Ένα από τα μείζονα θέματα για τα οποία θα λάβουν οριστικές αποφάσεις οι 28 ηγέτες του ΝΑΤΟ στη σύνοδο της Λισαβόνας που θα πραγματοποιηθεί στις 19-20 Νοεμβρίου, είναι και η αντιπυραυλική ομπρέλλα στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Για το ζήτημα αυτό, τον τελευταίο χρόνο έγινε μια καλή προεργασία τόσο σε Νατοϊκό όσο και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, κυρίως για να καμφθούν οι αντιρρήσεις της Ρωσίας, η οποία τελικά φαίνεται ότι πείσθηκε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα, γι αυτό άλλωστε και ο πρόεδρος Μεντβέντεφ θα παραστεί στη σύνοδο της Λισαβόνας.Το σχέδιο αντιπυραυλικής προστασίας, αφορά την αναχαίτηση βαλλιστικών πυραύλων που θα εκτοξεύονται από τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν με προορισμό στρατιωτικές εγκαταστάσεις ή και αστικές περιοχές στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Κρίθηκε δε αναγκαίο να γίνει αυτό, ύστερα από τις εκτιμήσεις των αρμοδίων, ότι, παρά τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας, είναι περίπου αδύνατη η παρεμπόδιση των δύο αυτών χωρών στο να αναπτύξουν τα πυραυλικά και πυρηνικά τους προγράμματα.
Σύμφωνα δε με σχετικές πληροφορίες, το πρόγραμμα αντιπυραυλικής προστασίας θα στηριχθεί στα υπάρχοντα αντιπυραυλικά συστήματα που έχουν οι Ευρωπαϊκές χώρες (πύραυλοι Πάτριοτ, SM-2, S-300, BUK, κλπ), τα οποία όμως θα διασυνδεθούν με ένα αυτοματοποιημένο Κέντρο Συντονισμού Αεράμυνας, το οποίο μέσω ενός πλέγματος δορυφόρων και επίγειων ραντάρ, θα προβαίνει σε όλες τις διαδικασίες έγκαιρης προειδοποίησης, κατανομής στόχων και εντολών προσβολής.
Πως όμως συνδέεται η Κύπρος με όλα αυτά; Η Κύπρος συνδέεται άμεσα και ίσως πολύ περισσότερο από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, αφού στη Κύπρο σταθμεύουν οι Βρετανικές Βάσεις με τεράστια σημασία για τα Νατοϊκά και Βρετανικά συμφέροντα, όπως άλλωστε αναφέρεται και στο νέο Βρετανικό Αμυντικό Δόγμα που κοινοποιήθηκε πρόσφατα. Κατά συνέπεια, ένας από τους πιθανούς Νατοϊκούς στόχους που θα πληγούν από πυραυλικές επιθέσεις, θα είναι και οι Βρεττανικές Βάσεις στην Κύπρο. Με δεδομένο δε ότι οι βαλλιστικοί πύραυλοι – σε αντίθεση με τους κρούζ – δεν έχουν μεγάλη ακρίβεια, είναι φανερό ότι ακόμα και αν φέρουν συμβατική κεφαλή, η ευρύτερη περιοχή πέριξ των Βάσεων κινδυνεύει άμεσα. Βέβαια, στη περίπτωση που οι πύραυλοι είναι εξοπλισμένοι με πυρηνική ή χημική κεφαλή, οι καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρη τη Κύπρο είναι προφανείς. Με βάση λοιπόν την απόφαση που θα ληφθεί στη Λισαβόνα, εκτιμούμε ότι μια από τις πρώτες περιοχές που θα προστατευθούν από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, θα είναι οι Βρετανικές Βάσεις στη Κύπρο. Και αυτό θα γίνει με αντιπυραυλικά συστήματα που θα μεταφερθούν μυστικά και θα εγκατασταθούν στις Βάσεις, χωρίς ποτέ να πληροφορηθεί η Κυπριακή κυβέρνηση και ο λαός οτιδήποτε, όπως δεν πληροφορήθηκε ποτέ αν υπάρχουν στις Βάσεις πυρηνικά όπλα ή όχι.
