Εκτιμήσεις σχετικά με τους λόγους που βρίσκονται πίσω από τον βομβαρδισμό του νοτιοκορεατικού νησιού Γεονπγεόνγκ.
Το χθεσινό θερμό επεισόδιο μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας, με τον βομβαρδισμό του νησιού Γεονπγεόνγκ από το βορειοκορεατικό πυροβολικό που κόστισε τη ζωή σε τέσσερις ανθρώπους προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση τόσο στην πολιτική, όσο και στην οικονομική διεθνή σκηνή.
Ωστόσο, πολλοί αναλυτές εκτιμούν πως δεν πρόκειται για το «εναρκτήριο λάκτισμα» μίας σύγκρουσης που θα σύρει την Άπω Ανατολή σε έναν καταστροφικό πόλεμο, αλλά για άλλη μία προσεκτικά υπολογισμένη πρόκληση της Βόρειας Κορέας, σχεδιασμένη να «ανεβάσει το γεωπολιτικό θερμόμετρο», αλλά να μην προκαλέσει γενικευμένη σύγκρουση.
Παρόλα αυτά, το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ δεν είναι ακριβώς αυτό που θα αποκαλούσε κάποιος «προβλέψιμο», και ο εντοπισμός των λόγων που οδήγησαν τη Βόρεια Κορέα σε αυτή την επίθεση αυτή τη στιγμή είναι κάτι το οποίο πρέπει να γίνει με μεγάλη προσοχή.
Υπάρχουν οι εξής ερμηνείες σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν στην επίθεση:
Α) Επρόκειτο για λάθος/ παρεξήγηση. Οι ένοπλες δυνάμεις και η κυβέρνηση της Βόρειας Κορέας βρίσκονται μόνιμα σε υψηλό επίπεδο πολεμικής ετοιμότητας, θεωρώντας πως ο Νότος και οι ΗΠΑ είναι πιθανόν να εξαπολύσουν επίθεση ανά πάσα στιγμή. Οπότε, υφίσταται το ενδεχόμενο λάθους από κάποιον νευρικό Βορειοκορεάτη αξιωματικό, ο οποίος είδε στρατιωτικές ασκήσεις στην περιοχή και νόμισε πως δεχόταν επίθεση. Ωστόσο, η συγκεκριμένη εξήγηση θεωρείται ως μάλλον απίθανη, καθώς, αν και όντως γίνονταν ασκήσεις των νοτιοκορεατικών δυνάμεων στην περιοχή με πραγματικά πυρά, το μπαράζ άρχισε τουλάχιστον μισή ώρα μετά το τέλος τους. Θεωρείται πιθανότερο η Βόρεια Κορέα να είχε προγραμματίσει την ενέργεια και να χρησιμοποίησε τις ασκήσεις ως αφορμή, για να ισχυριστεί αργότερα πως οι δυνάμεις της ενήργησαν βρισκόμενες σε άμυνα (και η Πιονγκγιάνγκ όντως εξέδωσε πολύ γρήγορα ανακοίνωση στην οποία κατηγορούσε τη Νότια Κορέα για επιθετική ενέργεια).
Επίσης, αξίζει να επισημανθεί πως, εάν ισχύει η θεωρία του «λάθους», αυτό δεν προοιωνίζει τίποτα καλό για την κατάσταση στην κορεατική χερσόνησο. Ο βορειοκορεατικός στρατός θεωρείται πως διαθέτει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πυροβολικού στον κόσμο (και ίσως και τη μεγαλύτερη δύναμη πυροβολικού γενικότερα), ικανή να ισοπεδώσει τη Σεούλ, την οποία και στοχεύει (καθώς η νοτιοκορεατική πρωτεύουσα είναι κοντά στα σύνορα και εντός βεληνεκούς). Εάν τέτοια λάθη είναι συχνά στις τάξεις του βορειοκορεατικού στρατού, τότε ενδεχομένως να λάβει χώρα κάποια στιγμή κάποιο επεισόδιο τρομακτικών διαστάσεων.
