Tου Aποστολου Λακασα
Πρόσφατα διάβασα μια συνέντευξη του γνωστού σκηνοθέτη Βασίλη Παπαβασιλείου (στην εφημερίδα του Ελληνικού Φεστιβάλ «Ε.Φ.») όπου έλεγε το εξής: «Ο Νίτσε λέει ότι κάποιος γίνεται καλύτερος άνθρωπος όταν πει: “Εγώ φταίω γι’ αυτό -δεν θα μου το πάρεις αυτό το λάθος- αυτό το λάθος το έκανα εγώ”!». Θυμήθηκα τα λόγια του σκηνοθέτη όταν, για μια ακόμη φορά, ένα κείμενο της «Κ» για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προκάλεσε αντιδράσεις.
Ομολογώ ότι χαίρομαι που υπάρχουν εκπαιδευτικοί, οι οποίοι αποφασίζουν να ξεκουνηθούν μέσα στο κατακαλόκαιρο, να συζητήσουν για ένα ζήτημα που θέτει η «Κ», να αποτυπώσουν αυτές τις απόψεις τους στο χαρτί με επιχειρήματα. Είναι αληθινό κέρδος αυτός ο έντυπος διάλογος.Βέβαια, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι οι αντιδράσεις δείχνουν πως στην Ελλάδα χρειάζονται να γίνουν πολλά ακόμη βήματα για διαδικασίες, όπως είναι η αξιολόγηση, οι οποίες σε εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ. Εστω όμως!
Το ζήτημα, που ανακύπτει μέσω της αξιολόγησης που προωθεί το υπουργείο Παιδείας στα σχολεία, είναι άκρως πολιτικό. Η ελληνική εκπαίδευση νοσεί, κανείς δεν πιστεύει ότι το ελληνικό σχολείο είναι αυτό που πρέπει. Αρα χρειάζονται αλλαγές. Απαιτούνται κονδύλια, ουσιαστική δουλειά πάνω στα βιβλία, τα αναλυτικά προγράμματα και τις μεθόδους διδασκαλίας, χρειάζεται επιμόρφωση των εκπαιδευτικών επί των αλλαγών.
Ομως, αυτό το κουβάρι πρέπει από κάπου να αρχίσει να ξετυλίγεται. Και δεν είναι δυνατόν συνεχώς οι παράγοντες της εκπαίδευσης -το υπουργείο Παιδείας, οι συμβουλευτικοί φορείς όπως το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, τα στελέχη, οι μάχιμοι εκπαιδευτικοί- να αλληλομεταθέτουν τις ευθύνες χωρίς να παραδέχονται τα δικά τους λάθη. Την ίδια στιγμή, μάλιστα, ακούγονται θέσεις, οι οποίες είναι αντικρουόμενες. Για παράδειγμα, οι αντιδρώντες υποστηρίζουν ότι η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου σε κάθε σχολείο πρέπει να λάβει υπόψη τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες της περιοχής που βρίσκεται το σχολείο. Φυσικό είναι αυτό - δεν είναι δυνατόν τα σχολεία σε ένα πλούσιο οικονομικά προάστιο να έχουν τα ίδια αποτελέσματα με τα σχολεία του υποβαθμισμένου κέντρου της Αθήνας. Ομως, γιατί η ΟΛΜΕ αρνείται την εφαρμογή των ζωνών εκπαιδευτικής προτεραιότητας;
Ενα άλλο, λογικοφανές επιχείρημα όσων αντιδρούν στην αξιολόγηση είναι ότι αυτή θα γίνει με αναξιοκρατικό τρόπο. Υποστηρίζουν, δηλαδή, ότι τα στελέχη της εκπαίδευσης θα λειτουργήσουν με κομματικά κριτήρια, ευνοώντας ημετέρους και αποκλείοντας υμετέρους.
Γιατί, όμως, να συμβεί αυτό ανάμεσα σε δημόσιους λειτουργούς που καθημερινά συνεργάζονται, που βράζουν στο ίδιο καζάνι; Δεν παραδέχονται όλοι ότι η αποτύπωση των προβλημάτων είναι το πρώτο βήμα της επίλυσής τους; Και, ποιος ο λόγος ο ίδιος ο εκπαιδευτικός μηχανισμός να μην αναπτύξει άμυνες σε φαινόμενα αναξιοκρατίας, ώστε να υπάρξει ένα σοβαρό αποτέλεσμα, το οποίο όλοι δηλώνουν ότι επιθυμούν;
Σε μια δύσκολη συγκυρία υπάρχουν δύο τινά που μπορεί να συμβούν: ή η πλειοψηφία να λουφάξει φροντίζοντας να σώσει ό,τι μπορεί ο καθένας ή να δράσει συλλογικά...
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