Αυξήθηκαν 44% οι πτωχεύσεις και καθυστερήσεις πληρωμών μεταξύ Ιουλίου 2009 - Ιουνίου 2010
Καλύτερα να δανείσεις σήμερα τον ηλεκτρολόγο ή το συνεργείο της γειτονιάς σου, παρά ένα γυμναστήριο ή ένα ξενοδοχείο. Η κρίση και η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά έχουν αυξήσει κατά 44% τις πτωχεύσεις και τις καθυστερήσεις πληρωμών σε όλους σχεδόν τους κλάδους, φέρνοντας ταυτόχρονα σε δυσχερή θέση άλλοτε μεγάλους ομίλους και εταιρείες με υψηλό τζίρο.
Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από τη σύγκριση της πιστοληπτικής ικανότητας ή του ποσοστού ασυνέπειας 213.892 ελληνικών επιχειρήσεων το διάστημα Ιουλίου 2009 - Ιουνίου 2010, σε σύγκριση με την περίοδο 2003 - 2009 από την ICAP. Από 3,56% το ποσοστό ασυνέπειας για το σύνολο των επιχειρήσεων αυξήθηκε στο πρώτο εξάμηνο του έτους στο 5,12%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι περίπου 11.000 επιχειρήσεις βρίσκονται σήμερα στο «κόκκινο».
Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκε ο εμπορικός τομέας, όπου το ποσοστό ασυνέπειας ανήλθε στο 4,78%, έναντι 3,08% την περίοδο 2003-2009. Αντιθέτως, τη μεγαλύτερη ανθεκτικότητα μέχρι στιγμής έχει επιδείξει ο τομέας των υπηρεσιών. Στη βιομηχανία οι πτωχεύσεις και οι καθυστερήσεις πληρωμών έφτασαν το 6,37%, έναντι 4,66%.
Η βιομηχανία
Στον βιομηχανικό κλάδο, οι πιο συνεπείς επιχειρήσεις βρίσκονται στον τομέα της κατασκευής μηχανοκίνητων οχημάτων, ρυμουλκούμενων και ημιρυμουλκώμενων οχημάτων, ενώ οι πιο ασυνεπείς στην κατασκευή εξοπλισμού μεταφορών. Υψηλό ποσοστό ασυνέπειας, επίσης, παρουσιάζουν οι εταιρείες παραγωγής μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων, εκτυπώσεων και αναπαραγωγής προεγγεγραμμένων μέσων, κατασκευής επίπλων, ειδών ένδυσης και αλιείας - υδατοκαλλιέργειας.
Στον κλάδο του εμπορίου, οι πιο συνεπείς επιχειρήσεις εντοπίζονται στα συνεργεία (χονδρικό και λιανικό εμπόριο - επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών), ενώ οι πιο ασυνεπείς σε όλους τους υπόλοιπους κλάδους του χονδρικού και λιανικού εμπορίου.
Στον τομέα των υπηρεσιών, οι πιο συνεπείς επιχειρήσεις είναι αυτές που ασχολούνται με την επισκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών και ειδών ατομικής ή οικιακής χρήσης, ενώ οι πιο ασυνεπείς αυτές του κλάδου των αθλητικών δραστηριοτήτων και της διασκέδασης. Επίσης, υψηλά ποσοστά ασυνέπειας εμφανίζουν οι επιχειρήσεις παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών - βίντερο και τηλεόρασης, του προγραμματισμού και των ραδιοτηλεοπτικών, των εκδοτικών δραστηριοτήτων, των αεροπορικών και πλωτών μεταφορών.
Σύμφωνα με τον κ. κ. Νικήτα Κωνσταντέλλο, διευθύνοντα σύμβουλο του ομίλου ICAP, «οι λόγοι επιδείνωσης της κατάστασης στις επιχειρήσεις περιλαμβάνουν την έλλειψη ρευστότητας, τη δυσκολία δανεισμού, την πτώση ζήτησης και συνολικής κατανάλωσης στο εσωτερικό και εξωτερικό, το περίπλοκο ρυθμιστικό και κανονιστικό πλαίσιο, την εκροή κεφαλαίων προς χώρες με χαμηλότερο κόστος εργασίας και ευνοϊκότερο επιχειρηματικό περιβάλλον και την αδυναμία πρόσβασης στις διεθνείς αγορές».
Ωστόσο, δηλώνει αισιόδοξος αρκεί να λάβει την πρωτοβουλία ο ιδιωτικός τομέας. «Παρά ταύτα, πιστεύουμε ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα πραγματοποιηθεί κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα. Για τον λόγο αυτόν θα συνιστούσαμε στους Ελληνες επιχειρηματίες και στα ανώτατα στελέχη που διοικούν επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από το πόσο γρήγορα και αποτελεσματικά κινηθεί η πολιτεία, να πάρουν πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη των εταιρειών. Και η παραίνεση αυτή δεν αποτελεί ευχολόγιο αλλά δύναται να υλοποιηθεί εφόσον οι εταιρείες ακολουθήσουν αναπτυξιακή στρατηγική με τη λήψη όμως μόνον υπολογισμένων και διαχειρίσιμων κινδύνων, με έμφαση στην αποτελεσματική διαχείριση των ταμειακών ροών, την προσεκτική ανάλυση των συνεργασιών συνυπολογίζοντας τον κίνδυνο εμφάνισης ασυνέπειας και, βέβαια, την καλύτερη διαχείριση του κόστους λειτουργίας επανεξετάζοντας όλες τις δαπάνες από μηδενική βάση», σημειώνει.