Β) Άλλη μία απόπειρα εκβιασμού; Εδώ και δεκαετίες, η ηγεσία της Βόρειας Κορέας ακολουθεί μία στρατηγική εκβιασμού για να «διαπραγματευτεί» με τους γείτονές της: ουσιαστικά, προβαίνει σε προκλήσεις, τις οποίες υπόσχεται πως θα σταματήσει εάν λάβει ανταλλάγματα. Η τακτική αυτή έχει αποδειχθεί γενικά επιτυχημένη, καθώς έχουν γίνει συμφωνίες τέτοιου είδους με τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα, τις οποίες ο Βορράς απλά κάποια στιγμή εγκατέλειψε, όταν θεώρησε ότι δεν υπήρχε χρησιμότητα. Καθώς ο βομβαρδισμός ακολούθησε την αποκάλυψη του αρκετά ανεπτυγμένου προγράμματος εμπλουτισμού ουρανίου της χώρας, ενδεχομένως να επρόκειτο για μία «προειδοποίηση» / απόπειρα προσέλκυσης προσοχής εν όψει μίας επανέναρξης των συνομιλιών αφοπλισμού (στις οποίες, εάν ξεκινήσουν, η Βόρεια Κορέα θα είναι ενισχυμένη).
«Δεν πιστεύω πως η κατάσταση θα κλιμακωθεί περαιτέρω, καθώς η Βόρεια Κορέα έχει καταφέρει να στρέψει τα μάτια όλων πάνω της» είπει ο Ξου Γκουανγκγιού, στρατηγός εν αποστρατεία του στρατού της Κίνας.
«Η Βόρεια Κορέα θέλει να ξεκινήσει ξανά το διάλογο με τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα, αλλά εκ πείρας γνωρίζουμε πως αυτός είναι ο τρόπος που η ηγεσία της θεωρεί πως είναι ο ιδανικός για κάτι τέτοιο- μέσω ακραίων ενεργειών. Οι ΗΠΑ και η Νότια Κορέα διστάζουν, έτσι ο Βορράς προχώρησε στο βομβαρδισμό για να στείλει ένα μήνυμα» συμπλήρωσε.
Βάσει αυτής της λογικής, παρά την «άγρια» ρητορική του Βορρά, υπάρχουν λίγες πιθανότητες κλιμάκωσης σε πόλεμο. Ωστόσο, ίσως νέες προκλήσεις να βρίσκονται στον ορίζοντα (ενδεχομένως και μία τρίτη πυρηνική δοκιμή).
Γ) Επρόκειτο για μία κίνηση «εσωτερικής κατανάλωσης». Η Βόρεια Κορέα εισέρχεται σε μία μεταβατική περίοδο, με την απόδοση εξουσιών στο γιο του Κιμ Γιονγκ ιλ, Κιμ Γιονγκ ουν, ο οποίος και φαίνεται πως προορίζεται για διάδοχος. Τα ΜΜΕ μιλούν για τον «νεαρό στρατηγό», αν και η στρατιωτική του εμπειρία είναι μηδενική. Ενδεχομένως ο βομβαρδισμός να ήταν μία επίδειξη της «μαχητικότητας» του «διαδόχου», για να αποφευχθούν εσωτερικές διαμάχες και αγώνες ισχύος στα υψηλά κλιμάκια της νοτιοκορεατικής κυβέρνησης. Επίσης, ίσως να επρόκειτο απλά για μια απόπειρα να στραφεί η προσοχή του ευρέως κοινού σε θέματα εξωτερικής απειλής. Σε αυτό το σενάριο, πάλι ο πόλεμος είναι μάλλον απίθανο ενδεχόμενο, καθώς οι προκλήσεις της Πιονγκγιάνγκ είναι υπολογισμένες πάντα να αυξήσουν τη δημοτικότητα του καθεστώτος χωρίς να προκαλέσουν γενικευμένη σύγκρουση, την οποία η Βόρεια Κορέα γνωρίζει πως δεν μπορεί να κερδίσει.
