Στο επίκεντρο της κριτικής για τον ρόλο τους στην κρίση του δημοσίου χρέους στην Ευρώπη και στη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχουν βρεθεί οι τρεις μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης χωρών και επιχειρήσεων, δηλαδή η S&Ρ, η Moody's και η Fitch.
Οι πιο επικριτικοί τούς θεωρούν διαιτητές σε ένα στημένο ποδοσφαιρικό παιχνίδι ενώ οι πιο ουδέτεροι απλώς λίγους στις εκτιμήσεις τους για τη χρηματοοικονομική υγεία εκείνων που καλούνται να αξιολογήσουν.
Πάντως, όλοι συμφωνούν ότι η Moody's, η S&Ρ και η Fitch έχουν δυσανάλογα μεγάλη δύναμη στις αγορές και στις οικονομίες των χωρών που αξιολογούν.
Αυτό συμβαίνει γιατί μια καλή βαθμολογία μπορεί να μειώσει το κόστος άντλησης χρήματος των πελατών τους ενώ μια αρνητική να κλείσει τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης, προκαλώντας ασφυξία ακόμη κι αν το κράτος ή η εταιρεία είναι σε καλή κατάσταση.
Πληρώνονταν
Υπενθυμίζεται ότι οι ανωτέρω οίκοι πληρώνονται για τις αξιολογήσεις των διαφόρων ομολογιακών και άλλων εκδόσεων από τους πελάτες τους. Οι τελευταίοι δεν θα μπορούσαν να δανειστούν στις διεθνείς αγορές χωρίς τη βαθμολόγηση των τριών οίκων που λειτουργεί σαν είδος διαβατηρίου.
Εξυπακούεται ότι κάθε οίκος έχει τον δικό του τιμοκατάλογο για τις υπηρεσίες που προσφέρει, π.χ. αλλιώς τιμολογείται η αξιολόγηση της τιτλοποίησης καταναλωτικών δανείων κι αλλιώς των στεγαστικών ή των κρατικών ομολόγων. Επίσης, η χρέωση συνδέεται με το μέγεθος μιας έκδοσης , π.χ. αν είναι ύψους 1 δισ. ευρώ η περισσότερων.
Από τη σκοπιά τους, οι εταιρείες-πελάτες προσπαθούσαν να συνδυάσουν το τερπνόν μετά του ωφελίμου, επιδιώκοντας τη χαμηλότερη χρέωση με την υψηλότερη αξιολόγηση. Ρόλο επίσης στην επιλογή παίζει η εξειδίκευση κάθε οίκου αξιολόγησης σε μια χώρα.
Είναι γνωστό π.χ. ότι η Fitch επροτιμάτο από τις ελληνικές τράπεζες για τιτλοποιήσεις στεγαστικών δανείων ενώ η Moody's επροτιμάτο για την αξιολόγηση υβριδικών και τραπεζικών ομολόγων (senior).
«Οι οίκοι αξιολόγησης διαθέτουν και το μαχαίρι και το πεπόνι. Μπορούν να σε βαθμολογήσουν με ΑΑΑ σήμερα και να σε υποβαθμίσουν μερικές βαθμίδες ύστερα από μερικούς μήνες, επικαλούμενες κάποιο λόγο ή λόγους, καθιστώντας ακριβότερο το κόστος δανεισμού σου εν μια νυκτί», τονίζει στέλεχος επενδυτικής τραπεζικής ελληνικής καταγωγής σε αμερικανική τράπεζα.
Πρόβλημα αξιοπιστίας
Ομως, οι μεγάλες υποβαθμίσεις ή αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής διαβάθμισης χωρών ή επιχειρήσεων, χωρίς προφανή λόγο μερικές φορές, έχουν προκαλέσει αντιδράσεις και θέσει θέμα αξιοπιστίας των συγκεκριμένων οίκων.
Η περίπτωση της Ελλάδας είναι ίσως η πιο πρόσφατη και η πιο γνωστή. Η υποβάθμιση της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας κατά 4 βαθμίδες στην κατηγορία των επονομαζόμενων «σκουπιδιών», δηλαδή των χωρών υψηλού κινδύνου, πριν από λίγο καιρό προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις Ελλήνων και άλλων Ευρωπαίων αξιωματούχων.
Ο επίτροπος Ολι Ρεν χαρακτήρισε «αιφνιδιαστική και ατυχή» την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, αφήνοντας αιχμές για κερδοσκοπικά παιχνίδια.
Παράλογη έκρινε την κίνηση της Moody's, ο πρόεδρος του Eurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, ενώ ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου χαρακτήρισε αδικαιολόγητη την υποβάθμιση, μιλώντας στο υπουργικό συμβούλιο.
Οι οικονομολόγοι της Alpha Bank παρατήρησαν ότι η υποβάθμιση της Moody's στις 14 Ιουνίου, όπως και η υποβάθμιση της S&Ρ στις 27 Απριλίου, δηλαδή δύο μέρες πριν ανακοινωθεί η συμφωνία της Ελλάδας με ΔΝΤ, Ε.Ε. και ΕΚΤ, έγινε σε μια κρίσιμη περίοδο.
