Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

Πώς μπορεί η Ελλάδα να βρει διέξοδο και να βγει από την κρίση!

http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/1/15/Ancient_Greek_Colonies_of_N_Black_Sea.png

ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ - ΔΙΑΛΕΞΗ ΣΑΒΒΑ ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗ
 

Θέμα: «Οι όψεις της σημερινής πραγματικότητας από εθνολογική και γεωπολιτική άποψη στα παράλια του Πόντου"
Μερικές μόνο από τις ελληνικές πόλεις του βορείου Ευξείνου Πόντου

ΔΕΥΤΕΡΑ 1 ΜΑΡΤΙΟΥ 2010 

Κα ΦΟΥΦΑ:
 

Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας και καλό μήνα.
 

Η οργανωτική επιτροπή του Ανοικτού Λαϊκού Πανεπιστημίου του Δήμου Ασπροπύργου σας καλωσορίζει και σήμερα στο Φροντιστήριο του Ασπρόπυργου εδώ στην Κορυτσά, με ομιλητή τον γνωστό σε όλους μας Αντισυνταγματάρχη Τεθωρακισμένων εν αποστρατεία, ειδικό αναλυτή και συγγραφέα ο οποίος μας τιμά με την παρουσία του για δεύτερη φορά στο βήμα των διαλέξεων του καθιερωμένου θεσμού μας, τον κύριο Σάββα Καλεντερίδη, ο οποίος θα μας αναπτύξει το θέμα: «Οι όψεις της σημερινής πραγματικότητας από εθνολογική και γεωπολιτική άποψη στα παράλια του Πόντου».
Πριν καλέσω τον Δήμαρχο να καλωσορίσει τον κύριο Καλεντερίδη, να καλωσορίσουμε τον κύριο Τερζή Αναστάσιο, πρώην Δήμαρχο στο Αιγίνειο Πιερίας, που βρίσκεται μαζί μας.

ΔΗΜΑΡΧΟΣ:
 

Καλησπέρα σας. Αξιότιμε, κύριε Σάββα Καλεντερίδη, καλώς ορίσατε στο φροντιστήριό μας.
Κύριε Δήμαρχε, κύριε Πρόεδρε των Ακριτών του Συλλόγου Ακρίτες του Πόντου, κυρίες και κύριοι Δημοτικοί Σύμβουλοι, κύριοι Αντιδήμαρχοι, κύριε Αντιπρόεδρε του Πνευματικού Κέντρου, κύριε Επίτιμε Πρόεδρε, κύριε Πρόεδρε του Συλλόγου Ηπειρωτών, αγαπητά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Πνευματικού μας Κέντρου, φίλες και φίλοι, Έλληνες του Πόντου.
Σε μία στιγμή που η χώρα μας πορεύεται σε συνθήκες εθνικής κατάθλιψης με στόχο να αντιμετωπίσει τα αδιέξοδα της ελληνικής οικονομίας, επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι η αποψινή διάλεξη έρχεται να φωτίσει μία από τις πιο επικίνδυνες παραμέτρους της κρίσης που βιώνουμε.
Σε κατάσταση απόλυτης σύγχυσης ίσως να μην έχουμε προσέξει ούτε την υπόθεση ΕΡΓΕΝΕΚΟN, ούτε όσα ήρθαν στο φως για το σχέδιο Βαριοπούλα.
Εκείνο πάντως που σίγουρα δεν δικαιούμαστε να προσπερνάμε, είναι ο χθεσινός προκλητικός διάπλους μίας τουρκικής φρεγάτας ανοικτά του Πόρτο Ράφτη.
Για όσους, λοιπόν, παρατηρούν τι συμβαίνει από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, το σημερινό θέμα έχει τεράστιο ενδιαφέρον. Και τούτο διότι η μήτρα των εξελίξεων στην γειτονική χώρα για μία ακόμα φορά βρίσκεται στα παράλια του Πόντου.
Για το λόγο αυτό η ούτως ή άλλως σημαντική διάλεξη ενός Έλληνα αξιωματικού, που ταυτίστηκε με την εντιμότητα, το θάρρος, την αυταπάρνηση, την λεβεντιά και το φιλότιμο των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, αποκτά ακόμη πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Κύριε Σάββα Καλεντερίδη, σας καλωσορίζω, σας ευχαριστώ από καρδιάς για την αποψινή σας παρουσία στο Φροντιστήριο του Ασπρόπυργου.
Ως Έλλην πολίτης για την μαρτυρία ως Έλληνα αξιωματικού και ως στρατηγικού αναλυτή και ως Δήμαρχος, γιατί στηρίζετε αυτό το θεσμό της συλλογικής μας μνήμης και αντίστασης που σηματοδοτεί την απόφασή μας να αγωνιστούμε για την ανόρθωση του τόπου μας η οποία πρέπει να πραγματωθεί χωρίς να εκχωρηθεί ούτε μία σπιθαμή ελληνικής γης, χωρίς να παραβλέψουμε ούτε την παραμικρή λεπτομέρεια των εθνικών μας δικαίων και δικαιωμάτων.
Καλώς ορίσατε, λοιπόν, κοντά μας και εύχομαι ο Θεός να σας δίνει δύναμη για να συνεχίσετε την προσπάθειά σας που μας καθιστά ακόμη πιο μαχητικούς πολίτες.
Σας ευχαριστώ πολύ.

Κα ΦΟΥΦΑ:
 

Και τώρα να καλέσω την Γραμματέα του Συλλόγου του Πόντου, κυρία Κίκα Παπαδοπούλου, να διαβάσει το βιογραφικό του κυρίου Καλεντερίδη.

Κα ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ:
 

Καλησπέρα σας. Ο αποψινός ομιλητής, κύριος Σάββας Καλεντερίδης, είναι Αντισυνταγματάρχης Τεθωρακισμένων εν αποστρατεία.
Στρατιωτικός που υπηρέτησε πολλές κρίσιμες θέσεις στο εξωτερικό, ιδρυτής και διευθυντής του Οίκου Infoγραμμών, ειδικός αναλυτής και συγγραφέας μεταξύ άλλων και του βιβλίου Παράδοση Οτσαλάν- η Ώρα της Αλήθειας.
Ο κύριος Σάββας Καλεντερίδης γεννήθηκε στην Βέργη Σερρών το 1960. Το 1977 εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1981 ως Ανθυπ
ίλαρχος.
Υπηρέτησε διάφορες μονάδες τεθωρακισμένων και καταδρομών και σε κρίσιμες θέσεις στο εξωτερικό.
Το Μάρτη του 2000 ενώ φοιτούσε στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου, παραιτήθηκε από τις τάξεις του Ελληνικού Στρατού με βαθμό του Αντισυνταγματάρχη.
Από το φθινόπωρο του 2000 ίδρυσε και διευθύνει τον εκδοτικό Infoγραμμών με ψευδώνυμο Κώστας Νικοπολίδης. Μετέφρασε από τα τούρκικα και επιμελήθηκε την έκδοση του βιβλίου Κράτος Συμμορία που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τουρίκη. Ενώ μετέφρασε από τα τούρκικα την Έκθεση Σουσουρλούκ που συμπεριλήφθηκε στο ομώνυμο βιβλίο των εκδόσεων Λιβάνη.
Κύριε Καλεντερίδη, έχετε τον λόγο.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
 

Κύριε Δήμαρχε, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα πρώτα από όλα να ευχαριστήσω για την πρόσκληση του Δήμου και του Ανοικτού Λαϊκού Πανεπιστημίου για να είμαι σήμερα μαζί σας και να μιλήσουμε για ένα θέμα που μας αφορά όλους είτε είμαστε ποντιακής καταγωγής είτε όχι.
Στην προηγούμενη ομιλία μου που έγινε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου, αναφέρθηκα στην τεράστια σημασία που έχει, κατά την άποψή μου, η πρωτοβουλία της δημοτικής αρχής να θεσμοθετήσει την λειτουργία ενός τέτοιου φορέα.
Ένας φορέας, που μέσα από την εναλλαγή διαφόρων ομιλητών που αναπτύσσουν ποικίλα θέματα, συμβάλλει και στην επιμόρφωση αλλά και στην συνειδητοποίηση των απλών πολιτών, γιατί στις δύσκολες στιγμές -όπως οι στιγμές που περνάμε τώρα- όπως θα έχετε αντιληφθεί, αυτοί που μας κυβερνούν και οι ελίτ προσφεύγουν στους απλούς πολίτες για να λυθούν τα προβλήματα.
Για αυτό ο απλός λαός και οι απλοί πολίτες πρέπει να είναι ενημερωμένοι, γιατί όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε, η γνώση είναι όπλο άλλα και πλούτος, μια που μιλάμε αυτές τις μέρες για χρεοκοπία και για πλούτο.
Για αυτό, λοιπόν, ευχαριστώ για άλλη μία φορά την δημοτική αρχή αλλά και τον φορέα που διαχειρίζεται το Ανοικτό Πανεπιστήμιο, για την πρόσκληση.
Επίσης σήμερα, την δεύτερη φορά που βρίσκομαι εδώ ως ομιλητής, μπορώ να πω ότι είναι διπλή η χαρά και η συγκίνηση γιατί βρίσκομαι στο Φροντιστήριο, χτισμένο από ένα σύλλογο που ιδρύθηκε από τους συμπατριώτες μας ποντιακής καταγωγής Έλληνες, κυρίως της περιοχής του Καυκάσου και της κεντρικής Ασίας για μερικές δεκαετίες, οι οποίοι μέσα στα τόσα προβλήματα της εγκατάστασης και της επιβίωσης, βρήκαν την δύναμη να χτίσουν αυτό το πνευματικό κέντρο, όπως ακριβώς έκαναν οι πρόγονοί μας κυρίως στην περιοχή του Πόντου αλλά και του Καυκάσου, και παράλληλα με τον αγώνα της επιβίωσης που έδιναν, φρόντιζαν να έχουν σχολειό, εκκλησία και κτίριο της κοινότητας.
Για αυτό, επαναλαμβάνω, είμαι συγκινημένος γιατί βρίσκομαι σε μία στέγη που δημιουργήθηκε αφ' ενός μεν με πρωτοβουλία των Ποντίων της περιοχής, αφ’ ετέρου δε με την συμπαράσταση ορισμένων παραγόντων του Ασπροπύργου, πιστεύω και της δημοτικής αρχής.
Η σημερινή ομιλία, όπως είπε η κυρία Φούφα, έχει το εξής θέμα, να το επαναλάβω «Οι όψεις της σημερινής πραγματικότητας από εθνολογικής και γεωπολιτικής άποψης στις Παρευξείνιες χώρες, στις περιοχές του Ευξείνου Πόντου».

Μαύρη Θάλασσα ή Εύξεινος Πόντος;
 

Πριν μπω στο κύριο θέμα της ομιλίας μας, θα ήθελα να πω κάτι για τη χρήση του όρου Μαύρη Θάλασσα.
Η περιοχή αυτή, η θαλάσσια περιοχή, αυτή η κλειστή θάλασσα που εμείς την ονομάζουμε Εύξεινο Πόντο, πριν οι Έλληνες έχουν ναυτική παρουσία στην περιοχή, ακριβώς επειδή ήταν μία δύσκολη θάλασσα, ονομαζόταν Άξενος Πόντος, δηλαδή αφιλόξενη θάλασσα.
Από τότε που Έλληνες θαλασσοπόροι, αφού είχαν εξελιχθεί και τα μέσα τα ναυτικά, τα καράβια, από τότε λοιπόν που πέρασαν τις Συμπληγάδες Πέτρες και δάμασαν, θα έλεγα, τον Εύξεινο Πόντο και άρχισαν σταδιακά να ιδρύουν ελληνικές πόλεις και λιμάνια και αυτός ο άξενος, ο αφιλόξενος Πόντος άρχισε να φιλοξενεί τους Έλληνες, από Άξενος μετατράπηκε σε Εύξεινο Πόντο.
Όταν άρχισαν να έρχονται τα βάρβαρα ασιατικά φύλα στην περιοχή, και δεν λέω την λέξη βάρβαρα για να μειώσω τους ανθρώπους αυτούς, αυτή είναι η ιστορική πραγματικότητα, όταν λοιπόν άρχισαν να έρχονται τα βάρβαρα φύλλα και κυρίως οι Τούρκοι στην περιοχή, ακριβώς επειδή δεν είχαν ιστορικό υπόβαθρο αλλά και σχέση με τις θάλασσες, ονόμασαν την περιοχή της Μεσογείου Λευκή Θάλασσα, Αkdeniz, και την περιοχή του Εύξεινου Πόντου Μαύρη Θάλασσα, Karadeniz. Και αυτό έχει να κάνει με τις αποχρώσεις της θάλασσας σε σχέση με τον ήλιο.
Αυτοί, λοιπόν, ονόμασαν Akdeniz, Λευκή Θάλασσα τη Μεσόγειο, έτσι την λένε μέχρι σήμερα. Και Karadeniz, Μαύρη Θάλασσα τον Εύξεινο Πόντο, μία ονομασία που υιοθέτησαν και οι Σλάβοι.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι εμείς, που είμαστε πραγματικά άξιοι συνεχιστές των Ελλήνων αλλά και της ιστορίας της περιοχής, δεν θα πρέπει να υιοθετούμε την λέξη Μαύρη Θάλασσα, δεν μας πρέπει. Και θα πρέπει να επιμένουμε στην ονομασία της περιοχής αυτής ως Εύξεινος Πόντος και οι περιοχές που βρίσκονται στις ακτές της παρευξείνιες χώρες ή παρευξείνιες περιοχές.
Ας πάμε όμως στο κύριο θέμα της σημερινής μας ομιλίας.

