειται για μια εμπεριστατωμένη μελέτη η οποία βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε πρωτογενείς τουρκικές πηγές και μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένας χρήσιμος οδηγός για το είδος της απειλής που συνιστούν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και τις επιδιώξεις της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας υπό το μανδύα του νεο-οθωμανσιμού.)
Πηγή: www.geostrategy.gr