Οι σχολές-«σφραγίδες», οι αόρατοι καθηγητές και οι «επισκέπτες» φοιτητές φέρνουν αλλαγές στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ της χώρας
Σχολές-«σφραγίδες», ατέλειωτα αχρείαστα τμήματα με το ίδιο ακριβώς επιστημονικό αντικείμενο και εξωφρενικές ανισότητες, αποτέλεσμα ενός συνδυασμού ρουσφετιών, εξυπηρετήσεων και οχαδερφισμού, φέρνουν το φθινόπωρο και πανεπιστημιακό... Καλλικράτη. Η εφετινή έκθεση αξιολόγησης για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ της χώρας από την Αρχή Προστασίας της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) βρήκε «πράματα και θάματα» στα ελληνικά πανεπιστήμια και όλα δείχνουν ότι η ώρα των αλλαγών έχει φθάσει.
Το υπουργείο Παιδείας εξετάζει ήδη, μέσω συγχωνεύσεων αλλά και καταργήσεων όπου απαιτείται, το πρόβλημα των τμημάτων άνευ αντικειμένου, τα οποία δημιουργήθηκαν- όπως όλοι παραδέχονται- μόνο για να ικανοποιήσουν τοπικά αιτήματα ή για να εξασφαλίσουν έδρες σε «φίλους» καθηγητές, ενώ οι αλλαγές αναμένεται να ολοκληρωθούν και με την κατάθεση του νέου νόμου πλαισίου που έχει ανακοινώσει ότι θα φέρει προς διαβούλευση η υπουργός Παιδείας κ. Αννα Διαμαντοπούλου το προσεχές φθινόπωρο.
«Είναι παράλογο», έλεγε χθες παράγοντας του υπουργείου Παιδείας, «στο άριστο κατά τ΄ άλλα Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο να αντιστοιχεί ένας καθηγητής για μόλις επτά φοιτητές και λίγο πιο πέρα, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο η αναλογία να είναι ένας προς 70. Είναι προφανές ότι κάτι, ή μάλλον πολλά, δεν πάνε καλά. Είναι προφανές ότι κάποιοι καθηγητές είναι αόρατοι»!
Και δεν είναι μόνον αυτά. Η έκθεση της Αρχής διαπιστώνει χαμηλό επίπεδο σπουδαστών, μεγάλο αριθμό εισαγομένων αλλά ταυτοχρόνως μικρό αριθμό φοιτητών που παρακολουθούν τις παραδόσεις. Από τις εσωτερικές αξιολογήσεις, τις οποίες παρέδωσαν τμήματα των πανεπιστημίων και των τεχνολογικών ιδρυμάτων στην Αρχή, προκύπτουν ένα προς ένα τα εσωτερικά προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά και τα φαινόμενα παθογένειας του συστήματος, για τα οποία φέρει ευθύνη το ίδιο το κράτος. Αυτά «προέκυψαν από αβασάνιστες αποφάσεις κυρίως των τελευταίων τριάντα χρόνων» επισημαίνεται στην έκθεση που βασίζεται στην ανάλυση τεσσάρων διαφορετικών (και όπως προκύπτει εξίσου προβληματικών) κρίκων του συστήματος: προγράμματα σπουδών, φοιτητές και φοίτηση, διδακτικό και διοικητικό προσωπικό και υποδομές. Οι παρατηρήσεις της Αρχής είναι αποκαλυπτικές, καθώς μάλιστα προέρχονται από την αξιολόγηση των ίδιων των πανεπιστημίων, για την κατάσταση που επικρατεί.
Για τα προγράμματα σπουδών: αυθαίρετη ανάπτυξη ειδικοτήτων σε προπτυχιακό επίπεδο, δημιουργία μεγάλου αριθμού μεταπτυχιακών χωρίς σαφείς διαδικασίες εισδοχής και επαγγελματικές προοπτικές και διδακτορικές σπουδές που δεν είναι πάντα οργανωμένες.
Για τους φοιτητές: χαμηλό επίπεδο σπουδαστών, μεγάλος αριθμός εισακτέων αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας, αδυναμία προσέλκυσης άριστων μεταπτυχιακών φοιτητών, αφού οι περισσότεροι φεύγουν για τα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού και μικρό ποσοστό συμμετοχής στις παραδόσεις των μαθημάτων.
«Το ενδιαφέρον των φοιτητών περιορίζεται στις εξετάσεις», τονίζεται από τα μέλη του ΑΔΙΠ, που διαπιστώνει ότι «η παρακολούθηση πρέπει να γίνει υποχρεωτική και στα θεωρητικά μαθήματα και όχι μόνο στα εργαστήρια, προκειμένου να μη διασπάται η συνοχή του μαθήματος».
Για τους καθηγητές και το προσωπικό: έντονη εξωπανεπιστημιακή απασχόληση των μελών ΔΕΠ, σημαντικές ελλείψεις στη στελέχωση των διοικητικών και τεχνικών υπηρεσιών, γραφειοκρατικές και χρονοβόρες διαδικασίες πρόσληψης διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού.
Για τις υποδομές: ατελείς οργανωτικές υποδομές, ανεπαρκείς και πεπαλαιωμένες κτιριακές υποδομές ή μερική μόνον αξιοποίηση και πεπαλαιωμένος ή ανεπαρκής εργαστηριακός εξοπλισμός.
Στα θετικά πάντως, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Επιτροπής κ. Σπ. Αμούργη, ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, είναι ότι το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότερα τμήματα σπεύδουν να στείλουν τις εκθέσεις τους, σε αντίθεση με το παρελθόν, όταν μεγάλος αριθμός πρυτάνεων και πανεπιστημιακών αντιδρούσε στην εσωτερική αξιολόγηση, που προβλέπεται με νόμο του 2005. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το Πανεπιστήμιο της Κρήτης ήταν από τους πρώτους που συμμετείχαν στη διαδικασία καταθέτοντας τις αξιολογήσεις τους. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, πρότυπα αξιολόγησης και συνεργασίας φαίνεται μέχρι στιγμής ότι αποτελούν γνωστές σχολές, όπως η Οδοντιατρική του Πανεπιστημίου των Αθηνών, η Κτηνιατρική της Θεσσαλονίκης και το τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου της Κρήτης. Από τα ΤΕΙ ψηλά στην κατάταξη έρχονται τα τμήματα Τεχνολογίας Τροφίμων της Θεσσαλονίκης, Πληροφορικής Αθηνών και Μηχανολογίας της Κρήτης.