Ιστορική εισαγωγή
Προϊστορικά χρόνια

Θα αρχίσω με μία ιστορική εισαγωγή για την περιοχή του Ευξείνου Πόντου, για τις παρευξείνιες χώρες.
Και όταν λέμε παρευξείνιες χώρες, για την ανάγκη της σημερινής συζήτησης, δεν συμπεριλαμβάνουμε τα δυτικά παράλια του Ευξείνου Πόντου, δηλαδή τις ακτές της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Η σημερινή μας συζήτηση θα καλύψει τις περιοχές της Ουκρανίας, της Ρωσίας, του ρωσικού Καυκάσου, της Γεωργίας και του παραδοσιακού Πόντου, την περιοχή του Πόντου όπου έζησαν οι πρόγονοί μας.
Θα κάνουμε μία ιστορική αναφορά για αυτές τις περιοχές, πώς βρέθηκαν δηλαδή οι Έλληνες σε αυτές τις περιοχές και στη συνέχεια θα αναφερθούμε στο σήμερα, όπως λέει και το θέμα της ομιλίας μας, στη σημερνή πραγματικότητα από εθνολογικής και γεωπολιτικής άποψης.
Δηλαδή τι σημαίνει για την Ελλάδα και για τον ελληνισμό γενικότερα η παρουσία των ελληνικών πληθυσμών σε αυτές τις περιοχές: Ουκρανία, ρωσικός Καύκασος, Γεωργία και Τουρκία, τι σημαίνει από εθνολογικής και τι σημαίνει φυσικά και από γεωπολιτικής άποψης.
Η παρουσία των Ελλήνων στην περιοχή, παρότι ιστορικά είναι αποδεδειγμένο ότι οι Έλληνες βρέθηκαν στην περιοχή του Πόντου με τον δεύτερο ελληνικό αποικισμό, δηλαδή στον 8ο π.Χ. αιώνα, είναι προφανές ότι η παρουσία των Ελλήνων στον Πόντο ανάγεται και στα προϊστορικά χρόνια.
Όλοι όταν διαβάζαμε μυθολογία, όταν διδασκόμαστε σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης μυθολογία και προϊστορία, γίναμε κοινωνοί της μυθιστορίας του Προμηθέα ο οποίος ήταν δεμένος στο όρος Καύκασος, τιμωρημένος από τους θεούς επειδή πρόδωσε το μυστικό της φωτιάς στους ανθρώπους.
Ο Προμηθέας ήταν ένας ήρωας της ελληνικής μυθολογίας και για να βρεθεί στον Καύκασο σημαίνει ότι οι Έλληνες είχαν σχέση με τον Καύκασο, ο Καύκασος ήταν μία γνωστή περιοχή με την οποία οι Έλληνες είχαν σχέση και παρουσία.
Όλοι ξέρουμε τον μύθο του Φρίξου και της Έλλης που πετώντας πάνω σε ένα κριάρι με προορισμό την περιοχή του Καυκάσου και της Κολχίδας η Έλλη έπεσε στην θάλασσα που προηγείται του Ευξείνου Πόντου και έτσι ονομάστηκε Πόντος της Έλλης, Ελλήσποντος.
Επίσης, όλοι έχουμε διαβάσει, ακούσει και πει στα παιδιά μας το μύθο της Αργοναυτικής Εκστρατείας. Άλλωστε πολλοί σύλλογοι ποντιακοί έχουν και όνομα Αργοναύτες, Κομνηνοί, Αργοναυτικά κλπ, που σημαίνει ότι για να υπάρχει αυτός ο μύθος, για να οδηγηθούν οι Έλληνες στην περιοχή της Κολχίδας, η περιοχή αυτή ήταν γνωστή και μάλιστα είχε κατοικηθεί από Έλληνες.
Εν πάση περιπτώσει, αυτό το διάστημα μία διάσημη ιστορικός φιλόλογος, η κυρία Άρτεμις Μερτζάνη, συγγράφει ένα βιβλίο για την περιοχή του Πόντου. Μάλιστα αυτές τις μέρες που έκανα έρευνα στις πηγές για να κάνω τη σημερινή ομιλία, μίλησα μαζί της, και με διαβεβαίωσε ότι υπάρχουν ιστορικές αποδείξεις για την παρουσία των Ελλήνων στην περιοχή του Πόντου και της Τραπεζούντα πολύ πριν τον 8ο π.Χ. αιώνα που ιδρύθηκε η Σινώπη και στη συνέχεια οι υπόλοιπες 75 αποικίες της Σινώπης στις παρευξείνιες χώρες.

Ιστορικά χρόνια
 

Τον 8ο αιώνα περνάμε στην φάση της ιστορίας, εκεί που υπάρχουν πια ιστορικές αποδείξεις για τα ιστορικά γεγονότα. Οι Έλληνες της Μιλήτου αναζητώντας καινούριες αγορές και πολύτιμες πρώτες ύλες που δεν υπήρχαν στην περιοχή της Ιωνίας και του υπόλοιπου ελληνικού κόσμου, ιδρύουν την πρώτη αποικία στην περιοχή της Σινώπης.
Η Σινώπη είναι το πρώτο φυσικό λιμάνι στις ακτές του Ευξείνου Πόντου. Εκεί γίνεται μία λαμπρή ελληνική πόλη. Και με κέντρο πλέον την Σινώπη οι Έλληνες μέσα σε μερικές δεκαετίες χτίζουν 75 ελληνικές πόλεις στις περιοχές που σας είπα πριν από λίγο, στις παρευξείνιες ακτές αλλά σταδιακά και στην ενδοχώρα.

Μία περιοχή στην οποία ο ελληνισμός ανέπτυξε τεράστια παρουσία και πολιτισμό ήταν η περιοχή της Κριμαίας και συγκεκριμένα η περιοχή του Κιμμέριου Βόσπορου.
Εκεί, από τον 5ο αιώνα δεν περιορίστηκαν οι Έλληνες στην ίδρυση μόνο πόλεων, ίδρυσαν ένα ελληνικό βασίλειο, ένα ελληνικό βασίλειο το οποίο έζησε για τουλάχιστον 4 αιώνες και είναι σχετικά άγνωστο, αφού δεν διδάσκεται στην ελληνική ιστορία.

Στο βασίλειο του Κιμμέριου Βοσπόρου υπήρχαν λαμπρές ελληνικές πόλεις, όπως το Παντικάπαιον, η Συμφερόπολις, η Σεβαστόπολις, η Θεοδοσία.
Και οι περιοχές αυτές από τον 4ο π.Χ. αιώνα, είχαν μία στενή συνεργασία με το μιθριδατικό βασίλειο του Πόντου και μάλιστα από ένα διάστημα και μετά ήταν κτήσεις του Ποντιακού βασιλείου του Μιθριδατών, η περιοχή της Κριμαίας, στην περιοχή του Κιμμέριου Βοσπόρου και της Κριμαίας.

Αυτή η περιοχή έμεινε υπό ελληνική κατοχή ή επιρροή μέχρι τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Δηλαδή από το 500 π.Χ. μέχρι το 250 μ.Χ. η περιοχή της Κριμαίας και του Κιμμέριου Βοσπόρου ήταν αμιγώς ελληνική.
Στη συνέχεια έρχονται στην περιοχή οι Σκύθες και διάφορα άλλα ασιατικά φύλα και κυριαρχούν επί των Ελλήνων, οι οποίοι παίρνουν και πάλι τα σκήπτρα στην περιοχή τον 11ο αιώνα, οπότε για ένα μικρό διάστημα η περιοχή του Κιμμέριου Βοσπόρου τίθεται και πάλι υπό ελληνική κυριαρχία, για την ακρίβεια υπό την κυριαρχία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Όλο αυτό το διάστημα όμως οι Έλληνες δεν εκπατρίστηκαν από αυτές τις περιοχές. Αναφέρομαι στην περιοχή της Ουκρανίας, στη συνέχεια θα αναφερθώ στην περιοχή του ρωσικού Καυκάσου και της Γεωργίας και στο τέλος την περιοχή του Πόντου.

Αικατερίνη η Μεγάλη και Οθωμανικής κατοχή

Εκεί, λοιπόν, ενώ οι Έλληνες παραμένουν στην περιοχή της Κριμαίας και του Κιμμέριου Βοσπόρου, η περιοχή αλλάζει χέρια, σταδιακά τίθεται υπό την κατοχή των Τατάρων, στην συνέχεια του Τζέκινς Χαν, και από τον 16ο αιώνα η περιοχή μπαίνει υπό τον έλεγχο και την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ακόμα και αυτές τις περιόδους, η περιοχή αυτή, Κριμαία και Κιμμέριος Βόσπορος, κατοικείται από πολυάριθμες ελληνικές κοινότητες οι οποίες συνεχίζουν να ευημερούν. Και επί Αικατερίνης της Μεγάλης, 50.000 Έλληνες, σε συνεννόηση με την Αικατερίνη Μεγάλη, εγκαταλείπουν τις παραδοσιακές εστίες τους μετά από 1.500 χρόνια, από 15 αιώνες παρουσίας στην περιοχή, εγκαταλείπουν τις εστίες τους και εγκαθίστανται στην περιοχή της Μαριούπολης και του Ντονέτσκ.

Αυτή η περιοχή από τότε, από την περίοδο της Αικατερίνης της Μεγάλης μέχρι σήμερα, συνεχίζει να κατοικείται από ελληνικούς πληθυσμούς. Και παρότι μετά το 1990 έχουμε ένα κύμα φυγής από αυτές τις περιοχές, σήμερα που μιλάμε, σύμφωνα με την απογραφή του 2002, στην περιοχή αυτή Ντονέτσκ και Μαριούπολης, κατοικούν περίπου 100.000 Έλληνες.
Όταν κάνουμε την γεωπολιτική θεώρηση της περιοχής θα αναφερθούμε και πάλι στην περιοχή της Κριμαίας και της Μαριούπολης.

Να περάσουμε τώρα στην περιοχή του Καυκάσου και της Γεωργίας. Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να αναφερθώ από κειμένου.

Οι παλαιοί Έλληνες συναντώνται με τους νέους

Εκτός από τις ομαδικές εγκαταστάσεις των αρχαίων Ελλήνων και στη συνέχεια των Βυζαντινών στο βόρειο και ανατολικό Εύξεινο Πόντο, ο Καύκασος, η Γεωργία, η νότια και μεσημβρινή Ρωσία, η Κριμαία αλλά και οι παραδουνάβιες περιοχές μετεξελίχθηκαν σε όλη της διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας σε καταφύγια των καταπιεζόμενων υπόδουλων Ελλήνων του ελλαδικού χώρου, του Πόντου και της Ανατολής.
Ένα πρώτο κύμα μετοικησιών Ελλήνων από την μητροπολιτική και νησιωτική Ελλάδα στην περιοχή, έχουμε μετά την πτώση του Βυζαντίου στους Οθωμανούς, που γίνονται περισσότερο μαζικές μετά τον Ρωσο-Οθωμανικό πόλεμο του 1768-1774.
Επειδή υπάρχει εσφαλμένη εντύπωση, όχι σε εμάς φυσικά, για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην περιοχή αυτή δεν κατοικούσαν μόνο ποντιακής καταγωγής Έλληνες. Στην περιοχή κυρίως του Κιμμέριου Βοσπόρου και της Κριμαίας εκτός από τους Ποντίους κατοικούσαν και Έλληνες από την νησιωτική Ελλάδα, από την ηπειρωτική Ελλάδα και από την ίδια την Κωνσταντινούπολη.

Ένα πολύ μεγαλύτερο κύμα μετοικησιών αφορά τους Έλληνες του Μικρασιατικού χώρου και κυρίως του ευάλωτου Πόντου.
Οι συνεχείς και αφόρητες πιέσεις των Οθωμανών, κυρίως των τοπαρχών των γνωστών ντεριμπέηδων, και ο θρησκευτικός φανατισμός των μουσουλμάνων, σε συνδυασμό με την πολιτική της ανοικτής φιλοξενίας των ρωσικών αρχών, τροφοδότησαν ένα μεγάλο κύμα φυγής των Ελλήνων του Πόντου που έγινε αιτία να ξαναγεννηθεί στα αρχαιοελληνικά αποικιστικά κέντρα αλλά και σε νεοοικηθέντα ρωσικά εδάφη ένας νέος ακμαίος ελληνικός πολιτισμός. Όπως ανέφερα στην αρχή της ομιλίας μου, είχαμε στην περιοχή 75 ελληνικές πόλεις-αποικίες, που άνθισαν κυρίως την περίοδο από τον 8ο μέχρι τον 5ο π.Χ. αιώνα. Κατά την περίοδο που επικράτησαν στην Μικρά Ασία οι Οθωμανοί, ο ελληνισμός, για να αποφύγει την οθωμανική σκλαβιά, έφυγε και από την περιοχή του Αιγαίου και από την περιοχή της Κωνσταντινούπολης, της Μικράς Ασίας και κυρίως του Πόντου και εγκαταστάθηκε και πάλι στην ομόδοξη και φίλη Ρωσία και μάλιστα εγκαταστάθηκε και μπόλιασε τους παλιούς πληθυσμούς που κατοικούσαν στις περιοχές γύρω από τις παλιές αποικίες των αρχαίων Ελλήνων, στις 75 αποικίες των αρχαίων Ελλήνων που προαναφέραμε.

Νεοελληνική Διασπορά

Η νεοελληνική διασπορά αρχίζει επίσημα την ιστορική της πορεία το 1453 με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς.
Τότε, ένας όχι ευκαταφρόνητος αριθμός Ελλήνων διανοούμενων προτίμησε -αντί να πάει στην Δύση- να μεταβεί στην Ρωσία την οποία έκανε νέα πατρίδα του και υπηρέτησε με σεβασμό, ενώ παράλληλα συνέβαλε στην ανάπτυξη του ρωσικού πολιτισμού με τα έργα του.
Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των Ελλήνων αφομοιώθηκε κατά τέτοιο τρόπο από την ρωσική κοινωνία που μόνο τα επώνυμά τους παραπέμπουν μέχρι σήμερα στην καταγωγή τους.

Εδώ δεν θα πρέπει να θεωρηθεί υπερβολική η άποψη του πρώην Δημάρχου της Μόσχας, Γαβριήλ Ποπόφ, ότι ανάμεσα σε κάθε τρεις Ρώσους, στις φλέβες ενός Ρώσου τρέχει ελληνικό αίμα.
Η άλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς 8 χρόνια μετά την Κωνσταντινούπολη, το 1461, σε συνδυασμό με μία περίοδο βίαιων εξισλαμισμών που εγκαινιάζει, ανοίγει τον δρόμο της εξόδου των Ελλήνων Ποντίων προς την γειτονική και ομόδοξη Ρωσία, και ειδικότερα προς τις περιοχές του Καυκάσου, του Αντικαυκάσου και της μεσημβρινής Ρωσίας, όχι μόνο της άρχουσας τάξης της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας αλλά και μεγάλων λαϊκών πληθυσμιακών μαζών.

