Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

Έκθεση Στέιτ Ντιπάρτμεντ

   Στο κεφάλαιο για την Τουρκία, η φετεινή έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις θρησκευτικές ελευθερίες επαναλαμβάνει τις αναφορές στα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ήτοι το γεγονός ότι δεν υπάρχει νομική αναγνώρισή του ως Πατριαρχείο ούτε αναγνώριση του οικουμενικού χαρακτήρα του Πατριάρχη και ότι παραμένουν ανεπίλυτες ακόμη οι διεκδικήσεις του Πατριαρχείου για την επαναλειτουργία της Θεολογικής σχολής της Χάλκης και για την επιστροφή δημευθέντων περιουσιών.

    Στην έκθεση τονίζεται ότι εν γένει γίνονται σεβαστά τα ζητήματα θρησκευτικών ελευθεριών, αν και υπάρχουν αρκετές αναφορές σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι θρησκευτικές μειονότητες. Σχετικά με το αίτημα για την άρση της προϋπόθεσης της τούρκικης υπηκοότητας στην στελέχωση της Ιεράς Συνόδου - που απειλεί την ίδια την επιβίωση του Πατριαρχείου, λόγω του μικρού αριθμού των μελών της ελληνορθόδοξης κοινότητας - η έκθεση επισημαίνει φέτος ότι απουσία επίσημης απάντησης, η κυβέρνηση έχει επιτρέψει ντε φάκτο τον ορισμό από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο 6 μη-Τούρκων πολιτών ως μέλη της Ιεράς Συνόδου του 2004, για πρώτη φορά στη 80ετή ιστορία του τουρκικού κράτους. Επιπλέον, το 2010 ο κ. Ερντογάν πρόσφερε υπηκοότητα σε ενδιαφερόμενους μη-Τούρκους μητροπολίτες, αλλά 25 υποβληθείσες σχετικές αιτήσεις δεν έχουν ακόμη απαντηθεί.
 
    Ανεφερει, επίσης για το ζήτημα περί «οικονουμενικότητας», την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δημοκρατία μέσω Δικαίου του Συμβουλίου της Ευρώπης (Επιτροπή Βενετίας, Μάρτιος 2010) ότι δεν υπάρχουν έμπρακτοι ή νομικοί λόγοι για να αρνείται η κυβέρνηση στην Εκκλησία τον τίτλο της οικουμενικότητας. Ο κ. Ερντογάν παραδέχθηκε ακόμη κατά την επίσκεψη του στην Αθήνα ότι «δεν έχει πρόβλημα με τον τίτλο ‘οικουμενικός’». Σημειώνεται τέλος ότι αναμένεται η επιστροφή του Ορφανοτροφείου της Πριγκήπου στο Πατριαρχείο μετά από σχετική απόφαση του Ευρ. Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Ιούνιος 2010). Στις δράσεις της αμερικανικής πλευράς επαναλαμβάνονται οι εκκλήσεις του Αμερικανού πρέσβη και άλλων επισήμων προς την τουρκική κυβέρνηση για την επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης.

    Επεισόδια κατά μουσουλμάνων, όπως η εμπρηστική επίθεση κατά του τεμένους στους Τοξότες, Ξάνθης, βανδαλισμοί σε άλλο τζαμί και κοιμητήριο στην Θράκη, και η επεισοδιακή διαμαρτυρία χιλίων περίπου μουσουλμάνων μεταναστών στην Αθήνα, τον Μάιο του 2009, λόγω «βεβήλωσης αντιτύπου του κορανίου από αστυνομικό», καταγράφονται στην ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις θρησκευτικές ελευθερίες ανά τον κόσμο, που καλύπτει την περίοδο από τον Ιούλιο του 2009 έως τον αντίστοιχο μήνα του 2010, και η οποία υποβάλλεται κάθε χρόνο στο Κογκρέσο βάσει σχετικού αμερικανικού νόμου.

