Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

Υγεία και κρίση

  
Ο φόβος για το αύριο και η αβεβαιότητα που δημιουργούν το κλείσιμο επιχειρήσεων, η αύξηση της ανεργίας, η αδυναμία πληρωμών, δοκιμάζει σημαντικά τους δείκτες υγείας των περισσοτέρων ανθρώπων.

Η διαπίστωση αυτή έχει διπλή ανάγνωση, λένε οι επιστήμονες, καθώς τονίζουν ότι από τη μία αφορά το πρακτικό μέρος που έχει να κάνει με την αδυναμία των ανθρώπων να πληρώσουν την ιδιωτική υγεία και από την άλλη με την πραγματική αύξηση των νέων περιστατικών που σχετίζονται με τη βιολογική υγεία των ανθρώπων.

Οι ειδικοί που ασχολούνται με την επιδημιολογία έχουν παρατηρήσει ότι η οικονομική κρίση σχετίζεται τόσο με αυξημένα περιστατικά ψυχοπαθολογίας, όπως η αγχώδης διαταραχή και η κατάθλιψη, όσο και με σωματικές επιπτώσεις όπως αύξηση των αυτοκτονιών, του εμφράγματος του μυοκαρδίου.

Παλαιότερες μελέτες έχουν συνδέσει την ανεργία σε ποσοστό 20-25% με τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα των πληθυσμών οι οποίοι πλήττονται. Με δεδομένο ότι στις μέρες μας ένας στους δύο εργαζόμενους αισθάνεται ανασφάλεια, είναι λογικό, λένε οι ειδικοί, να έχουν αυξηθεί σε 2.000 τα περιστατικά που προστρέχουν σε μια εφημερία ενός μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας από 1.500 που ήταν στο τέλος του 2009.

Ο καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής Ιωάννης Τούντας, εξηγεί ότι οι ομάδες που πλήττονται κυρίως από την κρίση, βρίσκονται στα κατώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, ή απειλούνται με την απώλεια της εργασίας τους.

Η υγεία των πιο φτωχών πλήττεται περισσότερο, καθώς έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να φτάσουν ακόμη και στις δημόσιες υπηρεσίες Υγείας. Εκτιμήσεις αναφέρουν ότι ήδη παρατηρείται μια πτώση που αγγίζει υψηλά ποσοστά σε σχέση με τους ανθρώπους που καταφεύγουν σε ιδιωτικούς φορείς υγείας, ακόμη και για επεμβάσεις που χαρακτηρίζονται επείγουσες.
Ο κ. Τούντας εξηγεί ότι η νοσηρότητα έχει να κάνει κυρίως με τα καρδιαγγειακά νοσήματα αλλά και αυτά που ονομάζουμε ψυχοσωματικά όπως η δερματίτιδα, το έλκος, η ελκώδης κολίτιδα, κ.α.
Γενικότερα επισημαίνει, ότι οι δείκτες υγείας σε μια οικονομική κρίση αντί να βελτιώνονται χειροτερεύουν, καθώς το στρες που είναι το κύριο αποτέλεσμα μιας τέτοιας κρίσης, οδηγεί από μόνο του σε μια "ανθυγιεινή" συμπεριφορά, η οποία σχετίζεται με πολύ και πρόχειρο φαγητό, διαταραχές του ύπνου, αλλά και χρήση ουσιών όπως το αλκοόλ.

Οι επιστήμονες τονίζουν με έμφαση ότι οι κακοί οικονομικοί δείκτες βρίσκονται σε αναλογία με την κακή υγεία, γι' αυτό επισημαίνουν ότι η φτώχεια διεθνώς είναι η πρώτη αιτία θανάτου και νοσηρότητας των πληθυσμών.

Οσον αφορά την ψυχική σφαίρα, το άγχος και η κατάθλιψη είναι οι βασικές επιπτώσεις που διαφαίνονται και στη χώρα μας, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.

Τίποτα δεν είναι τυχαίο επισημαίνει ο αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής Π. Σακάς, ο οποίος θυμίζει την αύξηση της κατάθλιψης, η οποία καταγράφηκε στη Μεγάλη Βρετανία, όταν η Μάργκαρετ Θάτσερ αποκρατικοποίησε πολλούς οργανισμούς. Τότε, με την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, αυξήθηκαν και τα ποσοστά κατάθλιψης, όπως παρατηρήθηκε αργότερα.