Δ) Ένδειξη απελπισίας. Η βορειοκορεατική οικονομία παραπαίει εδώ και δεκαετίες, και η πολιτική του καθεστώτος, που θέτει πάνω από όλα τη διατήρηση μίας ογκώδους πολεμικής μηχανής, έχει επιπτώσεις στο εσωτερικό, με τον υποσιτισμό/λιμό να αποτελεί ένα από τα βασικότερα προβλήματα. Μία απόπειρα νομισματικής μεταρρύθμισης πέρυσι απέτυχε, χειροτερεύοντας την κατάσταση, η παραγωγή ειδών διατροφής έχει πληγεί από πλημμύρες και ο χειμώνας πλησιάζει.
Ε) Επρόκειτο για ενέργεια που προήλθε από το εσωτερικό των ενόπλων δυνάμεων. Πρόκειται για ένα από τα πιο ανησυχητικά σενάρια, ειδικά αν ληφθεί υπ' όψιν και η βύθιση της νοτιοκορεατικής κορβέτας Χεονάν το Μάρτιο: οι ενέργειες δεν εγκρίθηκαν από την κυβέρνηση, αλλά ήταν πρωτοβουλίες «γερακιών» στους κύκλους του βορειοκορεατικού στρατού, που αρχίζουν να ενεργούν αυτοβούλως, καθώς υπάρχει δυσαρέσκεια για την επερχόμενη διαδοχή.
Σε συνέντευξή του στην Ελ Παϊς ο Μπεν Ρόουντ, ειδικός του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΙΙSS) θεωρεί ότι η Βόρεια Κορέα ενεργεί όπως ενεργεί επειδή γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να υποστεί καμιά σοβαρή συνέπεια.
«Μετά την υποτονική διεθνή αντίδραση στη βύθιση της κορβέτας Cheonan, τον περασμένο Μάρτιο, το καθεστώς της Πιονγιάνγκ κατάλαβε ότι οι στρατιωτικές του προκλήσεις δεν έχουν συνέπειες», τονίζει ο Ρόουντ, συμπληρώνοντας πως «η χθεσινή επίθεση συνδέεται όμως και με τις προόδους του καθεστώτος στον εμπλουτισμό ουρανίου. Η Βόρεια Κορέα θέλει να γίνει αποδεκτή στις διαπραγματεύσεις ως μια πυρηνική δύναμη, ισότιμη με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Πώς μπορεί να δικαιολογήσει όμως η Πιονγκγιάνγκ αυτή τη νέα κλιμάκωση τη στιγμή που η χώρα αντιμετωπίζει το φάσμα της πείνας; «Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: τα εσωτερικά προβλήματα καθιστούν ελκυστικότερες τέτοιου είδους προκλήσεις. Το καθεστώς είναι εξαιρετικά βίαιο με τους υπηκόους του και σχεδόν ικανοποιήθηκε όταν πέθαναν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι από την πείνα τη δεκαετία του '90. Το μόνο που το ενδιαφέρει είναι να συνεχίσει να ασκεί την εξουσία. Και για να εξασφαλιστεί η νομιμότητά του, ο μόνος τρόπος είναι η επίδειξη στρατιωτικής ισχύος. Η δημιουργία μιας περιορισμένης κρίσης βοηθά το καθεστώς να διατηρεί τον έλεγχο».
Οι κυρώσεις δεν έχουν βοηθήσει μέχρι στιγμής στην αντιμετώπιση της χώρας, επισημαίνει ο Βρετανός ειδικός. Θα ήταν αποτελεσματικές μόνο αν πείθονταν ορισμένες χώρες, όπως η Κίνα, να τις εφαρμόσουν με αυστηρότητα. Ένας άλλος τρόπος - εφόσον βέβαια αποκλειστεί η στρατιωτική λύση - είναι να παγώσουν οι τραπεζικοί λογαριασμοί των ηγετών της χώρας, όπως συνέβη με την Banco Delta Asia το 2005. Θα πρέπει επίσης να πειστούν κι άλλες χώρες να υιοθετήσουν συμφωνίες όπως η Πρωτοβουλία Ασφαλείας κατά της Διάδοσης των Πυρηνικών Οπλων, ώστε να μην μπορούν οι Βορειοκορεάτες να εισάγουν ή να εξάγουν πυρηνικό υλικό. Θα μπορούσε τέλος να εξεταστεί το ενδεχόμενο να προκληθεί σαμποτάζ στο πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας, όπως έγινε πρόσφατα με το Ιράν. Αλλά αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο.