Οι Έλληνες του Πόντου καταφεύγουν στη Γεωργία

Επόμενο κύμα εξόδου των Ελλήνων από τον Πόντο στον Καύκασο και κυρίως στην Γεωργία έχουμε κατά το 1490. Ο Γεωργιανός ιστορικός Πλάτων Ιοσελιάνι αναφέρει χαρακτηριστικά ότι άρχισαν να μεταναστεύουν προς την Γεωργία Έλληνες οι οποίοι προστατεύθηκαν από τους ορθόδοξους βασιλείς της Γεωργίας.
Παρότι δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τον αριθμό των Ποντίων προσφύγων που κατέφυγαν εκεί, πιθανολογούμε ότι ο αριθμός ήταν μεγάλος γιατί η γεωργιανή Εκκλησία αναγκάστηκε να ορίσει ειδικό ελληνορθόδοξο επίσκοπο για τους πληθυσμούς αυτούς. Αν οι πληθυσμοί αυτοί ήταν μερικές χιλιάδες δεν θα είχαμε ειδικό επίσκοπο για τους ελληνορθόδοξους, για τους Έλληνες που είχαν καταφύγει στην περιοχή της Γεωργίας.

Η Επισκοπή αυτή από τον 15ο αιώνα λειτούργησε μέχρι το 1827, οπότε και καταργήθηκε για πολιτικούς κυρίως λόγους, γιατί δυστυχώς και η Εκκλησία αλλά και η πίστη άρχισε σταδιακά από τότε να χρησιμοποιείται για πολιτικούς λόγους.
Κατά τους 16ο και 17ο αιώνες έχουμε συνέχιση των μετακινήσεων που δεν είναι όμως ιδιαίτερα μαζικές, γεγονός που προκύπτει από τις ελάχιστες πηγές που διαθέτουμε για την ιστοριογραφία της περιοχής.

Αποτέλεσμα αυτών των οργανωμένων μετοικησιών είναι να επισκέπτονται αυτές τις περιοχές, τους αιώνες που ακολουθούν, πατριάρχες και ορθόδοξοι ιεράρχες αυτή την περιοχή, ακριβώς επισκέπτονται ολόκληρο τον Πόντο. Και έχουμε στοιχεία για τις επισκέψεις των πατριαρχών και των ιεραρχών. Και φυσικά επισκέπτονται και την ίδια την Γεωργία, πράγμα που αποδεικνύει ότι εκεί υπήρχαν ευάριθμες ελληνικές κοινότητες.
Από το πλήθος και την σπουδαιότητα των πνευματικών ταγών που συχνά επισκέπτονταν την περιοχή, αλλά και τον σημαντικό ρόλο που έπαιζαν οι Έλληνες στα τοπικά πράγματα, γίνεται φανερό ότι υπήρχε μεγάλη συγκέντρωση Ελλήνων, οι οποίοι προφανώς είχαν οργανώσει αποτελεσματικά την παρουσία τους και ευημερούσαν.
Μαρτυρίες για αυτό διαθέτουμε από τους κώδικες των ιστορικών μονών του Πόντου, Σουμελά, Βαζελώνα και Περιστερεώτα, που μας πληροφορούν ότι είχαμε συχνές επισκέψεις στον Καύκασο και τη νότια Ρωσία διαφόρων αξιωματούχων της Εκκλησίας με την άδεια, πάντα, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με στόχο, εκτός των άλλων, να συγκεντρώσουν χρήματα για τις ανάγκες της Εκκλησίας.

Με την έλευση του 18ου αιώνα είχαμε νέες μετοικησίες ποντιακών ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή του Καυκάσου. Τότε χτίστηκε από Έλληνες μεταλλωρύχους το χωριό Μισχανά στο οποίο υπήρχαν μεταλλεία και μεταλλεύματα χαλκού.
Το 1762 800 ελληνικές οικογένειες μεταλλουργών από την Αργυρούπολη μεταφέρονται και εγκαθίστανται στην επαρχία Αχταλά της Γεωργίας μετά από πρόσκληση του βασιλιά της Γεωργίας, Ηρακλή του Β’.

Όπως είναι γνωστό, σε όλη την Μικρά Ασία, όλα τα μεταλλεία που είχαν δραστηριότητα την περίοδο της Οθωμανικής κατοχής, Οθωμανικής αυτοκρατορίας, λειτουργούσαν υπό την ευθύνη Ποντίων μεταλλουργών και αρχιμεταλλουργών και απλά την τελική εκμετάλλευση είχαν ξένες, κυρίως γερμανικές και γαλλικές, εταιρείες.
Ακριβώς, λοιπόν, για αυτό, επειδή οι Έλληνες μεταλλουργοί και μεταλλωρύχοι του Πόντου κρατούσαν τα μυστικά της τέχνης της μεταλλουργίας στα χέρια τους, για αυτό εκλήθησαν από τον βασιλιά της Γεωργίας, Ηρακλή τον Β’, για να εκμεταλλευτούν τα μεταλλευτικά κοιτάσματα της Γεωργίας.

Το 1795 στο χωριό Αλάβερντι ή Αλαβέρντι, κατοικούσαν ήδη 500 οικογένειες Ελλήνων μεταλλουργών, γιατί στην περιοχή αυτή υπήρχαν τα ομώνυμα μεταλλεία, τα μεταλλεία του Αλαβερντί.
Εδώ η μετανάστευση έγινε, όπως είπα πριν από λίγο, όχι για πολιτικούς αλλά για κυρίως οικονομικούς λόγους, γιατί μέχρι τώρα οι Έλληνες εγκαταλείπουν τον Πόντο και εγκαθίστανται στην περιοχή του Καυκάσου, του Αντικαυκάσου και της Γεωργίας, γιατί υφίστανται καταπιέσεις από την οθωμανική αυτοκρατορία, από τους ντερεμπέηδες και από τους τοπικούς μουσουλμάνους ηγέτες.

Σε αυτές τις περιπτώσεις λοιπόν οι μετοικησίες γίνονται για οικονομικούς λόγους και μάλιστα για λόγους εκμετάλλευσης των τοπικών μεταλλείων.
Για να γίνει αυτό, οι βασιλείς της Γεωργίας παραχώρησαν σημαντικά προνόμια στους Έλληνες που είχαν εγκατασταθεί σε αυτές τις περιοχές.
Σημαντικό ρεύμα φυγής Ελλήνων του Πόντου προς την Γεωργία έχουμε όλο τον 18ο και 19ο αιώνα παρά τα προβλήματα που άρχισαν να αντιμετωπίζουν οι Έλληνες και στην ίδια την Γεωργία από τους τοπικούς μουσουλμάνους, όπως είναι οι επιθέσεις που έκαναν ο Ομάρ Χαν Αβέσκι το 1785 και ο Αγά Μοχάμετ Χαν το 1796 εναντίον των ελληνικών κοινοτήτων. Σε εκείνες τις επιθέσεις οι ελληνικές κοινότητες μετρούν 700 νεκρούς και 836 αιχμαλώτους.

Είμαστε στα τέλη του 18ου αιώνα, το 1796. Και αυτές είναι άγνωστες σελίδες της ιστορίας του ελληνισμού και ειδικότερα του ποντιακού ελληνισμού.
Το 1801 ενώνεται η Γεωργία με την Ρωσία. Τότε, ακριβώς επειδή έχουμε ισχυρότερη την παρουσία της Ρωσίας στον Καύκασο και στην περιοχή της Γεωργίας, η περιοχή αυτή γίνεται ακόμα πιο ελκυστική για τους καταπιεζόμενους Έλληνες της Μικράς Ασίας και ιδιαίτερα του Πόντου.

Μαζικές μετακινήσεις στη Γεωργία και τον Καύκασο τον 18ο και 19ο αιώνα

Στα τέλη του 18ου αιώνα έχουμε τον ρωσο-τουρκικό πόλεμο και την ήττα της Ρωσίας στην περιοχή του Καυκάσου (1768-74), πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν τις εστίες τους από την περιοχή του Καυκάσου διάφορα μουσουλμανικά φύλα, οι γνωστοί Κιρκάσιοι ή Τσερκέζοι, και να εγκατασταθούν στις περιοχές του Πόντου.
Το γεγονός αυτό δημιούργησε διάφορες προστριβές με τους χριστιανούς των περιοχών του Πόντου, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα είχε ως αποτέλεσμα οι Έλληνες να αρχίσουν να εγκαταλείπουν, από το 1800 και μετά, πιο μαζικά τις παραδοσιακές τους εστίες στον Πόντο και να εγκαθίστανται στην περιοχή της Γεωργίας.

Μιλάμε για το διάστημα από το 1800 μέχρι το 1814 οπότε αρκετές δεκάδες χιλιάδες Έλληνες εγκαταλείπουν διάφορες περιοχές του Πόντου και εγκαθίστανται στην Γεωργία.
Ειδική επιτροπή για την οργάνωση των μετακινήσεων και εγκατάσταση των Ελλήνων του Πόντου στον Καύκασο συγκροτήθηκε με εντολή της Κυβέρνησης στην Τυφλίδα το 1810.
Το 1813 ιδρύθηκε στην τοποθεσία Τσιγκαρό χωριό αμιγώς ελληνικό από 120 οικογένειες Ελλήνων που προέρχονταν από τις περιοχές της Αργυρούπολης και του Ερζερούμ και μάλιστα σε αυτό το χωριό μετά από 12 χρόνια, το 1822, προστέθηκαν άλλες 100 οικογένειες από τις ίδιες περίπου περιοχές.

Εκτός από το χωριό Τσιγκαρό, στην ίδια περιοχή ιδρύθηκαν και άλλα ελληνικά χωριά όπως το Γκομαρέτι, το Μαγκλίσι και το Τρετσικαρό. Δεν ξέρω αν έχουμε ανάμεσά μας Έλληνες που κατάγονται από την περιοχή της Γεωργίας, ίσως να ξέρουν και τα χωριά.
Οι περιοχές των νοτιοανατολικών ρωσικών στεπών και κυρίως των περιοχών Ανάπα, Γελεντσίκ, Κρασνοντάρ, Σταυρούπολη κλπ, η ευρύτερη περιοχή του Κουμπάν, άρχισε να εμπλουτίζεται με ελληνικούς πληθυσμούς από την δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα. Δηλαδή, όταν μετά την Επανάσταση στην Ελλάδα και την ίδρυση του ελληνικού κράτους άρχισαν να εμφανίζονται προβλήματα για τους Έλληνες της περιοχής, προβλήματα αντεκδίκησης. Και αυτό αύξησε τους ρυθμούς εξόδου των Ελλήνων από την περιοχή του Πόντου.

Περιλάμβαναν οι εγκαταστάσεις αυτές, στην περιοχή του Κουμπάν, εκπατρισμένους Έλληνες του Πόντου αλλά και άλλων μικρασιατικών περιοχών, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν γεωργοί και ένα μέρος έμποροι και βιοτέχνες.
Όπως είπα πριν από λίγο, η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821 αποτέλεσε ένα ακόμα παράγοντα εξόδου των Ελλήνων του Πόντου προς τον Καύκασο και την νότια Ρωσία, για αυτονόητους λόγους, μεταξύ των οποίων πρέπει να περιληφθεί και η στέρηση βασικών θρησκευτικών και πολιτικών δικαιωμάτων των Ελλήνων του Πόντου.

Η έκρυθμη πολιτική κατάσταση που οφειλόταν και στις εσωτερικές συγκρούσεις της κεντρικής οθωμανικής εξουσίας με τους τοπικούς τιμαριούχους, σε συνδυασμό με την καταπίεση των Ελλήνων, δημιούργησε ένα νέο κύμα εξόδου των Ελλήνων του Πόντου που την φορά αυτή ίδρυσαν τα χωριά Γκομαρέτι, Μικρό Γκομαρέτι, Κουκναρά, Βαλισπίρι, Κεϊβάν κλπ.
Ο ρωσο-τουρκικός πόλεμος του 1828-1829 βρίσκει τους Ρώσους να προελαύνουν μέχρι την καρδιά του Πόντου. Καταλαμβάνουν το Ερζερούμ και φτάνουν μέχρι την Αργυρούπολη.
Εκεί, οι Έλληνες, που καταπιέζονται άγρια από τους Οθωμανούς ήδη για τρεις αιώνες, από το 1461 μέχρι το 1828, βλέποντας το ρωσικό στρατό να καταφτάνει στην περιοχή του Ερζερούμ και της Αργυρούπολης, ξεσηκώνονται και εκδηλώνουν τα φιλοχριστιανικά και φιλορωσικά τους αισθήματα.

Και όταν έρχεται η στιγμή οι Ρώσοι να αποχωρήσουν από την περιοχή, όντας ήδη εκτεθειμένοι από τις εκδηλώσεις χαράς απέναντι στους Ρώσους, υποχρεώνεται πολύ σημαντικός αριθμός Ελλήνων να ακολουθήσει τα ρωσικά στρατεύματα, τα υποχωρούντα ρωσικά στρατεύματα και να εγκατασταθεί τότε, το 1827-1828, στις περιοχές γύρω από τον Καύκασο.
Μόνο το 1827-1828 ακολουθούν τον ρωσικό στρατό από την περιοχή της Αργυρούπολης κυρίως και του Ερζερούμ, 42.000 Έλληνες, μιλάμε για μικρή πόλη με σημερινά δεδομένα. Για τα πληθυσμιακά δεδομένα της εποχής μπορεί αυτό να ισοδυναμεί με 300.000-400.000 κατοίκους που εγκαταλείπουν την περιοχή του Πόντου και εγκαθίστανται στην περιοχή του Καυκάσου.
Εκεί αυτοί οι πληθυσμοί, αυτές οι 42.000 κάτοικοι εγκαθίστανται κυρίως στην περιοχή της Τσάλκας. Εκεί ιδρύονται 27 ελληνικά χωριά, αμιγώς ελληνικά χωριά, 4 από τα οποία είναι ελληνόφωνα και τα υπόλοιπα τουρκόφωνα. Να μην πω τα ονόματα, είναι γνωστά, ίσως και δεν έχει και μεγάλη σημασία.
Εκτός από τα 27 χωριά της Τσάλκας, πάλι στο ίδιο κύμα αποικισμού ιδρύονται και άλλα τρία χωριά στο Γκομαρέτι και στο Μπεσκεκέτ.
Οι ρωσικές αρχές, επεξεργαζόμενες μία πολιτική μόνιμης εγκατάστασης των ελληνικών αυτών πληθυσμιακών μαζών στην περιοχή, προκειμένου να τους χρησιμοποιήσουν ως ένα προστατευτικό τοίχος για τα ρωσικά συμφέροντα απέναντι στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τους δίνουν ειδικά προνόμια. Για παράδειγμα, αναγνωρίζουν τίτλους ευγενείας, άρχοντες, ιδιοκτησία στις περιοχές που κατέχουν κλπ.