    Στην έκθεση σημειώνεται επίσης η συνέχιση εκφάνσεων αντισημιτισμού στον Τύπο και στην κοινωνία, περιστατικά βανδαλισμών εβραϊκών μνημείων και περιουσιών, και οι δύο εμπρηστικές επιθέσεις κατά της Συναγωγής Χανίων, ενώ ως θετική εξέλιξη προβάλλεται ο εγκαινιασμός του Μνημείου Ολοκαυτώματος στην Αθήνα από τον υπουργό Επικρατείας τον περασμένο Μάιο.

    Το κεφάλαιο για την Ελλάδα επισημαίνει και φέτος ότι η ελληνική κυβέρνηση σέβεται εν γένει στην πράξη τα ζητήματα θρησκευτικών ελευθεριών. Στην εισαγωγική σύνοψη γίνεται και φέτος λόγος για γραφειοκρατικά κυρίως προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι θρησκευτικές μειονότητες, όπως για τις αδειοδοτήσεις για την κατασκευή ή λειτουργία χώρων λατρείας, και για συνέχιση φαινόμενων θρησκευτικών διακρίσεων και εκδηλώσεων αντι-σημιτισμού. Επισημαίνονται τα θετικά βήματα του Αρχιεπισκόπου της Εκκλησίας της Ελλάδας για την πρόοδο του διαθρησκειακού διαλόγου με την Αγγλικανική Εκκλησία και άλλα θρησκευτικά δόγματα.

    Στα επιμέρους τμήματα, επαναλαμβάνεται ότι το Σύνταγμα της Ελλάδας καθιερώνει την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία ως την επικρατούσα θρησκεία, αλλά συγχρόνως προστατεύει το δικαίωμα κάθε πολίτη να επιλέγει τη θρησκεία του, ότι η κυβέρνηση σέβεται το δικαίωμα αυτό, αλλά μη-ορθόδοξες θρησκευτικές ομάδες μερικές φορές αντιμετωπίζουν διοικητικά εμπόδια ή νομικούς περιορισμούς στην άσκηση της λατρείας τους. Σημειώνεται ότι η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να ασκεί σημαντική πολιτική και οικονομική επιρροή, ότι απαγορεύεται ο προσηλυτισμός και ότι από το 2006 δεν έχουν εκδοθεί νέες άδειες λειτουργίας τόπων λατρείας σε μη-ορθόδοξες θρησκευτικές ομάδες.

    Μνημονεύεται η διάκριση μεταξύ της μουσουλμανικής κοινότητας της Θράκης, που εμπίπτει στο ειδικό καθεστώς της Συνθήκης της Λωζάννης με ειδικά προνόμια, και στους μουσουλμάνους μετανάστες που κατοικούν κυρίως στην Αθήνα (υπολογίζονται σε 200.000), και ακολουθούν αναφορές σε επιμέρους προβλήματα γύρω από τους τρόπους αναγνώρισης θρησκειών και θρησκευτικών ομάδων (διαμαρτυρίες Σαϊεντολόγων και Πολυθεϊστών), φορολογικές και άλλες διακρίσεις, ερωτήματα ισχύος του ισλαμικού νόμου (σαρία) στη Θράκη, αδειοδοτήσεις για την κατασκευή ή λειτουργία χώρων λατρείας. Οι αποφάσεις για την κατασκευή ισλαμικού τεμένους και κοιμητηρίου στην Αθήνα δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί, ενώ τον Ιούνιο 2010 εγκρίθηκε η κατασκευή ισλαμικού κοιμητηρίου στη Θεσσαλονίκη σε χώρο που αναμένεται να καθοριστεί.

        Τέλος, αναφέρεται ότι σε απάντηση ανησυχιών της Ευρ. Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας για τη νομική απαγόρευση του προσηλυτισμού (Έκθεση Σεπτ. 2009), η ελληνική κυβέρνηση διευκρίνισε ότι η σχετική νομοθεσία είναι στην πράξη από καιρό ανεφάρμοστη.

ΑΠΕ