Νέο τοπίο, με υψηλότερες αποδόσεις, δημιουργεί ο πόλεμος των τραπεζών στις προθεσμιακές καταθέσεις σε συνδυασμό με την έκδοση εντόκων γραμματίων από το Δημόσιο.
Πλέον ο πήχυς των καθαρών, εγγυημένων αποδόσεων ανεβαίνει ακόμα και πάνω από το 4,5% για χρονικό διάστημα τριών ή έξι μηνών, επίπεδο που θεωρείται ιδιαίτερα δελεαστικό. Παράλληλα πληθαίνουν οι εκτιμήσεις- και σε διεθνές επίπεδο- οι οποίες θεωρούν «δελεαστικά» τα ελληνικά ομόλογα στις τρέχουσες αποτιμήσεις τους, αρκεί βέβαια ο επενδυτής να είναι διατεθειμένος να υποστεί πρόσκαιρες «αναταράξεις».
Η εξέλιξη που άλλαξε τον χάρτη των αποδόσεων για τους ιδιώτες, ακόμη και για εκείνους που δεν έχουν «παχιά» πορτοφόλια, είναι η έκδοση τις τελευταίες ημέρες δύο εντόκων γραμματίων (έξι και τριών μηνών αντίστοιχα) με υψηλό επιτόκιο, το οποίο μάλιστα είναι και αφορολόγητο για όσους διακρατήσουν την επένδυση μέχρι τη λήξη τους.
Συγκεκριμένα για τα έντοκα γραμμάτια εξάμηνης διάρκειας το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 4,82% ενώ για τα τρίμηνης στο 3,975%. Με δεδομένο ότι τα χρήματα αυτά είναι αφορολόγητα, στην περίπτωση διακράτησης μέχρι τη λήξη η τράπεζα για να ανταγωνιστεί τις αντίστοιχες αποδόσεις πρέπει να προσφέρει ονομαστικά επιτόκια άνω του 5,5% και 4,4% αντίστοιχα.
Οπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, στη φάση αυτή τα επιτόκια του Δημοσίου είναι υψηλότερα από αυτά που δίνουν για προθεσμιακές καταθέσεις οι περισσότερες τράπεζες και έτσι αρκετοί είναι εκείνοι που «σηκώνουν» χρήματα από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να τα επενδύσουν στο Δημόσιο. Ετσι, παρ΄ όλο που οι τράπεζες θα επιθυμούσαν να μειώσουν το κόστος χρήματος, η εξέλιξη αυτή συνεχίζει τον μεταξύ τους πόλεμο, καθώς ειδικά στα μικρότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα ονομαστικά επιτόκια καταθέσεων τριών ή και έξι μηνών ξεπερνούν το 5%, ενώ σε κλιμακωτές καταθέσεις υπάρχουν επιτόκια- κράχτες τα οποία φτάνουν ακόμα και το 10% για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της κατάθεσης.
Πέρα όμως από τις βραχυπρόθεσμες επενδύσεις, η μεγάλη μείωση της αξίας των μακροπρόθεσμων ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά δημιουργεί πλέον επενδυτικές ευκαιρίες, όπως διατείνονται τουλάχιστον διεθνείς οίκοι και τράπεζες.
Μεταξύ των άλλων, σε πρόσφατες εκθέσεις και ανακοινώσεις τους, αγορά ελληνικών ομολόγων συνιστούν οι ΗSΒC, Goldman Sachs, Societe Generale καθώς διαπιστώνουν ότι τα χειρότερα πέρασαν για τις χρεωμένες χώρες της ευρωζώνης. Το ενδιαφέρον εστιάζεται τόσο στα μακροχρόνια (τριακονταετή) ομόλογα, τα οποία διαπραγματεύονται κοντά στο μισό της ονομαστικής τους αξίας, αλλά και σε πιο βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις (διετή ή και τριετή ομόλογα) με αποδόσεις που μπορεί να φτάσουν 8% έως 10%.
Κέρδη και από τον χρυσό
Πέρα από τις υψηλές αποδόσεις στις «παραδοσιακές» επενδύσεις, ιδιαίτερα κερδισμένοι βρέθηκαν εκείνοι που ποντάρισαν στον χρυσό, καθώς η τιμή του πολύτιμου μετάλλου σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, φτάνοντας τα επίπεδα των 1.300 δολαρίων ανά ουγγιά. Μάλιστα, οι διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι η κούρσα του πολύτιμου μετάλλου θα συνεχιστεί, θέτοντας ως πρώτη τιμή- στόχο τα 1.350 δολάρια ανά ουγγιά ενώ άλλοι δεν διστάζουν να προβλέψουν ότι μεσοπρόθεσμα μπορεί να φλερτάρει ακόμη με τα 1.500 δολάρια.