Πως μπορεί η Κύπρος να διαχειρισθεί επ ωφελεία της το ζήτημα αυτό, μια και δεν μπορεί να το αποτρέψει; Η Κύπρος και γεωγραφικά και πολιτικά ανήκει στην Ευρώπη και κατά συνέπεια δεν μπορεί –ακόμα και αν το ήθελε – να μείνει έξω από την αντιπυραυλική ομπρέλλα. Το πρόβλημα είναι, αν η παρούσα κυβέρνηση θελήσει να αδράξει την ευκαιρία και να ενεργήσει ως κυρίαρχο κράτος εξυπηρετώντας τα εθνικά της συμφέροντα, ή θα παραμείνει στο έλεος των Βρετανών σαν κράτος μειωμένης κυριαρχίας. Και τούτο, γιατί η Κύπρος διαθέτει υπερσύγχρονα αντιπυραυλικά συστήματα – με προορισμό την αναχαίτηση της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας- τα οποία μπορεί να εντάξει στο σχέδιο της αντιπυραυλικής άμυνας της Ευρώπης, αποτρέποντας αφενός την εγκατάσταση πρόσθετων συστημάτων στις Βάσεις και αφετέρου παίρνοντας σημαντικά πολιτικά και στρατιωτικά ανταλλάγματα. Αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι τα συστήματα αυτά δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που αγοράσθηκαν. Εκείνο που θα γίνει, θα είναι απλά η διασύνδεση των Κυπριακών συστήματων με το Ευρωνατοϊκό κέντρο συντονισμού. Βέβαια, μια τέτοια απόφαση για συμμετοχή της Κύπρου στην αντιπυραυλική Ευρωπαϊκή ομπρέλλα, προϋποθέτει διασύνδεση της Κύπρου με το ΝΑΤΟ, είτε με ένταξη της στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη είτε με την υπογραφή συνθήκης ασφάλειας με το ΝΑΤΟ, κάτι που η παρούσα κυβέρνηση απορρίπτει κατηγορηματικά. Όμως οι καιροί ου μενετοί. Το δίλημμα για τη κυβέρνηση Χριστόφια, είναι απλό. Ή αφήνει την ασφάλεια – και κυριαρχία – της Κύπρου στο έλεος των Βρετανών και του ΝΑΤΟ, ή αδράττει την ευκαιρία και εξυπηρετεί τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της Κύπρου με την ενίσχυση της κρατικής οντότητας και κυριαρχίας και ταύτιση των συμφερόντων της με αυτά των ισχυρών της γης. Η εκτίμησή μας είναι ότι θα ισχύσει το πρώτο, αν κρίνουμε και από τη μέχρι τώρα στάση του προέδρου απέναντι στους Βρετανούς (μνημόνιο Χριστόφια – Γκόρντον Μπράουν 2008, πρόσφατες δηλώσεις προέδρου περί επίλυσης προβλήματος των Βάσεων από τα εγγόνια μας, κλπ). Οψόμεθα.