Και μπορούμε να πούμε ότι οι Έλληνες που εγκαθίστανται στην περιοχή απολαμβάνουν προνόμια που δεν έχει καμία άλλη χριστιανική εθνότητα στην περιοχή.
Κατά την ίδια περίοδο ένας σημαντικός αριθμός μεταλλουργών από την περιοχή της Αργυρούπολης, 2.000 οικογένειες, δηλαδή περίπου για τα δεδομένα της εποχής 10.000-15.000 άτομα, εγκαθίστανται σε διάφορες περιοχές του Καυκάσου και ασχολούνται με την μεταλλουργία, γιατί ήδη αυτή την περίοδο ο Σουλτάνος έχει αρχίσει να αφαιρεί τα δικαιώματα που είχαν οι Έλληνες μεταλλωρύχοι από τα μεταλλεία της Μικράς Ασίας. Και μη έχοντας πια αντικείμενο εργασίας, οι Έλληνες μεταλλωρύχοι στρέφονται σε άλλες περιοχές ενδιαφέροντός τους. Έτσι, στα πλαίσια αυτής της εξέλιξης, περίπου 15.000 άτομα εγκαθίστανται σε διάφορες περιοχές γύρω από τον Καύκασο.

Οι πολιτικές εξελίξεις που διαμορφώθηκαν από τα μέσα του 19ου αιώνα στην περιοχή, εξανάγκασαν και νέες ελληνικές ποντιακές πληθυσμιακές ομάδες να μετακινηθούν προς τον Καύκασο και την νότια Ρωσία.
Ο Κριμαϊκός πόλεμος του 1853-1856, η ψήφιση του Χάτι Χουμαγιούν το 1856 που χορηγούσε κάποια αναγνώριση κάποιας μορφής ανεξιθρησκία, γεγονός που επέτρεψε στις ποντιακές ομάδες των χριστιανών να αποκαλύψουν την πραγματική τους ταυτότητα με συνέπεια να γίνουν αποδέκτες έντονων πιέσεων και διώξεων, σε συνδυασμό με την δίωξη των μουσουλμανικών πληθυσμών του Καυκάσου από τους Ρώσους την περίοδο 1850-1878 και την εγκατάστασή τους στα οθωμανοκρατούμενα εδάφη του Πόντου, αποτέλεσαν βασικά δεδομένα των εξελίξεων αυτών που εξανάγκασαν για μία ακόμη φορά νέες ομάδες ελληνικών πληθυσμών να μετοικήσουν στον Καύκασο.

Με την εντολή του Τσάρου Νικόλαου του Α’, εγκαταστάθηκαν σε δημόσιες εκτάσεις ή στις περιοχές που εγκατέλειψαν οι Τσερκέζοι μουσουλμάνοι, αρκετές δεκάδες χιλιάδες Ελλήνων που έφυγαν από τον Πόντο.
Μεταξύ του 1868 και το 1878 δημιουργήθηκαν πολλά αμιγή ελληνικά χωριά στην περιοχή Κουμπάν της νότιας Ρωσίας, που διατήρησαν για πολλές δεκαετίες, σε πολλές περιπτώσεις μέχρι και σήμερα, τα ελληνικά ιδεολογικά τους στοιχεία: γλώσσα, παραδόσεις και φυσικά θρησκεία, παρότι δεν επετράπη η ίδρυση ελληνορθόδοξων εκκλησιών στην περιοχή.

Μαζικές μετακινήσεις μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878

Ο ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1877-1878 αποτέλεσε την αιτία μίας εκτεταμένης μετανάστευσης ενός μεγάλου αριθμού Ελλήνων που πλησιάζει τις 100.000 άτομα από τις περιοχές της ποντιακής ενδοχώρας και κυρίως της Τοκάτης, του Ερζερούμ, του Μπαϊμπούρτ, της Σεβάστειας και του Ερζιγκιάν, οι οποίοι ακολούθησαν και πάλι τον υποχωρούντα ρωσικό στρατό. Το πρώτο μεγάλο κύμα μετανάστευσης Ελλήνων στον Καύκασο το έχουμε 1827-1928, στον πρώτο ρωσοτουρκικό πόλεμο, το δεύτερο μεγάλο, πολύ μεγαλύτερο κύμα το έχουμε στον δεύτερο ρωσοτουρκικό πόλεμο 1877-1878.
Τότε ακολουθούν τους Ρώσους 100.000 Έλληνες μέρος των οποίων ιδρύουν περίπου 80 ελληνικά χωριά στην περιοχή του Καρς και του Αρνταχάν, ενώ οι λοιποί ιδρύουν άλλα χωριά ή ενσωματώνονται σε άλλες ελληνικές κοινότητες της Γεωργίας και το Καυκάσου.
Το τελευταίο μεγάλο κύμα φυγής ελληνικών πληθυσμών σημειώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, στην διάρκεια της Γενοκτονίας, οπότε η δράση των ατάκτων και των Τσετών υποχρέωσε τους Έλληνες να εγκαταλείψουν τις παραδοσιακές τους εστίες στον Πόντο και να εγκατασταθούν στην ομόδοξη Ρωσία.
Τελευταίο κύμα ήταν αυτό που ακολούθησε την αποχώρηση του ρωσικού στρατού από την
Τραπεζούντα οπότε και έφυγαν αρκετές δεκάδες χιλιάδες Ελλήνων κυρίως από την περιοχή της Τραπεζούντας, της Ματσούκας και της Αργυρούπολης για να εγκατασταθούν στις παράλιες περιοχές της Γεωργίας και της Ρωσίας όπου θα παραμείνουν μέχρι την δεκαετία του ’40 οπότε και ακολούθησαν οι διωγμοί των Ελλήνων, οι αναγκαστικοί εκτοπισμοί των Ελλήνων από τις κοινότητες του Καυκάσου και της Κριμαίας και του Κιμμέριου Βοσπόρου στις περιοχές της κεντρικής Ασίας.
Στο σημείο αυτό τελειώνει το ιστορικό κομμάτι της σημερινής μας ομιλίας.

Η κατάσταση σήμερα

Ενώ στην περιοχή της Γεωργίας, του Καυκάσου, του Κουμπάν και της Κριμαίας κατοικούν περισσότερο από μισό εκατομμύριο Έλληνες, με αξιόλογη πνευματική, οικονομική και πολιτική συμβολή και δράση, σημαντικός αριθμός από αυτούς, μέσα στα πλαίσια μια εντελώς ακατανόητης πολιτικής, τις δεκαετίες του ’30 και του ’40 αναγκάζεται να εγκαταλείψει τις εστίες του και να εγκατασταθεί στις αφιλόξενες στέπες της Κεντρικής Ασίας.
Και εκείνοι οι Έλληνες που εξαιρέθηκαν των αναγκαστικών εκτοπισμών και εκείνοι που εγκαταστάθηκαν στις χώρες της Κεντρικής Ασίας, στα τέλη της δεκαετίας του ’90 με την Περεστρόικα και με την δυνατότητα που δίνεται πλέον στους Έλληνες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, της κεντρικής Ασίας, του Καυκάσου, της Ρωσίας και της Ουκρανίας να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, περίπου 200.000-250.000 Έλληνες εγκαταλείπουν τις περιοχές αυτές και εγκαθίστανται στην Ελλάδα.
Ως αποτέλεσμα αυτής της φυγής έχουμε πλέον σήμερα στην περιοχή της Ουκρανίας να κατοικούν 100.000-120.000 Έλληνες, στην περιοχή του Κουμπάν της νότιας Ρωσίας και του Καυκάσου να κατοικούν άλλοι τόσοι Έλληνες, δηλαδή 120.000 περίπου Έλληνες. Και στη Γεωργία, δυστυχώς, λόγω της ανώμαλης πολιτικής κατάστασης και της έλλειψης προστασίας από το γεωργιανό κράτος, η άλλοτε ακμαία ελληνική κοινότητα της Γεωργίας έφτασε σήμερα να αριθμεί μόλις μερικές χιλιάδες Έλληνες.
Εν πάση περιπτώσει, αυτή την στιγμή γεγονός είναι ότι υπάρχει ένα σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό στην περιοχή της Ουκρανίας, στην περιοχή της νότιας Ρωσίας και του Καυκάσου, καθώς επίσης και ένα σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό στην περιοχή της Τουρκίας. Στο θέμα αυτό θα προσπαθήσω να αναφερθώ στο υπόλοιπο μέρος της ομιλίας μου.

Τί σημαίνει για την Ελλάδα η παρουσία των Ελλήνων στην ευρύτερη περιοχή του

Καύκασου και του Πόντου
Αυτό το ανθρώπινο δυναμικό το εθνικό κέντρο, η Ελλάδα και γενικότερα ο ελληνισμός καλείται να χρησιμοποιήσει και να εκμεταλλευτεί για να αποκτήσει η Ελλάδα μία διέξοδο από την τρομερή κρίση που διέρχεται την περίοδο αυτή.
Ας ξεκινήσουμε από το ζήτημα των ελληνόφωνων κατοίκων του Πόντου, ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα στο οποίο -γνωρίζοντας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το κράτος μας- είναι εξαιρετικά δύσκολο να εμπλακεί σε αυτό το ελληνικό κράτος.
Όταν ο ελληνικός Πόντος καταλήφθηκε από την οθωμανική αυτοκρατορία, το 1461, δεν αποικίστηκε ποτέ μαζικά από τουρκικούς πληθυσμούς, ούτε από μουσουλμανικούς πληθυσμούς.

Αυτό που έγινε ήταν το εξής. Η οθωμανική αυτοκρατορία, η οθωμανική διοίκηση εγκατέστησε στις κυριότερες πόλεις στρατό και ομάδες γραφειοκρατών για να συνεχίσουν, κατά κάποιο τρόπο, να ασκούν διοίκηση με τον ίδιο τρόπο που ασκούσε διοίκηση η βυζαντινή αυτοκρατορία και η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.
Και με ορμητήριο το κέντρο της κάθε πόλης, επιχειρήθηκε να ασκηθεί ο έλεγχος, καθώς και η πολιτική του εξισλαμισμού και εκτουρκισμού των περιοχών που κατέλαβε η οθωμανική αυτοκρατορία. Αυτό ήταν το κεντρικό σχέδιο της οθωμανικής εξουσίας.

Στην περιοχή του Πόντου, λοιπόν, και κυρίως σε απομακρυσμένες ορεινές περιοχές όπου οι μητροπόλεις αλλά και τα μοναστήρια δεν είχαν την δυνατότητα να ασκήσουν επιρροή και να προστατέψουν τους πιστούς, ειδικά σε περιπτώσεις όπου υπήρχαν σκληροί μουσουλμάνοι τοπάρχες, οι Έλληνες χριστιανοί στις περιοχές αυτές αναγκάστηκαν να εξισλαμιστούν άλλες φορές σταδιακά κια άλλες μαζικά.
Τέτοιες περιοχές είναι η περιοχή του Όφεως. Είναι σε όλους γνωστή η ιστορία του τοπικού επισκόπου, ο οποίος πείστηκε και δέχθηκε ορισμένα ανταλλάγματα που του έδωσαν οι Οθωμανοί για να αλλαξοπιστήσει. Πράγματι εξισλαμίστηκε, για να ακολουθήσουν σταδιακά να εξισλαμίζονται και οι υπόλοιποι Έλληνες της περιοχής. Είναι η περιοχή, λοιπόν, του Όφεως, ανατολικά της Τραπεζούντας, στην οποία συγκαταλέγονται και οι περιοχές Κατωχωρίου και Σουρμένων, και η περιοχή της Θοανίας, που βρίσκεται νοτιοδυτικά των Πλατάνων και δυτικά της Τραπεζούντας.
Αυτοί οι πληθυσμοί, παρότι δέχθηκαν και ενεγράφησαν πλέον στα οθωμανικά κατάστιχα ως μουσουλμάνοι, δεν έχασαν ποτέ την ελληνική τους γλώσσα και σε καμία περίπτωση δεν αλλοιώθηκε ο πολιτισμός τους. Δηλαδή συνέχισαν να μιλάνε ελληνικά, Ποντιακά. Συνέχισε ο λαϊκός πολιτισμός να υπάρχει σαν να μην άλλαξε τίποτα. Αντί να πηγαίνουν στην εκκλησία, πήγαιναν στο τζαμί. Και αυτοί οι άνθρωποι κράτησαν την ελληνοφωνία και τον ελληνικό πολιτισμό μέχρι και τις μέρες μας.
Έτσι, ως αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης έχουμε σήμερα στην περιοχή της Τραπεζούντας περίπου 150.000 ελληνόφωνους Τούρκους πολίτες. Είναι Τούρκοι πολίτες οι άνθρωποι, οι οποίοι κατοικούν στις περιοχές του Όφεος, του Κατοχωρίου ή Τσάικαρας, στα ορεινά χωριά των Σουρμένων, σε αρκετά χωριά της Ματσούκας, και σε 7 χωριά της Τόνιας.
Αυτοί οι πληθυσμοί, στις περιοχές αυτές, σε αρκετές περιπτώσεις μέχρι σήμερα τα παιδιά τους συνεχίζουν να έχουν ως μητρική γλώσσα τα ελληνικά και μέχρι πριν λίγα χρόνια, δηλαδή την περίοδο που ήμουν εκεί, σε αρκετά χωριά τα παιδιά ερχόντουσαν για πρώτη φορά σε επαφή με την τουρκική γλώσσα στην πρώτη δημοτικού, δηλαδή πήγαιναν στην πρώτη δημοτικού και άρχιζαν να μαθαίνουν τουρκικά.
Εν πάση περιπτώσει αυτή η κατάσταση αλλάζει, καθότι η τηλεόραση πια είναι μέσα στα σπίτια και τα τουρκικά πλέον αρχίζουν να απωθούν την ελληνική γλώσσα. Παρόλα αυτά όμως η ελληνοφωνία, σύμφωνα με την εκτίμησή μου, θα συνεχίσει να υπάρχει ως φαινόμενο και τις επόμενες δεκαετίες σε όλο τον 21ο αιώνα στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου.
Εκτός από τις 150.000 ελληνόφωνους, και όχι Έλληνες, που κατοικούν σε αυτή την περιοχή, και στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω και να τονίσω κάτι: Είναι λάθος, όταν επισκεπτόμαστε την περιοχή του Πόντου να ψάχνουμε να βρούμε κρυπτοχριστιανούς. Κρυπτοχριστιανοί υπήρχαν όσο υπήρχαν οι πρόγονοί μας στην περιοχή του Πόντου. Και κάποιοι είχαν την δυνατότητα να εμφανίζονται ως μουσουλμάνοι και να εξυπηρετούνται όσον αφορά τα χριστιανικά μυστήρια από τους χριστιανούς ιερωμένους που υπήρχαν στην περιοχή.

