Φαντάζεστε τη φυσική παρουσία ενός διερμηνέα ανάμεσα στον ψυχοθεραπευτή και τον θεραπευόμενο; Ένας τρίτος σε μια σχέση που είναι φτιαγμένη για δύο; Είναι δυνατόν;
Κι όμως, χωρίς τη διαμεσολάβησή του δεν θα μπορούσε να επικοινωνήσει ο γιατρός με τον αλλοδαπό ασθενή. Πόσο μάλλον όταν εμπόδιο δεν είναι μόνο η άγνωστη γλώσσα, αλλά και ο διαφορετικός πολιτισμός που απειλούν την εξ ορισμού "πολιτισμικά ευαίσθητη" θεραπευτική προσέγγιση του μετανάστη.
Κι όμως, χωρίς τη διαμεσολάβησή του δεν θα μπορούσε να επικοινωνήσει ο γιατρός με τον αλλοδαπό ασθενή. Πόσο μάλλον όταν εμπόδιο δεν είναι μόνο η άγνωστη γλώσσα, αλλά και ο διαφορετικός πολιτισμός που απειλούν την εξ ορισμού "πολιτισμικά ευαίσθητη" θεραπευτική προσέγγιση του μετανάστη.
Ο θεσμός αυτού του συνδετικού κρίκου που ονομάζεται "πολιτισμικός διαμεσολαβητής", αρχίζει και κάνει την εμφάνισή του στην Ελλάδα (από μη κυβερνητικές οργανώσεις, κρατικές υπηρεσίες και κάποια δημόσια νοσοκομεία), ενώ έχει προ πολλού καθιερωθεί σε άλλες χώρες.
Σε θέματα ψυχικής υγείας, το Κέντρο Ημέρας "Βαβέλ", ανέλαβε το 2007 στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος "Ψυχαργώ", να υλοποιήσει το πρόγραμμα των πολιτισμικών διαμεσολαβητών, εκπαιδεύοντας μέχρι στιγμής 30 αλλοδαπούς, που μιλούν 15 γλώσσες και διαλέκτους.
Εδρεύει σ’ ένα καλοδιατηρημένο νεοκλασικό, στην πλατεία Αμερικής, προσφέροντας δωρεάν υπηρεσίες ψυχικής υγείας σε μετανάστες, αλλά και πρακτικές οδηγίες που τους βοηθούν να μην χάνονται στον γραφειοκρατικό λαβύρινθο της χώρας που ζουν, στα νοσοκομεία, στα δικαστήρια, στα σχολεία, σε όλο το άγνωστο σύστημα, με το οποίο έρχονται σε επαφή. Γιατί είναι ευνόητο ότι το πρώτο μέλημα ανθρώπων που βρίσκονται στο όριο της ύπαρξης δεν υπήρξε ποτέ η ψυχική τους υγεία, αλλά η διατροφή, η στέγη, η εργασία, η εγγραφή των παιδιών τους στα σχολεία.
"Ο πολιτισμικός διαμεσολαβητής, διευκολύνει τη γλωσσική επικοινωνία και τη συνάντηση του θεραπευτή με το διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον του θεραπευόμενου, γνωρίζει τις κακοτοπιές και τις διεξόδους", λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο επικεφαλής της "Βαβέλ", ψυχολόγος Νίκος Γκιωνάκης και εξηγεί: "Για παράδειγμα ότι ένας άνδρας δεν χαιρετά δια χειραψίας μια μουσουλμάνα ή ότι η ίδια δεν θα δεχθεί ως διερμηνέα έναν άνδρα και θα απορρίψει τις υπηρεσίες του κέντρου, έως την εντελώς διαφορετική λεκτική έκφραση της ψυχικής κατάστασης που υπάρχει σε κάποιες κουλτούρες. Γιατί όταν ένας ασθενής από την Αφρική λέει ότι νιώθει να περπατάνε μυρμήγκια στο κεφάλι του κι όχι ότι έχει άγχος, καταλαβαίνετε ότι πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική πολιτισμική αντίληψη της υγείας".
Απαράβατος κανόνας της δουλειάς του διαμεσολαβητή, είναι να μεταβιβάζει με ακρίβεια το νόημα από το ένα πρόσωπο στο άλλο, να μην αναλύει την πληροφορία, να μην αποφασίζει τι πρέπει και τι δεν πρέπει να μεταβιβαστεί. Να κρατιέται ουδέτερος στη σχέση θεραπευτή-θεραπευόμενου, μια παρουσία "αόρατη". Γι΄αυτό εκπαιδεύεται και εξασκείται επί μήνες.