Πλέον ο πήχυς των καθαρών, εγγυημένων αποδόσεων ανεβαίνει ακόμα και πάνω από το 4,5% για χρονικό διάστημα τριών ή έξι μηνών, επίπεδο που θεωρείται ιδιαίτερα δελεαστικό. Παράλληλα πληθαίνουν οι εκτιμήσεις- και σε διεθνές επίπεδο- οι οποίες θεωρούν «δελεαστικά» τα ελληνικά ομόλογα στις τρέχουσες αποτιμήσεις τους, αρκεί βέβαια ο επενδυτής να είναι διατεθειμένος να υποστεί πρόσκαιρες «αναταράξεις».
Η εξέλιξη που άλλαξε τον χάρτη των αποδόσεων για τους ιδιώτες, ακόμη και για εκείνους που δεν έχουν «παχιά» πορτοφόλια, είναι η έκδοση τις τελευταίες ημέρες δύο εντόκων γραμματίων (έξι και τριών μηνών αντίστοιχα) με υψηλό επιτόκιο, το οποίο μάλιστα είναι και αφορολόγητο για όσους διακρατήσουν την επένδυση μέχρι τη λήξη τους.
Συγκεκριμένα για τα έντοκα γραμμάτια εξάμηνης διάρκειας το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 4,82% ενώ για τα τρίμηνης στο 3,975%. Με δεδομένο ότι τα χρήματα αυτά είναι αφορολόγητα, στην περίπτωση διακράτησης μέχρι τη λήξη η τράπεζα για να ανταγωνιστεί τις αντίστοιχες αποδόσεις πρέπει να προσφέρει ονομαστικά επιτόκια άνω του 5,5% και 4,4% αντίστοιχα.
Οπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, στη φάση αυτή τα επιτόκια του Δημοσίου είναι υψηλότερα από αυτά που δίνουν για προθεσμιακές καταθέσεις οι περισσότερες τράπεζες και έτσι αρκετοί είναι εκείνοι που «σηκώνουν» χρήματα από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να τα επενδύσουν στο Δημόσιο. Ετσι, παρ΄ όλο που οι τράπεζες θα επιθυμούσαν να μειώσουν το κόστος χρήματος, η εξέλιξη αυτή συνεχίζει τον μεταξύ τους πόλεμο, καθώς ειδικά στα μικρότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα ονομαστικά επιτόκια καταθέσεων τριών ή και έξι μηνών ξεπερνούν το 5%, ενώ σε κλιμακωτές καταθέσεις υπάρχουν επιτόκια- κράχτες τα οποία φτάνουν ακόμα και το 10% για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της κατάθεσης.
Πέρα όμως από τις βραχυπρόθεσμες επενδύσεις, η μεγάλη μείωση της αξίας των μακροπρόθεσμων ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά δημιουργεί πλέον επενδυτικές ευκαιρίες, όπως διατείνονται τουλάχιστον διεθνείς οίκοι και τράπεζες.
Μεταξύ των άλλων, σε πρόσφατες εκθέσεις και ανακοινώσεις τους, αγορά ελληνικών ομολόγων συνιστούν οι ΗSΒC, Goldman Sachs, Societe Generale καθώς διαπιστώνουν ότι τα χειρότερα πέρασαν για τις χρεωμένες χώρες της ευρωζώνης. Το ενδιαφέρον εστιάζεται τόσο στα μακροχρόνια (τριακονταετή) ομόλογα, τα οποία διαπραγματεύονται κοντά στο μισό της ονομαστικής τους αξίας, αλλά και σε πιο βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις (διετή ή και τριετή ομόλογα) με αποδόσεις που μπορεί να φτάσουν 8% έως 10%.
Κέρδη και από τον χρυσό
Πέρα από τις υψηλές αποδόσεις στις «παραδοσιακές» επενδύσεις, ιδιαίτερα κερδισμένοι βρέθηκαν εκείνοι που ποντάρισαν στον χρυσό, καθώς η τιμή του πολύτιμου μετάλλου σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, φτάνοντας τα επίπεδα των 1.300 δολαρίων ανά ουγγιά. Μάλιστα, οι διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι η κούρσα του πολύτιμου μετάλλου θα συνεχιστεί, θέτοντας ως πρώτη τιμή- στόχο τα 1.350 δολάρια ανά ουγγιά ενώ άλλοι δεν διστάζουν να προβλέψουν ότι μεσοπρόθεσμα μπορεί να φλερτάρει ακόμη με τα 1.500 δολάρια.
ΤΑ ΝΕΑ