Από την στιγμή που έφυγαν οι ιερωμένοι, ο κλήρος και οι παπάδες και έκλεισαν τα μοναστήρια μετά το 1923 στην περιοχή του Πόντου, οι κρυπτοχριστιανοί που υπήρχαν στην περιοχή σταδιακά αφομοιώθηκαν, έχασαν όποια στοιχεία θρησκείας κουβαλούσαν και έγιναν μουσουλμάνοι. Σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιες οικογένειες κρυπτοχριστιανών έφυγαν από την περιοχή και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκεί μπορούν κρυφά να επισκέπτονται καμία εκκλησία και να κάνουν τα χριστιανικά τους καθήκοντα.
Εν πάση περιπτώσει μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να υπάρχουν κάποιοι απόγονοι κρυπτοχριστιανών στον Πόντο. Είναι λάθος όμως εμείς εκ του ασφαλούς να πηγαίνουμε και να ταράζουμε αυτούς τους ανθρώπους ψάχνοντας χριστιανούς.

Νομίζω ότι θα πρέπει να περιοριζόμαστε στην επαφή με τους ελληνόφωνους, να αναζητούμε τα κοινά στοιχεία που είναι η γλώσσα, το τραγούδι και ο πολιτισμός και να μην κάνουμε αναφορές σε θέματα ευαίσθητα που μπορούν να δημιουργήσουν και προβλήματα και που εν πάση περιπτώσει είναι θέματα ποτ μας χωρίζουν, όπως είναι τα πολιτικά ζητήματα ή τα ελληνοτουρκικά προβλήματα αλλά και η ίδια η θρησκεία.
Πάντως, ούτως ή άλλως, είναι από μόνο του σημαντικό θέμα η παρουσία στην περιοχή αρκετών δεκάδων χιλιάδων κατοίκων οι οποίοι είναι φορείς αυτής της θαυμάσιας γλώσσας, της ποντιακής γλώσσας που είναι η πιο κοντινή στην ιωνική διάλεκτο και στην ομηρική γλώσσα. Όμως, εκτός από την γλώσσα, αυτοί οι άνθρωποι συνεχίζουν να κρατούν ζωντανό τον ποντιακό πολιτισμό, είναι ένα ζήτημα που έχει μία δυναμική.
Όπως είπε και ο Δήμαρχος πριν από λίγο, στην Τουρκία έχουμε εξελίξεις, αν βρω χρόνο θα κάνω μία μικρή αναφορά στο τέλος της ομιλίας μου. Πάντως σε κάθε περίπτωση φαίνεται ότι ως αποτέλεσμα της διαμάχης των ισλαμιστών με τους στρατιωτικούς, μάλλον θα επικρατήσει ο Ερντογάν και μάλλον η κατάσταση για τους διαφορετικούς, είτε εθνοτικά είτε θρησκευτικά, πληθυσμούς της ανατολής και του Πόντου, θα είναι καλύτερα από ό,τι τις προηγούμενες δεκαετίες όπου ο κεμαλισμός και ο τουρκικός εθνικισμός εφάρμοζε μία πάρα πολύ σκληρή πολιτική αφομοίωσης.
Ανακεφαλαιώνοντας, βλέπουμε ότι στην περιοχή, σε αυτές τις τρεις γενικές περιοχές που αναφερθήκαμε: Ουκρανία, νότια Ρωσία- Γεωργία, και παραδοσιακός Πόντος στην Τουρκία, κατοικεί περίπου μισό εκατομμύριο Ελλήνων, μία χοντρική προσέγγιση.
Αυτό τι σημαίνει;
Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια δεινή οικονομική κατάσταση, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα παραγωγικότητας, τα οποία προβλήματα οφείλονται κυρίως στην έλλειψη αγορών για τη διάθεση των προϊόντων που μπορεί να παράγει ο ελληνικός παραγωγικός ιστός.
Δηλαδή, επειδή ακριβώς ο ελληνισμός, η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να ενεργοποιήσει αγορές για να διαθέσει αυτά που μπορεί να παράγει, αυτή η έλλειψη αγορών έπληξε και την παραγωγική δομή και συρρίκνωσε την παραγωγική βάση της χώρας και η Ελλάδα έγινε μία χώρα που αντί να παράγει καταναλώνει πλούτο.
Με απλά λόγια, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας είναι το εξής. Κάθε χρόνο παράγουμε ένα συγκεκριμένο πλούτο και κάθε χρόνο καταναλώνουμε περισσότερο από αυτό που παράγουμε. Δηλαδή, το ισοζύγιο παραγωγής και κατανάλωσης πλούτου είναι αρνητικό. Και αυτό έχει γίνει μία μαύρη τρύπα που όσο περνάει ο καιρός μεγαλώνει.

Πώς όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα;
Τις προηγούμενες δεκαετίες έχουν έλθει και έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα 250.000 Έλληνες από τις περιοχές που προαναφέρθηκαν. Αυτοί οι άνθρωποι, να μην αρχίσουμε τις μίζερες προσεγγίσεις, εν πάση περιπτώσει, αντιμετώπισαν τεράστια προβλήματα, οι περισσότεροι είστε από τέτοιες οικογένειες και τα ξέρετε, αντιμετώπισαν τεράστια προβλήματα και δεν αντιμετωπίστηκαν όπως θα έπρεπε από το ελληνικό κράτος. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε ζητήματα που αφορούν την υποδοχή και την εγκατάστασή τους.
Αναφέρομαι στην έλλειψη πολιτικής, μιας πολιτικής που θα χρησιμοποιούσε την παιδεία, τη μόρφωση και τις εμπειρίες αυτών των ανθρώπων, ούτως ώστε να χρησιμοποιηθούν ως μια πραγματική γέφυρα με όσους έμειναν εκεί, αλλά και με τις χώρες που τους φιλοξενούσαν, όπως η Ουκρανία, η Ρωσία, η Γεωργία, οι χώρες της Κεντρικής Ασίας, ακόμα και η Τουρκία. Δεν αντιμετωπίστηκαν ως φορείς που μπορούν να χτίσουν την γέφυρα για να μπορέσουν τα ελληνικά συμφέροντα να κάνουν μία επιστροφή σε αυτές τις περιοχές που έχουμε πολιτισμική, πολιτική και οικονομική παρουσία, αδιάλειπτη από το 800 π.Χ. όπως είπα στην αρχή της ομιλίας μου (αν και ορισμένοι, όπως είπαμε, λένε ότι πάμε και πριν το 1000 π.Χ. και στην προϊστορική περίοδο).
Οι Έλληνες, λοιπόν, που κατάγονται από αυτές τις περιοχές και είναι στην Ελλάδα, έχοντας την παιδεία της περιοχής, γνωρίζοντας τη γλώσσα, πιστεύω ότι θα πρέπει να είναι αυτοί οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν την Ελλάδα να χτίσει την γέφυρα για να μπορέσουμε να ενεργοποιήσουμε αυτό το τεράστιο δυναμικό του ελληνισμού που ζει σε αυτές τις περιοχές.
Η Ουκρανία, η νότια Ρωσία (Ροστώφ-Κουμπαν-Καύκασος), και η Γεωργία είναι περιοχές στις οποίες κατοικούν περίπου 80-100 εκατομμύρια άνθρωποι. Στις περιοχές αυτές, αυτά τα εκατό εκατομμύρια καταναλώνουν προϊόντα που δεν παράγουν στον τόπο τους, τα οποία όμως τα παράγει η Ελλάδα. Και που μέχρι σήμερα αυτές τις αγορές τις εκμεταλλεύεται σε πολύ μεγάλο βαθμό, δυστυχώς λυπάμαι που το λέω, η Τουρκία και επωφελούνται οι παραγωγικές δομές της Τουρκίας.

Πώς θα μπορέσουμε και πάλι να χτίσουμε το γεφύρι;
Ακόμα και σε σχέση με τους ελληνόφωνους της Τουρκίας και εκεί υπάρχει πεδίο που μπορούμε να δραστηριοποιηθούμε, αν και δεν μπορούμε να πούμε πολλά πράγματα δημόσια. Νομίζω όμως ότι ήδη η Ελλάδα έχει δυο-τρεις τράπεζες στην Τουρκία ελληνικών συμφερόντων. Ένα απλό πράγμα που θα μπορούσε να γίνει είναι το εξής. Όλοι αυτοί οι πληθυσμοί, οι φιλικοί πληθυσμοί προς την Ελλάδα, θα μπορούσαν να αποτελέσουν, να το πω με απλά λόγια, θα μπορούσαν να κατευθύνουν τα χρήματά τους και να αποτελέσουν τους καλύτερους καταθέτες σε μία τράπεζα ελληνικών συμφερόντων.
Γιατί καλός είναι ο πολιτισμός, καλή είναι η πολιτική, καλή η ιστορία, αλλά ιδιαίτερα την περίοδο αυτή, η οικονομία είναι αυτή που ανοίγει δρόμους.
Έβλεπα χθες, ετοιμάζοντας την ομιλία, τις εξαγωγές της Ελλάδας. Η χώρα μας, δυστυχώς που το λέω, το 2008 είχε, αν δεν κάνω λάθος, 17 δις ευρώ εξαγωγές. Η Τουρκία είχε 130 δις δολάρια, όχι ευρώ, εξαγωγές. Δηλαδή περίπου 8 φορές περισσότερες εξαγωγές από την Ελλάδα. Η Ελλάδα είχε 1 δις ευρώ εξαγωγές στην Ρωσία. Η Τουρκία στοχεύει να ξεπεράσει τα 15 δις ευρώ εξαγωγές την Ρωσία.
Αυτά τα νούμερα νομίζω ότι μας δείχνουν τον δρόμο.

Δεν πίστευα ποτέ ότι η εξωτερική πολιτική πρέπει να χαράσσεται και να υλοποιείται με βάση το συναίσθημα. Η εξωτερική πολιτική είναι ένας τομέας, ένα πεδίο όπου πάνω από όλα θα πρέπει να τίθεται το συμφέρον της χώρας. Αυτό πρέπει να το αντιληφθούμε όλοι και να μην θεωρούμε ότι η ομόδοξη Ρωσία, η ορθόδοξη Ρωσία μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό διέξοδο για τα προβλήματα που έχει η χώρα μόνο και μόνο επειδή είναι ορθόδοξη χώρα. Άλλωστε, το ο ύψος των συναλλαγών της ορθόδοξης Ρωσίας με τη μουσουλμανική Τουρκία, είναι κάτι που μιλάει από μόνο του.
Δεν πιστεύω λοιπόν κάτι τέτοιο. Όμως, όπως δεν πιστεύω ότι μπορούμε προσεταιριστούμε την Ρωσία στηριζόμενοι μόνο στην ορθόδοξη πίστη, έτσι πιστεύω ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αναζητήσει σε πολιτικό επίπεδο το πεδίο κοινών συμφερόντων με την Ρωσία. Θα πρέπει να αναζητήσει τους τομείς εκείνους όπου τα συμφέροντά μας είναι κοινά και με βάση αυτά τα κοινά συμφέροντα να ενεργοποιήσουμε αυτό το τεράστιο ιστορικό και ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει ο ελληνισμός στις περιοχές που προανέφερα.

Στην προκειμένη περίπτωση ο ελληνισμός της Κριμαίας, της Νότιας Ρωσίας, του Καυκάσου, της Γεωργίας καθώς και οι ελληνόφωνοι του ιστορικού Πόντου είναι δυνατόν να αποτελέσει έναν πολύ σημαντικό πολλαπλασιαστή ισχύος για τα ελληνικά ή μάλλον για τα ελλαδικά συμφέροντα στην ευρύτατη αυτή περιοχή. Κατά την άποψή μου, στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία που διανύουμε, αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος που θα μπορούσε να βγάλει τη χώρα από τη δεινή κρίση που διέρχεται και να δώσει διέξοδο στον παραγωγικό μαρασμό της χώρας μας.
Και μια που μιλάμε και για γεωπολιτική, να πούμε το εξής. Η Ρωσία αντιμετωπίζει και πάλι, όπως τότε, το 1828, που πήρε τους Έλληνες του Πόντου και τους έβαλε φρουρούς στα σύνορά της στην Γεωργία, στην Τσάλκα, για να αντιμετωπίσει την μουσουλμανική απειλή, και σήμερα η Ρωσία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα την περιοχή του Καυκάσου.
Για όσους έχετε γνώση της περιοχής, είτε κατάγεστε από εκεί είτε έχετε διαβάσει, στην περιοχή του Καυκάσουν υπάρχουν περίπου 10 αυτόνομες δημοκρατίες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία μουσουλμανικές.

Έχω επισκεφτεί την περιοχή, έχω διαβάσει αρκετά πράγματα για όσα συμβαίνουν εκεί. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι περιοχές αυτές αποτελούν πεδίο δράσης των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες θέλουν να αποδυναμώσουν τη στρατηγική επιρροή της Ρωσίας στον Καύκασο. Και για να αποσταθεροποιήσουν την περιοχή, χρησιμοποιούν τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς, εξτρεμιστικές ομάδες ισλαμιστών, που πραγματοποιούν πολύνεκρες επιθέσεις. Στην Τσετσενία είχαμε 20 χρόνια εμφύλιο πόλεμο, μία εξέγερση που στοίχισε τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους.
Τώρα βλέπουμε ότι η δράση των ομάδων αυτών επεκτείνεται στην Ιγκουσετία, το Νταγκεστάν και τη Βόρειο Οσετία. Μόνο τους τρεις τελευταίους μήνες είχαμε περίπου 100 νεκρούς από συγκρούσεις με μουσουλμάνους αυτονομιστές στην Ινγκουσετία. Αλλά και στις άλλες περιοχές, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παίρνουμε, οι εξτρεμιστές μουσουλμάνοι αυξάνονται και ήδη η δράση τους είναι ένα σοβαρό πρόβλημα για τη Ρωσία.
Εκεί λοιπόν οι χριστιανικοί πληθυσμοί, οι ελληνικοί χριστιανικοί πληθυσμοί, κυρίως στην περιοχή του Κουμπάν αλλά και στα παράλια της νότιας Ρωσίας, μαζί με τους Αρμένιους, γιατί ρωσικούς πληθυσμούς έχουμε ελάχιστους σε αυτές τις περιοχές, οι ελληνικοί πληθυσμοί λοιπόν μαζί με τους Αρμένιους, είναι οι μόνοι που μπορούν να αποτελέσουν παράγοντα σταθερότητας.
Αν αναζητήσουμε Ελλάδα και Ρωσία τα κοινά πεδία συμφερόντων, αν οι πληθυσμοί αυτοί στηριχτούν πολιτικά από το ρωσικό κράτος και αν η Ελλάδα σχεδιάσει πολιτικές για την οικονομική παρουσία και δραστηριοποίηση των ελληνικών συμφερόντων στην περιοχή, τότε μπορούμε να ξαναδούμε τον ελληνισμό της περιοχής να ξανανθίζει, όπως έγινε σε διάφορες ιστορικές περιόδους στο παρελθόν. Και φυσικά, όσον αφορά τα συμφέροντα της Ρωσίας, αυτό θα λειτουργήσει και ως ένα παράγοντας ανάσχεσης του ισλαμικού κινδύνου στην περιοχή του Καυκάσου και στην περιοχή του Κουμπάν.
Φυσικά, αντίστοιχες πολιτικές θα πρέπει να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν και στην Ουκρανία, την Κριμαία, τη Μαριούπολη, τη Γεωργία κλπ.
Αν λοιπόν ενεργοποιηθεί αυτό το ελληνικό τόξο στην περιοχή, ίσως να λυθεί ριζικά και το διαχρονικό “ελληνικό πρόβλημα”, που στη σύγχρονη μορφή του εμφανίζεται με τη σοβαρότατη παραγωγική και οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας.