Το μοντέλο εκπαίδευσης βασίζεται στην εμπειρία του διαπολιτισμικού ψυχιατρικού κέντρου του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης. "Ο διερμηνέας πρέπει να αποφεύγει την οικειότητα με τον θεραπευόμενο, να μην του πιάνει κουβέντα εκτός θεραπείας, να γνωρίζει πως από μια λανθασμένη προσωπική του άποψη την οποία εξέφρασε στη θεραπεία μπορεί να δημιουργήσει ένταση ανάμεσα στον θεραπευόμενο και τον γιατρό", μας εξηγεί η ψυχολόγος- εκπαιδεύτρια διαμεσολαβητών, Μαριάννα Ασημακοπούλου.
Η δε συνεργασία γιατρού και διαμεσολαβητή, προάγεται και από την κοινή τους εκπαίδευση γιατί έχει βιωματικό χαρακτήρα, συμπληρώνει ο Νίκος Γκιωνάκης.
Οι πολιτισμικοί διαμεσολαβητές είναι νέοι σε ηλικία και εναλλάσσονται σ΄αυτόν τον χώρο γιατί πολλοί αναγκάζονται να μεταναστεύσουν ξανά. Κάποιοι άλλοι είναι δραστήρια μέλη της κοινότητάς τους ή έχουν μεγαλώσει στην Ελλάδα, όπως η ψυχολόγος Εγκίντα Λέκκα από τα Τίρανα, η οποία βρέθηκε να κάνει την πρακτική της στη "Βαβέλ" και παραμένει, αλλά, όπως λέει, όχι για πολύ γιατί "ο πολιτισμικός διαμεσολαβητής δεν είναι ακόμα επάγγελμα με πτυχίο κατοχυρωμένο από το κράτος, δεν βγάζεις αρκετά χρήματα να ζήσεις απ΄αυτήν τη δουλειά, γι' αυτό και δεν την κάνεις για πολλά χρόνια". "Βέβαια για μένα -συνεχίζει η ίδια-, "είναι μεγάλη εμπειρία και νιώθω ότι προσφέρω. Σκεφτείτε μόνο τι γίνεται στα νοσοκομεία με τους συγγενείς που προσπαθούν να απαντήσουν στις ερωτήσεις των γιατρών, για λογαριασμό των ασθενών όταν βέβαια υπάρχουν συγγενείς".
Τη ρωτάμε για τις δυσκολίες της μετάφρασης . "Έμεινα έκπληκτη", μας λέει, "πόσο δύσκολη είναι η διαμεσολάβηση σε περιστατικά διαταραχής του λόγου. Πολύ δύσκολο όμως είναι και να εμπνεύσεις ασφάλεια και εμπιστοσύνη σ’ έναν μετανάστη που έχει υποστεί βασανιστήρια, ξυλοδαρμό, ή σε αιτούντες άσυλο και σε οικονομικούς μετανάστες να σου ανοιχτούν για πράγματα προσωπικά τους, τη στιγμή που φοβούνται μήπως μεταφέρεις τις πληροφορίες εκεί που δεν πρέπει" .
Στη "Βαβέλ", λόγω περιοχής, οι μετανάστες που εξυπηρετούνται είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία Αλβανοί και Αφγανοί. Ο πολιτισμικός διαμεσολαβητής Νασίμ Λομανί, έφυγε από το Αφγανιστάν στα 18 του χρόνια με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Ταλιμπάν και ύστερα από απίστευτες περιπέτειες έφτασε στην Ελλάδα. Σήμερα, είναι ένας νέος 28 χρόνων, που κατάφερε να στηθεί στα πόδια του και φέτος πέρασε στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Μιλά τις διαλέκτους Φαρσί και Νταρί και πριν εργαστεί στη "Βαβέλ", δούλευε στο Κέντρο Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων.
"Τα προβλήματα ψυχικής υγείας, εμφανίζονται συχνά στο ταξίδι και στην καινούργια χώρα. Οι μετανάστες χωρίς χαρτιά, είναι ένας κόσμος πολύ μπερδεμένος, που ζει σε τρομακτικές συνθήκες και σε σύγκρουση της πραγματικότητας με τη φαντασία τους. Ο μόνος λόγος που συνεχίζουν να παλεύουν είναι η ελπίδα για κάτι καλύτερο", μας λέει ο Νασίμ.
Υπάρχουν περιπτώσεις πολιτισμικών διαμεσολαβητών που δεν άντεξαν τον ρόλο τους, γιατί η διαμεσολάβηση αναβίωσε δικά τους σκληρά βιώματα, καταρρίπτοντας την ουδετερότητα που απαιτείται σε αυτή τη δουλειά.
κείμενο: Νατάσσα Δομνάκη
ΑΠΕ