Πώς θα αντιδράσει η Κίνα; «Το Πεκίνο έχει πιθανότατα εξοργιστεί με αυτή τη νέα πρόκληση, αλλά δεν θα κάνει τίποτα που να μπορεί να προκαλέσει την κατάρρευση του καθεστώτος. Ο στρατηγικός του στόχος είναι η σταθερότητα της κορεατικής χερσονήσου. Θα πρέπει όμως να καταλάβει ότι η στήριξη της βορειοκορεατικής κυβέρνησης επιτρέπει στην τελευταία να συνεχίζει τέτοιες προκλήσεις. Και αυτό μακροπρόθεσμα δεν εξυπηρετεί τα κινεζικά συμφέροντα».
H Βόρεια Κορέα χρησιμοποιεί τη στρατιωτική ισχύ, ή τη σχετική απειλή, εκεί που οι άλλοι χρησιμοποιούν τη διπλωματία, επισημαίνει ο Σάιμον Τάινταλ στην Guardian. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το καθεστώς αυτό αξίζει τον χαρακτηρισμό του πιο επικίνδυνου στον κόσμο. Όμως δεν φέρει την αποκλειστική ευθύνη για τη σημερινή κρίση. Η κυβέρνηση Ομπάμα είναι έτοιμη να συνομιλήσει με το Ιράν, τη Συρία, τους Ταλιμπάν και άλλους απόβλητους της εποχής Μπους, αλλά αρνείται να διαπραγματευθεί ευθέως με την Πιονγκγιάνγκ. Η πολιτική της Ουάσινγκτον λέγεται «στρατηγική υπομονή». Αλλά δεν φέρνει αποτελέσματα.
Η Νότια Κορέα, από την πλευρά της, δεν μοιάζει ικανή να ελέγξει ή να διαχειριστεί τα γεγονότα. Η Ιαπωνία κρύβεται πίσω από τις αμερικανικής κατασκευής αντιπυραυλικές συστοιχίες. Η Ρωσία έχει περιοριστεί στο ρόλο του παρατηρητή, μην μπορώντας να κατανοήσει το βορειοκορεατικό «αίνιγμα».
Στην πραγματικότητα, η Βόρεια Κορέα δεν αποτελεί και τόσο μεγάλο αίνιγμα. Εδώ και χρόνια ζητά μερικά πράγματα που ο Νότος και οι δυτικές δυνάμεις μπορούν να της προσφέρουν. Το πρώτο είναι σεβασμός. Το δεύτερο είναι μια ειρηνευτική συνθήκη που θα τερματίζει επισήμως τον κορεατικό πόλεμο και θα διασφαλίζει την εθνική της κυριαρχία. Το τρίτο είναι το τέλος των κυρώσεων και της διεθνούς απομόνωσης. Το τέταρτο είναι τρόφιμα, βοήθεια, ηλεκτροδότηση, επενδύσεις, εμπόριο. Και το πέμπτο είναι στήριξη της ανέλιξης στην ηγεσία του Κιμ Γιονγκ-ουν.
Και τι θα προσφέρει ο Βορράς σε αντάλλαγμα; Την εγκατάλειψη της κούρσας των πυρηνικών όπλων (όπως παραλίγο να συμβεί το 2007), την εξομάλυνση των σχέσεων και το άνοιγμα μιας τεράστιας αγοράς για τις κινεζικές και νοτιοκορεατικές επιχειρήσεις.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από Reuters, ΑΠΕ- ΜΠΕ (24/11/2010)