Συγκεκριμένα, το ευρώ είχε ανακτήσει έδαφος έναντι του δολαρίου, το ελληνικό χρηματιστήριο είχε τρεις αλλεπάλληλες ανοδικές συνεδριάσεις ενώ ήταν προγραμματισμένες δημοπρασίες εντόκων και ομολόγων στην Ισπανία και την Ιρλανδία την επομένη μέρα. Σύμφωνα με τους ίδιους, η κίνηση της Moody's διατήρησε και ενίσχυσε την αβεβαιότητα στις αγορές ομολόγων της Νότιας Ευρώπης, συντηρώντας την κρίση δημοσίου χρέους.
Διαφορετική ήταν η προσέγγιση του θέματος από άλλους Ελληνες τραπεζίτες που θέτουν θέμα ανικανότητας των οργανισμών αξιολόγησης. «Η Moody's γελοιοποιήθηκε στα μάτια των πελατών της επειδή δεν προχώρησε σε υποβάθμιση νωρίτερα αλλά όταν η Ελλάδα είχε πλέον πίσω της ένα μηχανισμό χρηματοδότησης», τόνισε σχετικά έμπειρος τραπεζίτης.
Ανάλογη θέση υιοθέτησε ο επίτροπος, αρμόδιος για θέματα ανταγωνισμού, Χοακίν Αλμούνια που μίλησε για «ανικανότητα των εν λόγω οργανισμών με μακρύ ιστορικό αποτυχημένων αξιολογήσεων, λανθασμένων εκτιμήσεων και κακών πρακτικών».
Σημειωτέον ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ανακοινώσει την πρόθεσή της να προχωρήσει κατόπιν διαβούλευσης σε πρόταση για ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο που μπορεί να περιλαμβάνει έναν ευρωπαϊκό φορέα αξιολόγησης ή αυστηρότερο πλαίσιο αντιμετώπισης των υφιστάμενων οίκων αξιολόγησης.
Μερικοί Ευρωπαίοι πολιτικοί, οικονομολόγοι και τραπεζίτες θεωρούν ότι η βαθμολόγηση των αμερικανικών εταιρειών από τις S&Ρ, Moody's και Fitch είναι πιο ορθολογική σε σχέση με εκείνη των ευρωπαϊκών εταιρειών, υπονοώντας ιδιαίτερη μεταχείριση των πρώτων.
«Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι οίκοι αξιολόγησης είναι πιο ακριβείς στις εκτιμήσεις τους για τις αμερικανικές εταιρείες ενώ δεν παρατηρείται το ίδιο με τις ευρωπαϊκές», τόνισε ο καθηγητής και επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank, Γκίκας Χαρδούβελης, μιλώντας στο διεθνές συνέδριο για την κρίση που διοργάνωσε το Ωνάσειο Ιδρυμα στην Αθήνα.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν τραπεζίτες που παρατηρούν ότι η διαφορά στην ακρίβεια των αξιολογήσεων των ξένων οίκων ίσως οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι οι αμερικανικές εταιρείες δίνουν στη δημοσιότητα πολύ περισσότερα στοιχεία για την οικονομική τους κατάσταση σε σχέση με τις ευρωπαϊκές.
Και αλλοίωση βαθμολογιών
Ομως, πολλούς επικριτές των τριών μεγάλων οίκων αξιολόγησης μπορεί κανείς να βρει στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και ακόμη πιο μακριά. Οι εταιρείες έχουν κατηγορηθεί, π.χ. αμερικανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς, ότι αλλοίωσαν τη βαθμολογία των δομημένων προϊόντων που συνδέονταν με αμερικανικά επισφαλή στεγαστικά δάνεια, έχοντας ως κίνητρο τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους.
Η υψηλή βαθμολογία των συγκεκριμένων προϊόντων, π.χ. ΑΑΑ, που αποδείχθηκαν τοξικά επέτρεψε σε επενδυτικούς οίκους, όπως η Goldman Sachs που τα «πακετάριζε», να τα πουλήσουν σε ανυποψίαστους επενδυτές σε όλο τον κόσμο. Οι τελευταίοι ανακάλυψαν ότι είχαν αγοράσει «σκουπίδια» όταν πλέον ενέσκηψε η κρίση στην αμερικανική αγορά κατοικίας.
Ειδικότερα, η Moody's φέρεται να προσλάμβανε ή προήγαγε στελέχη της που συμφωνούσαν ότι τα τοξικά προϊόντα άξιζαν υψηλής διαβάθμισης ενώ απομάκρυνε ή μετέθετε σε άλλα τμήματα αναλυτές και στελέχη της που είχαν αντίθετη άποψη για τα προϊόντα που βασίζονταν σε επισφαλή ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια.
Ομως, οι ίδιοι οίκοι αξιολόγησης έχουν βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής επίσης πιο παλιά στο παρελθόν. Οι ίδιοι είχαν επικριθεί μετά την ασιατική και τη ρωσική κρίση στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1990 για την αποτυχία τους να εντοπίσουν εγκαίρως τα οικονομικά προβλήματα εκείνων των χωρών.
Η Moody's έχει επίσης επικριθεί για τη στάση της απέναντι στην Ιαπωνία, την οποία υποβάθμιζε συνεχώς από τον Νοέμβριο του 1998 έως το 2002 χωρίς ωστόσο να προκαλέσει πρόβλημα γιατί οι Ιάπωνες βασίζονται κυρίως στις εγχώριες καταθέσεις για να χρηματοδοτήσουν το έλλειμμά τους. *
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