Επίλογος
Κυρίες και κύριοι, σήμερα προσπάθησα να κάνω μία θεώρηση της κατάστασης που υπάρχει σε σχέση με την παρουσία του ελληνισμού στην περιοχή της Ουκρανίας, της νότιας Ουκρανίας, της νότιας Ρωσίας, του Καυκάσου, της Γεωργίας και της Τουρκίας κάτω από τον τίτλο «Οι όψεις της σημερινής πραγματικότητας από εθνολογικής και γεωπολιτικής άποψης στις παρευξείνιες χώρες».
Είπαμε ότι στην περιοχή υπάρχουν μισό εκατομμύριο Έλληνες. Αυτή τη στιγμή γίνονται κάποιες προσπάθειες από το ελληνικό κράτος και μέσα από το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού και μέσα από τη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού. Όπως επίσης προσπάθειες γίνονται και από τους ίδιους τους Έλληνες που κατοικούν εκεί.
Κάνοντας την προετοιμασία της σημερινής ομιλίας είδα ότι υπάρχουν δεκάδες σύλλογοι που δραστηριοποιούνται στην περιοχή και προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή την φλόγα του ελληνισμού σε αυτούς τους ανθρώπους, όμως ακριβώς επειδή οι καιροί είναι δύσκολοι, ακριβώς επειδή η Ελλάδα πνίγεται από την παραγωγική συρρίκνωση και από ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος, όλες αυτές οι ενέργειες και οι δράσεις που έχουν γίνει ως τώρα φαίνεται ότι είναι λίγες και ανεπαρκείς.
Ας ελπίσουμε ότι η σημερινή μας ομιλία, με τη συμβολή της δημοτικής αρχής και όλων υμών που είστε εδώ, να αποτελέσει ένα εφαλτήριο για μία καινούρια αρχή για την τύχη του Ελληνισμού σε αυτές τις περιοχές, που μπορεί να επηρεάσει και την τύχη της ίδια της Ελλάδας, στους δύσκολους καιρούς που περνάμε.
Ευχαριστώ πολύ.

ΔΗΜΑΡΧΟΣ:
Πριν μπούμε στον κύκλο των ερωτήσεων, να συγχαρώ προσωπικά τον κύριο Καλεντερίδη για την ανάλυση τη λεπτομερή που έκανε. Και βεβαίως να συμφωνήσω και εγώ για την προτροπή του.
Ο ελληνόφωνος αλλά και ο ελληνικός πληθυσμός που υπάρχει στον Εύξεινο Πόντο να γίνει πρεσβευτής των συμφερόντων της Ελλάδας, όχι μόνο για πολιτιστικούς ή πολιτικούς λόγους αλλά για λόγους ουσίας γιατί έτσι μπορεί να βοηθηθεί και η χώρα μας για να αντιμετωπίσει αυτό το αδιέξοδο που είναι σήμερα αλλά και να διασφαλίσει και τη μελλοντική της πρόοδο.
Κάτι που κάνουν δυστυχώς οι Τούρκοι, και το διαπίστωσα και εγώ επισκεπτόμενος πέρσι τις περιοχές του Καυκάσου που είδα πολλά τουρκικά προϊόντα να φιγουράρουν στα ράφια των αγορών της Ρωσίας και της Γεωργίας.
Ο Δήμος Ασπροπύργου, βλέποντας αυτή την κατάσταση, έχει προγραμματίσει το Σεπτέμβριο, σε συνεννόηση με το Ίδρυμα Στρατηγικών Μελετών της Ρωσίας, την επίσκεψη αντιπροσωπείας για να συζητήσουμε με τις επιχειρήσεις της πόλης μας αλλά και με τους συλλόγους, τους φορείς της πόλης αλλά και με κάθε ενδιαφερόμενο που θα μπορέσει να βρεθεί ένας τρόπος συνεργασίας και υπό την αιγίδα του Δήμου να προωθήσουμε θέματα διασύνδεσης κυρίως εμπορικής, ούτως ώστε να βάλουμε και εμείς το λιθαράκι σε αυτό που έχουμε δει και μας προτρέπετε και εσείς, κύριε Καλεντερίδη.
Να περάσουμε, λοιπόν, στον κύκλο των ερωτήσεων. Παρακαλώ, ο κύριος Δήμαρχος Αιγινείου.

Κος ΤΕΡΖΗΣ:
Να συγχαρώ και εγώ με τη σειρά μου, κύριε Καλεντερίδη, πρώτη φορά σας παρακολουθώ, έχω διαβάσει και κάποιο βιβλίο σας, αλλά και από την γενικότερη δραστηριότητα την οποία είχατε επιδείξει ως στέλεχος του στρατού και στο διπλωματικό πεδίο.
Ήθελα να αναφερθώ σε δύο θέματα, σε δύο σημεία, που το ένα αφορά το θέμα της Τουρκίας και το άλλο φυσικά αφορά το θέμα της παρευξείνιας περιοχής.
Υπάρχει μία παθητική, θα έλεγα, αντιμετώπιση από πλευράς ελληνικής πολιτείας, κάποιων προβλημάτων που έχουν σχέση με την Τουρκία.
Πιστεύω να ξέρετε ότι πριν από δύο χρόνια υπεγράφη ένα Προεδρικό Διάταγμα για την διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας τα γυμνάσια της Ελλάδας.
Αυτό δεν γράφτηκε βέβαια πολύ στον τύπο. Το είδα σε μία εφημερίδα, ένα μονόστηλο μικρό. Και στον κόσμο είχε ακουστεί ότι δήθεν η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας αφορούσε την περιοχή της Θράκης. Αυτό δεν είναι αληθές.
Είναι γενική η απόφαση, να διδάσκεται η τουρκική γλώσσα στα ελληνικά γυμνάσια και μάλιστα δημοσιεύεται στο σχετικό ΦΕΚ, το οποίο έχω, η λεπτομέρεια του αναλυτικού προγράμματος για την κάθε τάξη.
Ομολογώ, εκτός του ότι έφριξα, αγανάκτησα και σαν Έλληνας πολίτης, είμαι και δημοσιογράφος, ανήκω στην Ένωση Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου και έγραψα κάποια άρθρα στις τοπικές εφημερίδες της περιοχής μου, καθημερινές, χωρίς να δω καμία αναφορά ούτε στα μαζικά μέσα επικοινωνίας, είτε είναι τηλεόραση, είτε ραδιόφωνο, είτε εφημερίδες.
Το δεύτερο σημείο που έχει να κάνει πάλι με την παθητική λειτουργία της ελληνικής πολιτείας, είδα ένα, πάλι, Διάταγμα που αφορά την προστασία των μουσουλμανικών βακουφιών στην Ελλάδα.
Και στις δύο περιπτώσεις προσπαθούσα να βρω στο σκεπτικό μήπως αυτό είναι αμοιβαίο, είναι αμφίδρομο. Αλλά έβλεπα ότι μόνο από την πλευρά της Ελλάδας είναι αυτές οι πρωτοβουλίες και για την διδασκαλία και για την προστασία των μουσουλμανικών βακουφιών χωρίς να απαιτείται η προστασία των ελληνικών βακουφιών στην Τουρκία και του Πατριαρχείου.
Δεν έχω εθνικιστικές απόψεις. Όμως παραμένω και πρέπει όλοι να παραμένουμε πατριώτες στην χώρα την οποία ζούμε, εδώ που γεννηθήκαμε. Και θα πρέπει να νοιαζόμαστε για αυτές τις περιπτώσεις οι οποίες μας ανησυχούν πλην των άλλων.
Το δεύτερο σημείο για τις παρευξείνιες, θέλω να πω ότι όπως και σε άλλα θέματα, δυστυχώς, δεν έχουμε κάποιους εθνικούς σχεδιασμούς που θα μπορούσαν πάρα πολλά να αποφέρουν, θετικά, είτε ως αξιοπρέπεια προς το ελληνικό έθνος, αλλά να αποφέρουν και οικονομικά αποτελέσματα πάρα πολύ χρήσιμα, που τα έχουμε ανάγκη, τα είχαμε και τα έχουμε πολύ περισσότερο τώρα.
Είμαι στο Σύλλογο για την διάδοση της ελληνικής γλώσσας και έχουμε κάθε χρόνο εκδηλώσεις, φέρνουμε παιδιά από την Κριμαία, από την Μαριούπολη, ενισχύουμε όσο μπορούμε και τα σχολεία τα ελληνικά, έχω επισκεφθεί εγώ την Ουκρανία, όχι για αυτό το λόγο, για άλλο λόγο.
Και μάλιστα στην περιοχή που πήγα, που είναι κοντά στην Κριμαία, στη Ζαπορόζια, είχε και εκεί Έλληνες οι οποίοι αγωνιούν για πολλά πράγματα αλλά η πατρίς είναι μακράν, είναι κουφή, δεν ξέρω, δεν βλέπει. Κάτι συμβαίνει εν πάση περιπτώσει.
Επειδή η καταγωγή των γονέων μου είναι από παρευξείνια περιοχή, από Ανατολική Ρωμυλία, που όλες οι πόλεις της Βουλγαρίας, σήμερα, όλες ήταν ελληνικές, ο Πύργος, η Αγχίαλος...

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Εκεί ήταν ο ελληνισμός.

Κος ΤΕΡΖΗΣ:
Η Μεσήμβρια, η Αγαθούπολη, η Βάρνα κλπ.
Όμως δεν υπήρξε ποτέ, δεν είδα τουλάχιστον, γιατί παρακολουθώ την κατάσταση, κάποια οργανωμένη εκδήλωση της ελληνικής πολιτείας η οποία ουδέποτε ανησύχησε πώς θα μαζέψει αυτό τον ελληνισμό, όχι από την άποψη να τον φανατίσει, αλλά να τον κρατήσει σε ένα ηθικό ύψος, να αισθάνεται υπερήφανος που είναι Έλληνας και να τον στηρίξει σε κάποια θέματα, για τα οποία δεν είχαν και πολλές απαιτήσεις.
Θέλω, λοιπόν, να πιστεύω ότι ενώ υπήρξαν κάποιες πρωτοβουλίες που τάχα θα έδιναν κάποιες λύσεις, θα ξέρετε ίσως ότι υπήρξε μία ανακοίνωση πριν από χρόνια ότι θα δρομολογηθεί μεταξύ Θεσσαλονίκης ένα ferry boat που θα μεταφέρει κόσμο και εμπορεύματα κλπ.
Ούτε αυτό έγινε, ήταν μία εφήμερη δήλωση.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Έγιναν ένα δύο δρομολόγια και σταμάτησε.

Κος ΤΕΡΖΗΣ:
Ναι, αλλά αυτό είναι η προχειρότητα που αντιμετωπίζουμε κάποια προβλήματα.
Και ένα τελευταίο και κλείνω. Για τον ελληνισμό που βρίσκεται σε άλλες χώρες. Αλλά έχουμε και κάποιους άλλους οι οποίοι μας αγαπούν και μας θέλουν και εμείς τους αγνοούμε.
Έχω επισκεφτεί δύο φορές την Μολδαβία. Οι άνθρωποι όταν βλέπουν Έλληνα είναι σαν να βλέπουν τον Θεό. Είμαστε ομόθρησκοι. Θέλουν να επισκέπτονται την Ελλάδα, γιατί την Ελλάδα την θεωρούν την Ιερουσαλήμ της Ευρώπης. Και κληρικοί και μοναχοί, είναι θρηκευόμενος λαός. Θέλουν να επισκέπτονται το Άγιο Όρος, τα Μετέωρα, και άλλα μοναστήρια και δεν έχουν την δυνατότητα της παροχής βίζας.
Δεν έχουμε ελληνικό προξενείο στην Μολδαβία και έχουμε μακραίωνες σχέσεις, από την Φιλική Εταιρεία και που ξεκίνησε από εκεί η Ελληνική Επανάσταση σχεδόν.
Επομένως, χρειάζεται από πλευράς πολιτείας μία πλήρης αναθεώρηση της στάσης της και η πολιτική ηγεσία θα πρέπει σε κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσει τις τεράστιες ευθύνες τις οποίες επωμίζεται, εκτός από τις όποιες συνέπειες αυτής της συγκυρίας που περνούμε που είναι τόσο πολύ οδυνηρή για την Ελλάδα και τον λαό της.
Ευχαριστώ πολύ.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Για όσα είπε ο κύριος Δήμαρχος έχω να πω το εξής.
Παρέλειψα να το αναφέρω στην ομιλία μου, υπάρχει Οργανισμός Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου, ο ΟΣΕΠ. Ένας οργανισμός που λειτουργεί, η Ελλάδα έχει μαζί με την Ρωσία και την Τουρκία παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, που όμως αυτός ο Οργανισμός, λειτουργεί και μία τράπεζα η Παρευξείνια Τράπεζα, δεν την είπαν Τράπεζα Μαύρης Θάλασσας, Παρευξείνια Τράπεζα ονομάζεται, παρόλα αυτά η χώρα μας μέσα στα πλαίσια αυτού του Οργανισμού δεν έχει κατορθώσει μέχρι στιγμής να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της στη λογική που είπαμε πριν από λίγο.
Ο κύριος Δήμαρχος αναφέρθηκε στον τουρισμό που είναι και αυτός ένας τομέας που μπορεί να βοηθήσει και την ανάπτυξη των σχέσεων περαιτέρω.
Το 30% του τουριστικού συναλλάγματος της Τουρκίας προέρχεται από Ρώσους που επισκέπτονται την Τουρκία. Αν πάτε στις περιοχές της Αττάλειας αλλά και της ίδιας της Κωνσταντινούπολης, θα δείτε ότι οι Τούρκοι, που είναι σκληροί εθνικιστικές και μουσουλμάνοι, έχουν χτίσει εκκλησίες για τους χριστιανούς Ρώσους που επισκέπτονται την περιοχή της Αττάλειας. Μέσα σε πλούσιες ξενοδοχειακές μονάδες έχουν κάνει και εκκλησίες για τους χριστιανούς Ρώσους.
Ενώ λοιπόν το 30% του συναλλάγματος της Τουρκίας, του τουριστικού, προέρχεται από την Ρωσία, στην Ελλάδα αυτό το ποσοστό δεν ξεπερνά το 5%. Είναι και αυτός ένας παράγοντας που θα πρέπει να προσέξουμε.
Εδώ θα πρέπει να πούμε και το εξής, αν και δεν πρέπει να μπαίνουμε σε τέτοια νερά. Ένας από τους λόγους που δεν αναπτύσσονται οι σχέσεις Ελλάδας – Ρωσίας ή σε αυτή την κατεύθυνση, είναι και οι ανησυχίες που έχουν οι ΗΠΑ όταν αναπτύσσονται οι ελληνορωσικές σχέσεις.
Και ακριβώς επειδή υπάρχει αυτό το πρόβλημα, επειδή δηλαδή υπάρχουν αντιδράσεις όταν αναπτύσσονται ελληνορωσικές σχέσεις σε επίπεδο κρατών και κυβερνήσεων, θα έλεγα ότι σε αυτή την περίπτωση και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα Επιμελητήρια αλλά και τα άτομα μπορούν να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο και να ανοίξουν άλλους δρόμους, συμπληρωματικούς δρόμους που θα μας οδηγήσουν στον στόχο που ανέφερα στην ομιλία μου.

