Στα περιθώρια των ομολόγων αποτυπώνεται η δυσπιστία για την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση.
Η χώρα, παρ' όλο που έχει εξασφαλίσει τη χρηματοδοτική στήριξη της Ε.Ε. και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου έως το 2013, εξακολουθεί να βρίσκεται στη «μαύρη λίστα» των μεγάλων επενδυτών. Ετσι, παρ' όλο που ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου διαπιστώνει ότι το κλίμα αρχίζει να βελτιώνεται, το Δημόσιο αδυνατεί ακόμη και στην εσωτερική αγορά να πείσει τους δανειστές του ν' αγοράσουν έντοκα γραμμάτια ετήσιας διάρκειας. Περιορίζεται έτσι να δανείζεται με βραχυχρόνιους τίτλους (6μηνης ή 3μηνης διάρκειας) με δυσμενέστατους όρους, καθώς το επιτόκιο των τίτλων αυτών άγγιξε το 5% (4,82%). Με λίγες ώρες διαφορά, η Πορτογαλία εξέδωσε ετήσια έντοκα γραμμάτια πετυχαίνοντας επιτόκιο 2,67%.
Οι επενδυτές δεν εμπιστεύονται τα ελληνικά ομόλογα παρ' όλο που ορισμένα έχουν υποχωρήσει στο 50% της ονομαστικής τους αξίας, αμφισβητώντας στην πράξη την ικανότητα του Μνημονίου να αποτρέψει την αναδιάρθωση του χρέους. Με άλλα λόγια, η αγορά των ομολόγων δεν πείθεται ότι η Ελλάδα μετά το 2013, έπειτα από μία τριετία σκληρής λιτότητας χωρίς αναπτυξιακή δυναμική, θα είναι σε θέση να σταθεί από μόνη της στα πόδια της.
Ηδη, ο επικεφαλής του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν στην τρόικα, ο οποίος συνόδευε τον Ελληνα υπουργό στην περιοδεία του στα μεγάλα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ευρώπης την προηγούμενη εβδομάδα, άφησε για πρώτη φορά ανοικτό το ενδεχόμενο η τριμερής «κηδεμονία» της Ελλάδας να παραταθεί και μετά το 2013, εφόσον τούτο κριθεί αναγκαίο. Ηδη στις Βρυξέλλες έχει αρχίσει να γίνεται λόγος για επταετή παράταση.
Τόκοι στο 7,1% του ΑΕΠ
Η κυβέρνηση απορρίπτει κατηγορηματικά τη λύση της αναδιάρθρωσης του χρέους (το οποίο το 2013 θα έχει φτάσει το 140% του ΑΕΠ), έστω μιας επιμήκυνσής του, προκειμένου η χώρα να πάρει μία ανάσα από την υπέρογκη επιβάρυνση που θα έχει τα επόμενα χρόνια ο προϋπολογισμός από τις δαπάνες για τόκους και χρεολύσια. Οι τόκοι μάλιστα, εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων που αναγκάζεται να καταβάλλει από πέρυσι το Δημόσιο στους δανειστές του, εκτιμάται ότι από το 5% του ΑΕΠ πέρυσι θα φτάσουν το 7,1% το 2013.
Η επιβάρυνση αυτή προκύπτει αν συγκρίνει κανείς το κόστος δανεισμού της Ελλάδας πριν από ένα χρόνο και σήμερα. Ετσι, τον Σεπτέμβριο του 2009 η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου ήταν μόλις 4,53%, ενώ σήμερα έχει φτάσει το 11,3%. Πέρυσι η Ελλάδα δανειζόταν από τις αγορές με κόστος υψηλότερο (spread) μόλις κατά 1,17% σε σύγκριση με τη Γερμανία. Την ίδια περίοδο η Πορτογαλία δανειζόταν με περιθώριο μόλις 0,55% και η Ιρλανδία με 1,52%. Εκτοτε κύλησε πολύ νερό και οι κυβερνητικές αστοχίες οδήγησαν στην απαξίωση των ελληνικών ομολόγων. Ομως μέχρι και τον Ιανουάριο τα ομόλογα κρατούσαν ακόμη ισχυρή αντίσταση· μάλιστα τότε πραγματοποιήθηκαν δύο επιτυχείς δημοπρασίες, στις οποίες οι ξένοι επενδυτές προσέφεραν στη χώρα περισσότερα από 30 δισ. ευρώ. Εκείνη την περίοδο το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου είχε αυξηθεί στο 5,65% και το περιθώριο με τα γερμανικά ομόλογα είχε διευρυνθεί μόλις στο 2,35%. Τα «δεδομένα» αυτά φαντάζουν πλέον τόσο μακρινά, γιατί ακόμη και μετά την υπογραφή του Μνημονίου τον περασμένο Μάιο, παρ' όλο που η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου υποχώρησε στο 7,3% από το 12,4% που είχε εκτιναχθεί, το περιθώριο διατηρήθηκε στο «απαγορευτικό επίπεδο» του 5%.
Το κούρεμα έγινε
Σήμερα οι τιμές κυρίως των μακροπρόθεσμων τίτλων, παρά τη στήριξη που προσφέρει από τον περασμένο Μάιο η ΕΚΤ, καταγράφουν απώλειες μεγαλύτερες απ' αυτές που θα είχαν υποστεί οι κάτοχοί τους αν η κυβέρνηση προχωρούσε στην αναδιάρθρωση του χρέους με το περίφημο «κούρεμα των ομολόγων» κατά 20% με 25%. Το ελληνικό Δημόσιο προφανώς δεν μπορεί να απευθυνθεί στις αγορές, οι οποίες επιμένουν να ζητούν «ασφάλιστρο» 9% έναντι των «σίγουρων» γερμανικών ομολόγων. Βέβαια το πρόβλημα πλέον έχει γίνει πιο σύνθετο, καθώς ο δανεισμός έχει γίνει πλέον ακριβός και για την Πορτογαλία, της οποίας τα δεκαετή ομόλογα διαπραγματεύονται με περιθώριο 3,27%, αλλά και για την Ιρλανδία (3,41%). *
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