Του Κώστα Ράπτη
«Δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιον δρόμο θα ακολουθήσουν οι πολιτικές εξελίξεις στην Αίγυπτο, εκείνο όμως που γνωρίζουμε καλά είναι πως τίποτε δεν θα είναι όπως μέχρι τώρα», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γκίντο Βέστερβελλε, σχολιάζοντας την αιματηρή εξέγερση κατά του καθεστώτος Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, την φυσική ηγέτιδα του αραβικού κόσμου.
Το «μέχρι τώρα» διαρκεί από το 1982, οπότε ο τότε αντιπρόεδρος Μπουμπάρακ διεδέχθη τον δολοφονηθέντα από τους Ισλαμιστές πρόεδρο Ανουάρ ελ Σαντάτ. Ή μάλλον, από το 1978, οπότε με την υπογραφή των Συμφωνιών του Camp David μεταξύ Αιγύπτου, ΗΠΑ και Ισραήλ, η χώρα του Νείλου αναδείχθηκε σε πυλώνα της αμερικανικής διεθνούς στρατηγικής και το εβραϊκό κράτος απηλλάγη από τον εφιάλτη ενός «νοτίου μετώπου».
Το «από εδώ και πέρα» διακρίνεται από ελάχιστες βεβαιότητες, στις οποίες πάντως περιλαμβάνεται τουλάχιστον μία: ότι ο Χόσνι Μουμπάρακ αποτελεί παρελθόν. Και αν ο ίδιος δεν το έχει, κατά τα φαινόμενα, αντιληφθεί ακόμη, ωστόσο το έχει αντιληφθεί η Χίλαρι Κλίντον, η οποία κάνει λόγο για την ανάγκη μιας «ομαλής μετάβασης», χωρίς «κενό εξουσίας». Πρόκειται για την πιο προωθημένη έως τώρα τοποθέτηση από πλευράς της Ουάσιγκτον, καθώς οι αμερικανικές εκκλήσεις να υπάρξει «πολιτικό άνοιγμα» και να «εισακουσθεί ο λαός» παρακάμπτουν τεχνηέντως κάθε τοποθέτηση στο ερώτημα αν ο Μουμπάρακ πρέπει να φύγει ή να μείνει.
Ο λόγος είναι πως η Δύση όχι μόνο απέτυχε να προβλέψει τις εξελίξεις, όχι μόνο δυσκολεύεται να τις επηρεάσει, αλλά και αντιλαμβάνεται πως δεν την συμφέρει καν να δίνει την εντύπωση ότι το επιχειρεί.
Μόλις πριν από λίγες μέρες αποτελούσε παραδεδομένη σοφία η διαπίστωση ότι «η Αίγυπτος δεν είναι Τυνησία» και ότι σε αντίθεση με τον παραγκωνισμένο τυνησιακό στρατό, ο οποίος έριξε το βάρος του εναντίον του Μπεν Άλι, ο αιγυπτιακός στρατός θα υπερασπιζόταν το καθεστώς.
Τώρα, με τον στρατό να τηρεί στάση αναμονής, Αμερικανοί αξιωματούχοι εκμυστηρεύονται ότι αναζητούν το «κατάλληλο μίγμα» κοσμικών και ισλαμιστικών πολιτικών δυνάμεων για την «επόμενη μέρα» και εναποθέτουν τις ελπίδες τους στον (ελάχιστα γνωστό μέσα στην ίδια του τη χώρα) νομπελίστα πρώην διευθυντή της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, Μοχάμεντ Μπαραντέι, αναγνωρίζοντάς του ως κυριότερο προσόν την… αρκούντως αποστασιοποιημένη από τις ΗΠΑ ρητορική.
Αντίστοιχης κλίμακας ανατροπή σε σύμμαχο προς τις ΗΠΑ κράτος είχε να υπάρξει από την πτώση του δικτάτορα Μάρκος των Φιλιππίνων το 1986 και την έξωση του Σάχη του Ιράν το 1979.
Το «δημοκρατικό ντόμινο» το οποίο οραματίζονταν οι νεοσυντηρητικοί σύμβουλοι του Τζορτζ Μπους τζούνιορ υλοποιείται κατά τον πλέον απροσδόκητο τρόπο: θέτοντας στο στόχαστρό του ακριβώς τα πιο φιλικά προς τη Δύση καθεστώτα της περιοχής (Τυνησία, Αίγυπτο, Υεμένη, ενδεχομένως αύριο την Ιορδανία) και αναδεικνύοντας ως αντίπαλο δέος όχι το στερεότυπο του «ισλαμισμού», που κάθε άλλο παρά έβαλε τη σφραγίδα του στις κινητοποιήσεις, αλλά νέες (στη φυσιογνωμία και την ηλικία) κοινωνικές δυνάμεις με αίτημα την ελευθερία και όπλο το Twitter.
Στις μέρες που ακολουθούν, η περιοχή θα είναι ο χώρος όπου πολλές από τις σταθερές της διεθνούς σκηνής πρόκειται να κριθούν εκ νέου. Αν αντί για «Βόρειο Αφρική» συνηθίσουμε να την αποκαλούμε «Νότια Μεσόγειο» θα αντιληφθούμε καλύτερα πόσο μας αφορά...
«Δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιον δρόμο θα ακολουθήσουν οι πολιτικές εξελίξεις στην Αίγυπτο, εκείνο όμως που γνωρίζουμε καλά είναι πως τίποτε δεν θα είναι όπως μέχρι τώρα», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γκίντο Βέστερβελλε, σχολιάζοντας την αιματηρή εξέγερση κατά του καθεστώτος Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, την φυσική ηγέτιδα του αραβικού κόσμου.
Το «μέχρι τώρα» διαρκεί από το 1982, οπότε ο τότε αντιπρόεδρος Μπουμπάρακ διεδέχθη τον δολοφονηθέντα από τους Ισλαμιστές πρόεδρο Ανουάρ ελ Σαντάτ. Ή μάλλον, από το 1978, οπότε με την υπογραφή των Συμφωνιών του Camp David μεταξύ Αιγύπτου, ΗΠΑ και Ισραήλ, η χώρα του Νείλου αναδείχθηκε σε πυλώνα της αμερικανικής διεθνούς στρατηγικής και το εβραϊκό κράτος απηλλάγη από τον εφιάλτη ενός «νοτίου μετώπου».
Το «από εδώ και πέρα» διακρίνεται από ελάχιστες βεβαιότητες, στις οποίες πάντως περιλαμβάνεται τουλάχιστον μία: ότι ο Χόσνι Μουμπάρακ αποτελεί παρελθόν. Και αν ο ίδιος δεν το έχει, κατά τα φαινόμενα, αντιληφθεί ακόμη, ωστόσο το έχει αντιληφθεί η Χίλαρι Κλίντον, η οποία κάνει λόγο για την ανάγκη μιας «ομαλής μετάβασης», χωρίς «κενό εξουσίας». Πρόκειται για την πιο προωθημένη έως τώρα τοποθέτηση από πλευράς της Ουάσιγκτον, καθώς οι αμερικανικές εκκλήσεις να υπάρξει «πολιτικό άνοιγμα» και να «εισακουσθεί ο λαός» παρακάμπτουν τεχνηέντως κάθε τοποθέτηση στο ερώτημα αν ο Μουμπάρακ πρέπει να φύγει ή να μείνει.
Ο λόγος είναι πως η Δύση όχι μόνο απέτυχε να προβλέψει τις εξελίξεις, όχι μόνο δυσκολεύεται να τις επηρεάσει, αλλά και αντιλαμβάνεται πως δεν την συμφέρει καν να δίνει την εντύπωση ότι το επιχειρεί.
Μόλις πριν από λίγες μέρες αποτελούσε παραδεδομένη σοφία η διαπίστωση ότι «η Αίγυπτος δεν είναι Τυνησία» και ότι σε αντίθεση με τον παραγκωνισμένο τυνησιακό στρατό, ο οποίος έριξε το βάρος του εναντίον του Μπεν Άλι, ο αιγυπτιακός στρατός θα υπερασπιζόταν το καθεστώς.
Τώρα, με τον στρατό να τηρεί στάση αναμονής, Αμερικανοί αξιωματούχοι εκμυστηρεύονται ότι αναζητούν το «κατάλληλο μίγμα» κοσμικών και ισλαμιστικών πολιτικών δυνάμεων για την «επόμενη μέρα» και εναποθέτουν τις ελπίδες τους στον (ελάχιστα γνωστό μέσα στην ίδια του τη χώρα) νομπελίστα πρώην διευθυντή της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, Μοχάμεντ Μπαραντέι, αναγνωρίζοντάς του ως κυριότερο προσόν την… αρκούντως αποστασιοποιημένη από τις ΗΠΑ ρητορική.
Αντίστοιχης κλίμακας ανατροπή σε σύμμαχο προς τις ΗΠΑ κράτος είχε να υπάρξει από την πτώση του δικτάτορα Μάρκος των Φιλιππίνων το 1986 και την έξωση του Σάχη του Ιράν το 1979.
Το «δημοκρατικό ντόμινο» το οποίο οραματίζονταν οι νεοσυντηρητικοί σύμβουλοι του Τζορτζ Μπους τζούνιορ υλοποιείται κατά τον πλέον απροσδόκητο τρόπο: θέτοντας στο στόχαστρό του ακριβώς τα πιο φιλικά προς τη Δύση καθεστώτα της περιοχής (Τυνησία, Αίγυπτο, Υεμένη, ενδεχομένως αύριο την Ιορδανία) και αναδεικνύοντας ως αντίπαλο δέος όχι το στερεότυπο του «ισλαμισμού», που κάθε άλλο παρά έβαλε τη σφραγίδα του στις κινητοποιήσεις, αλλά νέες (στη φυσιογνωμία και την ηλικία) κοινωνικές δυνάμεις με αίτημα την ελευθερία και όπλο το Twitter.
Στις μέρες που ακολουθούν, η περιοχή θα είναι ο χώρος όπου πολλές από τις σταθερές της διεθνούς σκηνής πρόκειται να κριθούν εκ νέου. Αν αντί για «Βόρειο Αφρική» συνηθίσουμε να την αποκαλούμε «Νότια Μεσόγειο» θα αντιληφθούμε καλύτερα πόσο μας αφορά...
Πηγή:www.capital.gr
Πηγή:www.capital.gr