«Τα συμπεράσματα από τη συγκεκριμένη μελέτη της ICAP είναι αποκαλυπτικά», δηλώνει ο κ. Κωνσταντέλος και προσθέτει: «Εάν μάλιστα συνυπολογίσουμε και τα στοιχεία από πρόσφατη ανάλυση που κάναμε σε ισολογισμούς 2009 30.000 επιχειρήσεων, όπου συνολικά μειώθηκαν οι πωλήσεις κατά 11% και τα κέρδη προ φόρων κατά 26% σε σύγκριση με το 2008, καθώς και ανάλυση των ισολογισμών εξαμήνου των εισηγμένων εταιρειών από τα οποία διαφαίνεται ότι για πρώτη φορά οι ζημιογόνες εταιρείες ξεπέρασαν τις κερδοφόρες (55% έναντι 45%), τότε αντιλαμβανόμαστε πραγματικά το μέγεθος της κρίσης στο επιχειρηματικό γίγνεσθαι».
Από την περαιτέρω εξέταση των στοιχείων της μελέτης παρατηρούμε ότι για τη διάρκεια της περιόδου 1/7/2009 - 30/6/2010 το 26,25% των εταιρειών επιδείνωσε την πιστοληπτική ικανότητά του, έναντι του 12,59% που την αύξησε. Η σχέση είναι 2,08 προς 1 και σημαίνει ότι για κάθε μία επιχείρηση που η πιστοληπτική της ικανότητα αναβαθμίστηκε αντιστοιχούν 2,08 επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε.
Ο «θάνατος» του εμποράκου
Εξετάζοντας τα στοιχεία της μελέτης της ICAP, παρατηρούμε ότι οι επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε υπερτερούν έναντι εκείνων των οποίων βελτιώθηκε και σε όλους τους επιμέρους κλάδους δραστηριότητας. Αυτό διαπιστώνεται κυρίως στο εμπόριο και τη βιομηχανία. Το ποσοστό των βιομηχανικών επιχειρήσεων που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 24,24% έναντι του 13,03% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 23,2%.
Το ποσοστό των εμπορικών επιχειρήσεων που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 29,05% έναντι του 11,80% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 28,1%.
Τέλος, το ποσοστό των επιχειρήσεων του τομέα των υπηρεσιών που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 24,01% έναντι του 13,46% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή μια αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 23,0%.
Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από τη σύγκριση της πιστοληπτικής ικανότητας ή του ποσοστού ασυνέπειας 213.892 ελληνικών επιχειρήσεων το διάστημα Ιουλίου 2009 - Ιουνίου 2010, σε σύγκριση με την περίοδο 2003 - 2009 από την ICAP. Από 3,56% το ποσοστό ασυνέπειας για το σύνολο των επιχειρήσεων αυξήθηκε στο πρώτο εξάμηνο του έτους στο 5,12%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι περίπου 11.000 επιχειρήσεις βρίσκονται σήμερα στο «κόκκινο».
Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκε ο εμπορικός τομέας, όπου το ποσοστό ασυνέπειας ανήλθε στο 4,78%, έναντι 3,08% την περίοδο 2003-2009. Αντιθέτως, τη μεγαλύτερη ανθεκτικότητα μέχρι στιγμής έχει επιδείξει ο τομέας των υπηρεσιών. Στη βιομηχανία οι πτωχεύσεις και οι καθυστερήσεις πληρωμών έφτασαν το 6,37%, έναντι 4,66%.
Η βιομηχανία
Στον βιομηχανικό κλάδο, οι πιο συνεπείς επιχειρήσεις βρίσκονται στον τομέα της κατασκευής μηχανοκίνητων οχημάτων, ρυμουλκούμενων και ημιρυμουλκώμενων οχημάτων, ενώ οι πιο ασυνεπείς στην κατασκευή εξοπλισμού μεταφορών. Υψηλό ποσοστό ασυνέπειας, επίσης, παρουσιάζουν οι εταιρείες παραγωγής μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων, εκτυπώσεων και αναπαραγωγής προεγγεγραμμένων μέσων, κατασκευής επίπλων, ειδών ένδυσης και αλιείας - υδατοκαλλιέργειας.
Στον κλάδο του εμπορίου, οι πιο συνεπείς επιχειρήσεις εντοπίζονται στα συνεργεία (χονδρικό και λιανικό εμπόριο - επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών), ενώ οι πιο ασυνεπείς σε όλους τους υπόλοιπους κλάδους του χονδρικού και λιανικού εμπορίου.