Πως όμως συνδέεται η Κύπρος με όλα αυτά; Η Κύπρος συνδέεται άμεσα και ίσως πολύ περισσότερο από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, αφού στη Κύπρο σταθμεύουν οι Βρετανικές Βάσεις με τεράστια σημασία για τα Νατοϊκά και Βρετανικά συμφέροντα, όπως άλλωστε αναφέρεται και στο νέο Βρετανικό Αμυντικό Δόγμα που κοινοποιήθηκε πρόσφατα. Κατά συνέπεια, ένας από τους πιθανούς Νατοϊκούς στόχους που θα πληγούν από πυραυλικές επιθέσεις, θα είναι και οι Βρεττανικές Βάσεις στην Κύπρο. Με δεδομένο δε ότι οι βαλλιστικοί πύραυλοι – σε αντίθεση με τους κρούζ – δεν έχουν μεγάλη ακρίβεια, είναι φανερό ότι ακόμα και αν φέρουν συμβατική κεφαλή, η ευρύτερη περιοχή πέριξ των Βάσεων κινδυνεύει άμεσα. Βέβαια, στη περίπτωση που οι πύραυλοι είναι εξοπλισμένοι με πυρηνική ή χημική κεφαλή, οι καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρη τη Κύπρο είναι προφανείς. Με βάση λοιπόν την απόφαση που θα ληφθεί στη Λισαβόνα, εκτιμούμε ότι μια από τις πρώτες περιοχές που θα προστατευθούν από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, θα είναι οι Βρετανικές Βάσεις στη Κύπρο. Και αυτό θα γίνει με αντιπυραυλικά συστήματα που θα μεταφερθούν μυστικά και θα εγκατασταθούν στις Βάσεις, χωρίς ποτέ να πληροφορηθεί η Κυπριακή κυβέρνηση και ο λαός οτιδήποτε, όπως δεν πληροφορήθηκε ποτέ αν υπάρχουν στις Βάσεις πυρηνικά όπλα ή όχι.
Πως μπορεί η Κύπρος να διαχειρισθεί επ ωφελεία της το ζήτημα αυτό, μια και δεν μπορεί να το αποτρέψει; Η Κύπρος και γεωγραφικά και πολιτικά ανήκει στην Ευρώπη και κατά συνέπεια δεν μπορεί –ακόμα και αν το ήθελε – να μείνει έξω από την αντιπυραυλική ομπρέλλα. Το πρόβλημα είναι, αν η παρούσα κυβέρνηση θελήσει να αδράξει την ευκαιρία και να ενεργήσει ως κυρίαρχο κράτος εξυπηρετώντας τα εθνικά της συμφέροντα, ή θα παραμείνει στο έλεος των Βρετανών σαν κράτος μειωμένης κυριαρχίας. Και τούτο, γιατί η Κύπρος διαθέτει υπερσύγχρονα αντιπυραυλικά συστήματα – με προορισμό την αναχαίτηση της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας- τα οποία μπορεί να εντάξει στο σχέδιο της αντιπυραυλικής άμυνας της Ευρώπης, αποτρέποντας αφενός την εγκατάσταση πρόσθετων συστημάτων στις Βάσεις και αφετέρου παίρνοντας σημαντικά πολιτικά και στρατιωτικά ανταλλάγματα. Αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι τα συστήματα αυτά δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που αγοράσθηκαν. Εκείνο που θα γίνει, θα είναι απλά η διασύνδεση των Κυπριακών συστήματων με το Ευρωνατοϊκό κέντρο συντονισμού. Βέβαια, μια τέτοια απόφαση για συμμετοχή της Κύπρου στην αντιπυραυλική Ευρωπαϊκή ομπρέλλα, προϋποθέτει διασύνδεση της Κύπρου με το ΝΑΤΟ, είτε με ένταξη της στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη είτε με την υπογραφή συνθήκης ασφάλειας με το ΝΑΤΟ, κάτι που η παρούσα κυβέρνηση απορρίπτει κατηγορηματικά. Όμως οι καιροί ου μενετοί. Το δίλημμα για τη κυβέρνηση Χριστόφια, είναι απλό. Ή αφήνει την ασφάλεια – και κυριαρχία – της Κύπρου στο έλεος των Βρετανών και του ΝΑΤΟ, ή αδράττει την ευκαιρία και εξυπηρετεί τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της Κύπρου με την ενίσχυση της κρατικής οντότητας και κυριαρχίας και ταύτιση των συμφερόντων της με αυτά των ισχυρών της γης. Η εκτίμησή μας είναι ότι θα ισχύσει το πρώτο, αν κρίνουμε και από τη μέχρι τώρα στάση του προέδρου απέναντι στους Βρετανούς (μνημόνιο Χριστόφια – Γκόρντον Μπράουν 2008, πρόσφατες δηλώσεις προέδρου περί επίλυσης προβλήματος των Βάσεων από τα εγγόνια μας, κλπ). Οψόμεθα.
Υποστράτηγος ε.α. Ανδρέας Πενταράς