ΔΗΜΑΡΧΟΣ:
Άλλη ερώτηση υπάρχει; Ναι, κύριε Τσίγκο.

Κος ΤΣΙΓΚΟΣ:
Να σας ευχαριστήσω, κύριε Καλεντερίδη. Και για το γεγονός ότι δώσατε την οικονομική διάσταση του θέματος.
Εγώ θα σας μεταφέρω κάτι που αντιμετώπισα. Έκανα ένα ταξίδι βορείως του Καυκάσου, στις περιοχές Πιντιγκόστ, Μιντβόντεν, και εκεί διαπίστωσα ότι υπάρχουν γύρω στις 50.000-70.000 κάτοικοι.
Αυτοί πολύ απλά ζητούσαν, γιατί θεώρησαν καλό ότι θα μπορούσα να μεταφέρω στην διοίκηση, ή ένα προξενείο γιατί αναγκάζονται να πάνε στο Νοβοροσίσκ, που είναι 500 χιλιόμετρα μακριά, ή στην Μόσχα που είναι ακόμα περισσότερο. Ή στην τελευταία περίπτωση ένα ΚΕΠ, ένα απλό ΚΕΠ που να τους επικυρώνει τα έγγραφα.
Δηλαδή αυτοί οι Έλληνες ήθελαν από την μαμά πατρίδα ένα απλό επικυρωτικό γραφείο των εγγράφων τους ώστε να μπορούν να διευκολύνονται στις διαδικασίες. Ούτε και αυτό έγινε.
Το αναφέρω τώρα γιατί ενδεχομένως να το δούμε. Αυτοί απλά ζητάνε από την Ελλάδα να έχει αυτή την απλή διαδικασία. Γιατί τους κουράζει πάρα πολύ να κάνουν 500 χιλιόμετρα μόνο και μόνο, και περνάνε και μέσα και από διάφορα κυκλώματα για να τα αποκτήσουν.
Αυτά ήθελα να πω. Σας ευχαριστώ πολύ.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Θέλω να πω στο σημείο αυτό το εξής. Επειδή έχω υπηρετήσει σε διπλωματική αρχή στο εξωτερικό, είναι αλήθεια ότι, αν και δεν είναι καλό να ισοπεδώνουμε και να κατηγορούμε συλλήβδην τους διπλωμάτες ή τους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών, ότι εκεί υπάρχει ένα πρόβλημα. Αντί αυτοί που υπηρετούν στα προξενεία να θεωρούν τους εαυτούς τους υπηρέτες των Ελλήνων υπηκόων ή των ελληνικής καταγωγής Ρώσων που επισκέπτονται τα προξενεία στην συγκεκριμένη περίπτωση, βλέπουμε μία συμπεριφορά που πολλές φορές σε κάνει να ντρέπεσαι που είσαι Έλληνας.
Ξέρω ότι σας κούρασα. Θέλω να σας πω ένα περιστατικό που έζησα στην Κωνσταντινούπολη.
Ένας Έλληνας, αν θυμάμαι καλά, λεγόταν και Παυλίδης, το ’92-’93, Έλληνας του Καζακστάν, έφυγε από το Καζακστάν πήγε στην Μόσχα πήρε βίζα, ξαναγύρισε στο Καζακστάν με ένα φορτηγό για να έρθει από το Καζακστάν στην Ελλάδα.
Επειδή όμως ο χρόνος τον οποίο επιτρέπεται να χρησιμοποιήσεις την βίζα είναι 30 μέρες, επειδή είχε μία βλάβη, επειδή οι αποστάσεις είναι τεράστιες, αυτός έφτασε την 31η μέρα στα σύνορα τα ελληνικά.
Και του είπαν οι υπάλληλοι, έχει τελειώσει η βίζα σου, πήγαινε να πάρεις βίζα. Ένα άνθρωπο με μία νταλίκα που είχε πάνω του όλη την ζωή του. Είχε εναποθέσει πάνω σε αυτό το φορτίο όλη την ζωή του. Είχε έρθει να κάνει εμπόριο στην Ελλάδα.
Τον έδιωξαν λοιπόν. Του λένε πήγαινε να πάρεις στην Κωνσταντινούπολη βίζα. Ήρθε, λοιπόν, αυτός στην Κωνσταντινούπολη. Και έτυχε να επισκεφτώ από τη Σμύρνη, να πάω και εγώ στην Κωνσταντινούπολη.
Τον είδαν λοιπόν αυτόν τον άνθρωπο, του είπε το προξενείο, το ελληνικό προξενείο αυτόν τον άνθρωπο που ήταν χτυπημένος από την ιστορία, τρεις τέσσερις φορές πρόσφυγας, από την Τραπεζούντα στον Καύκασο, από τον Καύκασο στην κεντρική Ασία και από την κεντρική Ασία βρέθηκε στο προξενείο της Κωνσταντινούπολης, του είπαν: όχι, κύριε, θα πας στη Μόσχα να πάρεις βίζα.
Μα συγνώμη, είμαι Έλληνας, έχω διαβατήριο ρωσικό, γράφει ότι είμαι Έλληνας, πήρα βίζα από την Μόσχα, για αυτόν και για αυτόν τον λόγο έληξε, δεν μπόρεσα να την χρησιμοποιήσω για μία μέρα, και με στέλνεις να ξαναπάω στην Ρωσία στη Μόσχα, να γυρίσω, να αφήσω το φορτηγό μου;
Και έκανε απεργία πείνας ο άνθρωπος. Είπε δεν θα φύγω θα καθίσω να πεθάνω εδώ.
Και τελικώς κάναμε κάποια παρέμβαση και δώσαμε σε αυτό τον άνθρωπο θεώρηση που ήταν ένα ζήτημα που έπρεπε να λυθεί σε 5 λεπτά, όχι στο προξενείο, στα σύνορα.
Θέλω να πω το εξής. Υπάρχει ένα πρόβλημα στη λειτουργία του κράτους, το ξέρουμε όλοι. Όμως αν κάποιοι από εμάς υπηρετούμε στο κράτος, όλα αυτά τα προβλήματα πιστεύω ότι πρέπει να παρεμβαίνουμε για να λύνονται.
Η γραφειοκρατία και ο τρόπος που λειτουργεί το κράτος είναι ένα ζήτημα που θεραπεύεται. Και αυτό που είπατε, ο καθένας από εμάς, ό,τι προσβάσεις έχουμε είτε σε κόμματα, είτε σε πολιτικούς, ακόμα και σε μέσα μαζικής ενημέρωσης, αυτά τα ζητήματα πρέπει να τα αναδεικνύουμε γιατί το φως γιατρεύει τέτοια προβλήματα.

Κος :
Κύριε Καλεντερίδη, ως άριστος γνώστης των ελληνοτουρκικών ζητημάτων γνωρίζετε άριστα τα πράγματα.
Θα ήθελα να μας πείτε αν υπάρχει επίσημη εξωτερική πολιτική, αν η πολιτεία η ελληνική έχει κάνει κάποια προσέγγιση στον Πόντο με τους ελληνόφωνους, που έχουμε κοινές ρίζες, μάλλον κοινά χαρακτηριστικά στο τραγούδι, στο χορό και μιλάνε τα ποντιακά, αν έχει γίνει κάποια προσέγγιση να καλλιεργηθεί η ελληνική συνείδηση, αν υπάρχει σε βάθος ετών.
Και εκεί είναι η διαφορά μας από την εξωτερική πολιτική που εφαρμόζει η Τουρκία, που εκμεταλλεύεται και αλωνίζει στην Θράκη και συντονίζει κάθε κίνηση που έχει να κάνει με την Τουρκία. Ενώ εν αντιθέσει με εμάς δείχνουμε μία υποχωρητικότητα και μία ανεξήγητη μάλλον υποχωρητικότητα σε τέτοια λεπτά εθνικά ζητήματα.
Και ειδικά, εγκαταλείψαμε τους ελληνόφωνους στον Πόντο στην τύχη τους.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Είπα πριν από λίγο ότι αυτό είναι ένα θέμα ευαίσθητο. Και το ελληνικό κράτος δεν νομιμοποιείται να κάνει πρωτογενή και ευθεία παρέμβαση σε αυτούς τους πληθυσμούς.
Αυτοί οι πληθυσμοί είναι Τούρκοι πολίτες, είναι μουσουλμάνοι. Και η Ελλάδα, δεν υπάρχει κάποια συμφωνία με βάση την οποία να μπορεί να εμπλακεί και να κάνει μία ευθεία παρέμβαση σε αυτούς τους ανθρώπους.
Αυτό όμως που μπορεί να γίνει είναι το εξής. Η Τουρκία, όπως είπα σε κάποια παρένθεση της ομιλίας μου, ειδικά μετά την άνοδο στην εξουσία του κόμματος του Ταγίπ Ερντογάν, έχει κάνει αρκετά βήματα προς τον εκδημοκρατισμό. Απέχει φυσικά από το να γίνει μία δημοκρατία δυτικού τύπου, όπως είμαστε εμείς.
Παρόλα αυτά η κατάσταση σήμερα σε σχέση με πριν 10 χρόνια είναι χαώδης, προς το καλύτερο.
Φαίνεται ότι η πορεία του Κουρδικού θα υποχρεώσει την Τουρκία να αναγνωρίσει το δικαίωμα στη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας στους Κούρδους. Ήδη αυτό κατά κάποιο τρόπο το έχουν κερδίσει οι Κούρδοι αν και υπάρχουν προβλήματα στην θεσμοθέτηση νόμων στη συνταγματική αναγνώριση αυτού του δικαιώματος.
Αν γίνει αυτό, εκ των πραγμάτων το ίδιο δικαίωμα θα αποκτήσουν όλοι όσοι έχουν μία διαφορετική μητρική γλώσσα από την τουρκική στην Τουρκία.
Αυτό σημαίνει, λοιπόν, ότι τότε, και πιστεύω ότι δεν θα αργήσει να γίνει αυτό, και οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί θα αποκτήσουν το δικαίωμα στην διδασκαλία στην μητρική τους γλώσσα.
Τότε ίσως η Ελλάδα, αν ζητηθεί από αυτούς τους πληθυσμούς, διότι δεν υπάρχει άλλη χώρα που να μιλάει ελληνικά, ίσως λοιπόν τότε αν ζητηθεί τεχνικής φύσης βοήθεια, για παράδειγμα δάσκαλοι ή και εκπαιδευτικό υλικό, τότε ίσως η Ελλάδα να μπορεί να κάνει, σε συνεννόηση πάντα με το τουρκικό κράτος, να κάνει μία παρέμβαση εκπαιδευτικού και πολιτισμικού χαρακτήρα.
Όμως ακριβώς επειδή είναι ένα ευαίσθητο ζήτημα, τα βήματα που πρέπει να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να είναι προσεχτικά. Και δεν πρέπει να φαίνεται ότι εμείς πάμε να δημιουργήσουμε ένα πρόβλημα στην Τουρκία. Αυτό είναι λάθος. Είναι λάθος προσέγγιση. Για όσους από εμάς πάνε να κάνουν κάτι τέτοιο είναι και λάθος να το θεωρούν έτσι οι Τούρκοι.
Δεν αλλάζει η πραγματικότητα αν θεωρούμε ότι δεν είναι έτσι. Οι άνθρωποι αυτοί είναι ελληνόφωνοι και κάποια στιγμή πρέπει να αποκτήσουν κάποια δικαιώματα τα οποία δεν έχουν να κάνουν με την ελληνική τους καταγωγή. Έχουν να κάνουν με την γλώσσα και τον πολιτισμό τους.
Εν πάση περιπτώσει για να μην βάλλουμε πάντα κατά του κράτους και της πολιτείας, ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών, ο κύριος Πάγκαλος και νυν Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, είχε ζητήσει επίσημα από την Τουρκία, στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων και των συνομιλιών που έγιναν σε κάποια φάση, το 1998 αν δεν κάνω λάθος, ή 1997, είχε ζητήσει από την Τουρκία να ανοίξει η Ελλάδα ελληνικό προξενείο στην Τραπεζούντα. Αυτό από μόνο του λέει πολλά.
Εν πάση περιπτώσει, κάποιες προσπάθειες έγιναν στο παρελθόν, κάποια παιδιά ήρθαν από την Τραπεζούντα στα πανεπιστήμια στην Ελλάδα για να σπουδάσουν την ελληνική γλώσσα και να είναι αύριο ίσως αυτοί οι οποίοι θα είναι οι δάσκαλοι της ελληνικής γλώσσας στην περιοχή.
Δυστυχώς αυτό το εγχείρημα που ξεκίνησε και πάλι από τον κύριο Πάγκαλο, το 2000 σταμάτησε. Για πρώτη φορά ύστερα από τόσα χρόνια, φέτος ήρθε ξανά ένας φοιτητής. Αλλά και όλο αυτό το εγχείρημα δεν στηρίζεται από την ελληνική πλευρά, να μην πω από το ελληνικό κράτος.
Πάντως σε κάθε περίπτωση αυτός ο τομέας είναι ένας τομέας που θα πρέπει να γίνει κάτι. Πρέπει να αναγνωρίσουμε όμως ότι οποιαδήποτε προσέγγιση είναι πάρα πολύ δύσκολη και πρέπει να γίνει με πολύ μεγάλη προσοχή και υπευθυνότητα.