Στον τομέα των υπηρεσιών, οι πιο συνεπείς επιχειρήσεις είναι αυτές που ασχολούνται με την επισκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών και ειδών ατομικής ή οικιακής χρήσης, ενώ οι πιο ασυνεπείς αυτές του κλάδου των αθλητικών δραστηριοτήτων και της διασκέδασης. Επίσης, υψηλά ποσοστά ασυνέπειας εμφανίζουν οι επιχειρήσεις παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών - βίντερο και τηλεόρασης, του προγραμματισμού και των ραδιοτηλεοπτικών, των εκδοτικών δραστηριοτήτων, των αεροπορικών και πλωτών μεταφορών.
Σύμφωνα με τον κ. κ. Νικήτα Κωνσταντέλλο, διευθύνοντα σύμβουλο του ομίλου ICAP, «οι λόγοι επιδείνωσης της κατάστασης στις επιχειρήσεις περιλαμβάνουν την έλλειψη ρευστότητας, τη δυσκολία δανεισμού, την πτώση ζήτησης και συνολικής κατανάλωσης στο εσωτερικό και εξωτερικό, το περίπλοκο ρυθμιστικό και κανονιστικό πλαίσιο, την εκροή κεφαλαίων προς χώρες με χαμηλότερο κόστος εργασίας και ευνοϊκότερο επιχειρηματικό περιβάλλον και την αδυναμία πρόσβασης στις διεθνείς αγορές».
Ωστόσο, δηλώνει αισιόδοξος αρκεί να λάβει την πρωτοβουλία ο ιδιωτικός τομέας. «Παρά ταύτα, πιστεύουμε ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα πραγματοποιηθεί κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα. Για τον λόγο αυτόν θα συνιστούσαμε στους Ελληνες επιχειρηματίες και στα ανώτατα στελέχη που διοικούν επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από το πόσο γρήγορα και αποτελεσματικά κινηθεί η πολιτεία, να πάρουν πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη των εταιρειών. Και η παραίνεση αυτή δεν αποτελεί ευχολόγιο αλλά δύναται να υλοποιηθεί εφόσον οι εταιρείες ακολουθήσουν αναπτυξιακή στρατηγική με τη λήψη όμως μόνον υπολογισμένων και διαχειρίσιμων κινδύνων, με έμφαση στην αποτελεσματική διαχείριση των ταμειακών ροών, την προσεκτική ανάλυση των συνεργασιών συνυπολογίζοντας τον κίνδυνο εμφάνισης ασυνέπειας και, βέβαια, την καλύτερη διαχείριση του κόστους λειτουργίας επανεξετάζοντας όλες τις δαπάνες από μηδενική βάση», σημειώνει.
«Τα συμπεράσματα από τη συγκεκριμένη μελέτη της ICAP είναι αποκαλυπτικά», δηλώνει ο κ. Κωνσταντέλος και προσθέτει: «Εάν μάλιστα συνυπολογίσουμε και τα στοιχεία από πρόσφατη ανάλυση που κάναμε σε ισολογισμούς 2009 30.000 επιχειρήσεων, όπου συνολικά μειώθηκαν οι πωλήσεις κατά 11% και τα κέρδη προ φόρων κατά 26% σε σύγκριση με το 2008, καθώς και ανάλυση των ισολογισμών εξαμήνου των εισηγμένων εταιρειών από τα οποία διαφαίνεται ότι για πρώτη φορά οι ζημιογόνες εταιρείες ξεπέρασαν τις κερδοφόρες (55% έναντι 45%), τότε αντιλαμβανόμαστε πραγματικά το μέγεθος της κρίσης στο επιχειρηματικό γίγνεσθαι».
Από την περαιτέρω εξέταση των στοιχείων της μελέτης παρατηρούμε ότι για τη διάρκεια της περιόδου 1/7/2009 - 30/6/2010 το 26,25% των εταιρειών επιδείνωσε την πιστοληπτική ικανότητά του, έναντι του 12,59% που την αύξησε. Η σχέση είναι 2,08 προς 1 και σημαίνει ότι για κάθε μία επιχείρηση που η πιστοληπτική της ικανότητα αναβαθμίστηκε αντιστοιχούν 2,08 επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε.
Ο «θάνατος» του εμποράκου
Εξετάζοντας τα στοιχεία της μελέτης της ICAP, παρατηρούμε ότι οι επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε υπερτερούν έναντι εκείνων των οποίων βελτιώθηκε και σε όλους τους επιμέρους κλάδους δραστηριότητας. Αυτό διαπιστώνεται κυρίως στο εμπόριο και τη βιομηχανία. Το ποσοστό των βιομηχανικών επιχειρήσεων που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 24,24% έναντι του 13,03% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 23,2%.
Το ποσοστό των εμπορικών επιχειρήσεων που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 29,05% έναντι του 11,80% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 28,1%.
Τέλος, το ποσοστό των επιχειρήσεων του τομέα των υπηρεσιών που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 24,01% έναντι του 13,46% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή μια αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 23,0%.
ΣΚΑΙ