Ο κ. Σακάς επισημαίνει ότι σε όλη αυτή την ιστορία υπάρχουν αισιόδοξες πλευρές. Στην αρχή της κρίσης η εικόνα είναι απογοητευτική και οι άνθρωποι σοκάρονται. Οταν, όμως, η κρίση γενικευθεί τα προβλήματα του στρες και της κατάθλιψης δείχνουν να μειώνονται και αναφέρει ως παράδειγμα αυτό που συμβαίνει στον πόλεμο, στον οποίο συνήθως δεν παρατηρείται κατάθλιψη, καθώς υπερτερεί το αίσθημα της επιβίωσης.

Οπως εξηγεί, η απόλυση ενός εργαζόμενου υπό καλές οικονομικές συνθήκες τον βάζει να διερωτάται γιατί συνέβη σ' αυτόν. Η απόλυσή του όμως, κάτω από μια γενικευμένη κρίση όπου χιλιάδες άνθρωποι χάνουν τη δουλειά τους, τον κάνει να πιστεύει ότι είναι ένα συνολικό πρόβλημα, το οποίο θα πρέπει να βρει δυνάμεις για να αντιμετωπίσει.

Η συμβουλή των ψυχιάτρων στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η οικονομική κρίση είναι γενικευμένη, είναι ότι όλοι μας θα πρέπει να αντιληφθούμε πως πρόκειται για μια γενική κατάσταση και να μην την προσλαμβάνουμε ως προσωπική αποτυχία. Οι άνθρωποι θα πρέπει να ζουν με την πεποίθηση ότι αυτό θα περάσει μετά από δύο ή τρία χρόνια, τονίζει ο κ. Σακάς.

Ενας άλλος τομέας που σχετίζεται άμεσα με την υγεία και δείχνει να πλήττεται από την οικονομική κρίση, είναι η σεξουαλική ζωή και οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Τα οικονομικά προβλήματα αμβλύνουν τις σχέσεις και δημιουργούν περισσότερα προσωπικά προβλήματα, διογκώνουν τις αδυναμίες των ανθρώπων και έτσι οι σχέσεις δεν έχουν τα απαραίτητα θεμέλια για να αντέξουν, εξηγούν οι ψυχολόγοι.

Πρόσφατη έρευνα της εταιρίας μελέτης ανθρώπινης σεξουαλικότητας παρατηρεί (μετά από χρήση ερωτηματολογίου) κατακόρυφη μείωση των σεξουαλικών επαφών από την έναρξη της κρίσης και μετά. Ελάχιστοι, πλέον, είναι οι άνθρωποι που θεωρούν τη σεξουαλική τους ζωή τόσο σημαντική, όσο πριν από την κρίση. Είναι εντυπωσιακό ότι το 42% θεωρεί προτεραιότητα την οικονομική του κατάσταση, το 31% τη συναισθηματική του ισορροπία και μόλις το 16% το σεξ.

Εξι στους δέκα ανθρώπους δηλώνουν ότι κύριος παράγοντας που βλάπτει το σεξ σε ποσοστό 41% είναι τα οικονομικά και 21% το εργασιακό άγχος. Η υπεύθυνη της μελέτης ψυχοθεραπεύτρια-σεξολόγος Ιωάννα Ελευθερίου, επισημαίνει ότι πρώτοι πλήττονται οι ελεύθεροι επαγγελματίες σε ποσοστό 40%, σε 38% οι επιστήμονες, 28% οι εργάτες, 13% οι ιδιωτικοί υπάλληλοι και 5% οι τεχνίτες.

Εξάλλου, από τη μελέτη προκύπτει ότι τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται περισσότερο όσον αφορά τη σεξουαλική ζωή, είναι τα μεσαία, καθώς σε ποσοστό 55% δηλώνουν ότι η οικονομική κρίση έχει περάσει δυσμενώς στη σεξουαλική τους λειτουργία και επιθυμία. Αντίστοιχα, τα ποσοστά στα χαμηλά στρώματα είναι 23% και 22% στα ανώτερα. 

Η κ. Ελευθερίου, τονίζει ότι όσο και να θέλουμε να αφήσουμε έξω από το σπίτι, την οικογένεια ή τη σχέση ό,τι συμβαίνει στη δουλειά μας αλλά και τη γενικότερη οικονομική συγκυρία, αυτό μοιάζει να μην είναι εφικτό. Η ανασφάλεια για το μέλλον το δικό μας, αλλά και των παιδιών μας, μας αναγκάζει να παραγκωνίζουμε το σεξ και να το βγάζουμε από προτεραιότητα στη φάση αυτή, καταλήγει.


ΑΠΕ