ΔΗΜΑΡΧΟΣ:
Ναι, παρακαλώ. Πριν όμως κάνετε την ερώτηση, θα ήθελα, κύριε Καλεντερίδη, από και την απάντηση που δώσατε αλλά και από το προηγούμενο ερώτημα, να πω ότι δυστυχώς η Ελλάδα τόσα χρόνια δεν έχει δείξει ότι έχει ενιαία εξωτερική πολιτική.
Όπως και στα θέματα της παιδείας κάθε Κυβέρνηση κάνει το δικό της πείραμα, και στα φορολογικά, έτσι, λοιπόν, γίνεται και με την εξωτερική πολιτική.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι εύστοχα απαντήσατε. Αλλά εκεί κάτι πρέπει να γίνει μεταξύ μας να χαράξουμε μία ενιαία εξωτερική πολιτική. Διότι δεν μπορεί από τη μία η προηγούμενη Κυβέρνηση να υπογράφει το southstream ή τον Burgas-Αλεξανδρούπολη, η επόμενη Κυβέρνηση να το αμφισβητεί και να παίζονται τα παγκόσμια βέβαια παιχνίδια των υπερδυνάμεων στην πλάτη μας.
Και έτσι όπως πάμε θα αποτελέσουμε για την Τουρκία Δούρειο Ίππο της Ευρώπης.
Αυτό το σχόλιο ήθελα να κάνω.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Συμφωνώ και εγώ, κύριε Δήμαρχε. Ιδιαίτερα στο θέμα των αγωγών, η Ελλάδα θα πρέπει να κινείται με γνώμονα το εθνικό της συμφέρον.
Η Τουρκία που θεωρείται ένας αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ έχει ήδη ένα αγωγό φυσικού αερίου που λειτουργεί, υπέγραψε δουλεία να περάσει ο αγωγός από την ΑΟΣ την δική της για το southstream και συνεχίζει ταυτόχρονα να είναι και αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ.
Θέλω να πω το εξής, ότι στην πολιτική δεν είναι μονοδιάστατα τα πράγματα. Μπορείς να υπηρετείς και αυτό που επιβάλλει η συμμετοχή σου στο ΝΑΤΟ ή οι καλές σχέσεις με την Αμερική και ταυτόχρονα να αναπτύξεις αξιόλογες σχέσεις με την Ρωσία όχι για να κινηθείς εναντίον της Αμερικής αλλά για να εξυπηρετήσεις τα εθνικά σου συμφέροντα. Και αυτό δεν μπορεί να στο απαγορεύσει κανένας.

ΔΗΜΑΡΧΟΣ:
Δάσκαλε, σας ακούμε.

Κος :
Ευχαριστώ στην ομιλία σας. Και θέλω να πω και να ρωτήσω τι.
Εμείς, απλοί άνθρωποι, οι πολίτες, μιλάμε εδώ μέσα στο Σύλλογο, κάπου και κάπου. Το κράτος τι κάνει για αυτά τα προβλήματα; Από αυτό που εμείς μιλάμε, τι κέρδος εμείς έχουμε; Τι βοήθεια κάνουμε;
Το κράτος, όπως καταλαβαίνουμε όλοι, μόνο ξέρει την πολιτική και τα χρήματα. Πώς θα πουλάμε τις ελιές, τα μανταρίνια και τα πορτοκάλια, πόσα θα τα αγοράζει η Ρωσία, θα πάρουμε λεφτά. Μόνο αυτά.
Εκεί, οι Τούρκοι που είναι στην Κομοτηνή, στα δημοτικά τα σχολεία θα κάνει τουρκική γλώσσα. Αυτοί πρέπει να έχουν δασκάλους. Τι δάσκαλοι θα είναι αυτοί; Πρέπει να έχουν κάποιο πρόγραμμα. Θα έχουν βιβλία. Αυτά τα βιβλία περνούν από επιτροπή στο Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας; Πρέπει να είναι κάποια επιτροπή να τα υπογράφει; Κάποιος να είναι υπεύθυνος εκεί. Μόνο έτσι.
Η Σοβιετική Ένωση που ήταν πάνω 120 έθνη και ήταν πόσες γλώσσες και σχολεία. Το Υπουργείο Παιδείας υπέγραφε αυτό το βιβλίο και τι γράφει εκεί μέσα στο βιβλίο.
Αυτός ο Τούρκος ο δάσκαλος βγαίνει στον πίνακα και τι λέει σε αυτά τα παιδιά τα Τουρκόπουλα; Αυτό είναι η βόμβα.
Η Κυβέρνηση είναι η νεολαία, τα παιδιά αύριο που θα κυβερνάνε. Εμείς φύγαμε, πήγαμε.
Η Τουρκία βάζει βάση εδώ με τα παιδιά τους και θα τους βαφτίζουν. Έχουμε τον εχθρό μέσα στο σπίτι μας. Και εμείς πουλάμε μανταρίνια.
Το κράτος τι κάνει; Τίποτα. Εμείς εδώ που ζούμε και περάσαμε πολλά πράγματα, έχω ηλικία 72 χρονών και πέρασα αυτά, την εξορία και όλα, ξέρω και γνωρίζω πολύ. Και καταλαβαίνουμε ότι κάποια λάθη δεν είναι μικρά. Καταστρέφουν, πάμε στην καταστροφή. Ξέρουμε ο λάκκος είναι εκεί και πάμε σιγά, σιγά προς τα εκεί.
Τώρα, εσείς που είστε πολύ γνωστός άνθρωπος και έχετε και σεβασμό και σας γνωρίζουν πολλοί, μπορείτε κάτι να πάτε να πείτε παραπάνω και κάτι λίγο να κουνιούνταν και αυτοί.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Δάσκαλε, να σας πω το εξής. Κατάλαβα πολύ καλά τι θέλετε να πείτε. Και σε γενικές γραμμές έχετε δίκιο. Απλά να ξέρετε το εξής.
Στην Θράκη υπάρχουν τρεις ομάδες μουσουλμάνων. Είναι αυτοί που μιλάνε τουρκικά. Αυτοί που μιλάνε ρομά, γύφτοι που λέμε. Και οι άλλοι είναι οι Πομάκοι.
Όταν υπογράφηκε η Συνθήκη της Λωζάνης και είπαμε αυτοί να μείνουν εδώ και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης να παραμείνουν εκεί, εμείς είπαμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι, υπογράψαμε συμφωνία, να διδάσκουμε την γλώσσα του Κορανίου σε αυτούς τους ανθρώπους, δηλαδή τα αραβικά, όχι την τουρκική γλώσσα. Και μέχρι το 1952 οι άνθρωποι αυτοί έκαναν μόνο το Κοράνι στα σχολειά τους. Και κατά τα άλλα διδάσκονταν την ελληνική γλώσσα.
Το 1952 επειδή οι σλαβόφωνοι Πομάκοι θεωρήθηκαν ότι είναι ένας στόχος και μπορούν να τους κερδίσουν λόγω της γλώσσας οι Βούλγαροι και άρα οι Ρώσοι, και να έχουμε ένα θύλακα της κομμουνιστικής απειλής, με βάση την λογική της εποχής, στην ελληνική Θράκη, τότε έπεισαν οι Νατοϊκοί την ελληνική Κυβέρνηση να υπογράψει συμφωνία με την Τουρκία για να διδάσκουμε στους Πομάκους, στα Πομακοπούλια, να τους διδάσκουμε την τουρκική γλώσσα. Δηλαδή με τα χέρια μας βγάλαμε τα μάτια μας.
Και εν πάση περιπτώσει υπήρχε μία λογική ψυχροπολεμική, υπήρχε η κομμουνιστική απειλή και υποχρεωθήκαμε να το κάνουμε αυτό.
Η κομμουνιστική απειλή από το ’90 έχει τελειώσει. Και εμείς συνεχίζουμε να μαθαίνουμε στα παιδιά των Πομάκων την τουρκική γλώσσα, που αυτό πέρα από τα δικά μας συμφέροντα, ότι παραβιάζονται και δεν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της Ελλάδας, παραβιάζονται και τα δικαιώματα των Πομάκων.
Δεν είναι δυνατόν ένα παιδί που γεννιέται με μία άλλη γλώσσα, μέσα στην ελληνική επικράτεια να τους διδάσκεις τη γλώσσα μίας άλλης χώρας η οποία μάλιστα είναι και εχθρική. Εκεί έχετε δίκιο. Υπάρχει ένας παραλογισμός.
Και σε ό,τι με αφορά, τώρα δεν ξέρω, είστε 72 χρονών, ξέρετε ότι υπάρχει και το διαδίκτυο, το Internet. Εκεί, ο κύριος Δήμαρχο το ξέρει, έχουμε μία ιστοσελίδα που είναι η πιο μεγάλη στην Ελλάδα, δική μας είναι.
Και αυτά τα ζητήματα και τα ζητήματα του ποντιακού ελληνισμού και τα ζητήματα της πολιτικής απέναντι στην Τουρκία, που είπε ο κύριος Δήμαρχος, και τα ζητήματα της Θράκης και της Κύπρου, να ξέρετε ότι κάθε μέρα τα έχουμε ψηλά στην επικαιρότητα. Κάθε μέρα.
Και μάλιστα υπάρχει σε εξέλιξη μία πρωτοβουλία είτε να κλείσει είτε να περιοριστεί η δράση του τουρκικού προξενείου.
Σας διαβεβαιώ, λοιπόν, από τότε που ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια, πριν λίγες μέρες φιλοξενήσατε τον κύριο Καραΐσκο εδώ, είναι αγαπητός φίλος, από τότε που ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια, το τουρκικό προξενείο έγινε πολύ πιο προσεχτικό στη δράση του.
Θέλω να πω ότι σαν πολίτες, σαν υπεύθυνοι πολίτες πραγματικά προσπαθούμε να κάνουμε αυτό που μπορούμε. Νομίζω όμως ότι όταν ενώσουμε τις φωνές μας, διότι εδώ δεν περνάνε μόνο ομιλητές για τον Πανεπιστήμιο, έρχονται και πολιτικοί. Σε αυτούς με κοσμιότητα και με ευγένεια, μπορούμε να θέτουμε τα πιο σκληρά ερωτήματα. Και πιστέψτε με, όλα τα λαμβάνουν υπόψη τους.
Σε αυτούς λοιπόν, που έχουν τις τύχες του λαού στα χέρια τους, εκεί να θέτουμε τα ερωτήματα, να παίρνουν τα μηνύματα και άλλο τίποτα δεν μπορούμε αν κάνουμε. Μέχρι εκεί.

Κος ΤΕΡΖΗΣ:
Θέλω να προσθέσω σε αυτά που είπατε σχετικά με την αποδοχή των πιέσεων το 1952.
Μετά το 1952 ιδρύθηκε στην Κομοτηνή το τουρκικό γυμνάσιο. Έγραφε τουρκικό γυμνάσιο, γιατί το είχα επισκεφτεί ως μαθητής εκδρομή. Και λειτουργούσε και η τουρκική νεολαία ως ποδοσφαιρική ομάδα στην Κομοτηνή.
Τίποτα άλλο.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Υπάρχει διαταγή να βάλουν πάνω από τα σχολεία που ήταν τότε, να βάλουν την λέξη τουρκικό σχολείο. Και οι Πομάκοι αντέδρασαν. Δεν θέλουμε τουρκικό σχολείο, δεν είμαστε Τούρκοι.
Και τότε, υπάρχουν έγγραφα για αυτό, ο επιθεωρητής σε εκείνη την περιοχή πήγε και άσκησε τρομοκρατία στους Πομάκους για να δεχθούν τα τουρκικά σχολεία.
Αυτά είναι πραγματικά τραγικά λάθη, αρκεί να συνειδητοποιήσουμε τα λάθη που κάναμε και να πάρουμε απόφαση να τα βελτιώσουμε, να τα διορθώσουμε.
ΔΗΜΑΡΧΟΣ:
Νομίζω πως έφτασε η ώρα να ολοκληρώσουμε. Κύριε Καλεντερίδη, σας ευχαριστώ πάρα πολύ προσωπικά, αλλά πιστεύω και όλοι οι δημότες μας εδώ.
Είναι πολύ ευχάριστο να έρχονται προσωπικότητες της εμβέλειάς σας και να γεμίζει η αίθουσα όπως γέμισε και σήμερα.
Όμως πιστεύω πως κάθε διάλεξη στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο αλλά και στο Φροντιστήριο είναι ενδιαφέρουσα. Αυτό όχι μόνο θα πρέπει να μας κάνει να είμαστε σε εγρήγορση αλλά να συνεχίσουμε έτσι όπως ξεκινήσαμε εδώ και χρόνια, την ενημέρωση καταρχάς του πολίτη, τη σωστή ενημέρωση από υπεύθυνους ανθρώπους ούτως ώστε και εμείς με την σειρά μας είναι ανάγκη να φυλάττουμε Θερμοπύλες.
Σας ευχαριστώ πολύ. Κυρία Φούφα.

Κα ΦΟΥΦΑ:
Κύριε Καλεντερίδη, θέλοντας να σας ευχαριστήσουμε, να καλέσουμε τον Δήμαρχο να σας δώσει το σύμβολο του Ανοιχτού μας Πανεπιστημίου.
Τον Αντιπρόεδρο του Πνευματικού μας Κέντρου, τον κύριο Κώστα Τσίγκο για να σας δώσει την πράξη ευχαριστίας.
Και θα καλέσω και το επίτιμο Πρόεδρο του Πνευματικού Κέντρου να σας δώσει τα πρακτικά της περσινής χρονιάς όπου είναι και η διάλεξή σας μέσα.

Κος ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ:
Ευχαριστώ πολύ.

Κα ΦΟΥΦΑ:
Να είστε καλά.

infognomonpolitics