Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

Οι παγίδες στις «ευνοϊκές» ρυθμίσεις δανείων


moneydownΤην άκρη του νήματος στις ξαφνικά… γενναιόδωρες προσφορές των περισσότερων τραπεζών για ρύθμιση στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων αναζητούν οι δανειολήπτες. Όμως, ως συνήθως ο διάβολος κρύβεται σε λεπτομέρειες και είναι δύσκολο να διαπιστώσουν με βεβαιότητα πόσο ευνοϊκές είναι πραγματικά οι προσφορές και πού μπορεί να κρύβονται παγίδες, πίσω από τη λαμπερή βιτρίνα του τραπεζικού μάρκετινγκ.
Το πρώτο που πρέπει να έχουν κατά νου όσοι αναζητούν τρόπους μείωσης της επιβάρυνσής τους από δόσεις δανείων, είναι ότι οι Έλληνες τραπεζίτες δεν αποφάσισαν αίφνης από κοινωνική ευαισθησία να διευκολύνουν τους πελάτες τους, αλλά ακολουθούν μια στρατηγική υπαγορευμένη από αναγκαιότητες και οικονομικούς υπολογισμούς:
-          Τα δάνεια δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων, οι οποίοι έχουν σταθερά εισοδήματα και ιστορικά τα έβλεπαν να αυξάνονται ονομαστικά κάθε χρόνο, είναι τα «φιλέτα» του τραπεζικού συστήματος.
-          Όμως, με το «ψαλίδισμα» αποδοχών λόγω της κρίσης, που ξεπερνά και το 15% ως τώρα, ακόμη και αυτά τα «ασφαλή» δάνεια κινδυνεύουν να μετατραπούν σε μια νέα «τοξική» απειλή για τις τράπεζες, καθώς μάλιστα πολλά από τα δάνεια λιανικής σε δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους έχουν τιτλοποιηθεί, με συμβάσεις που υποχρεώνουν τις ίδιες τις τράπεζες να καλύπτουν τα «κόκκινα» δάνεια από τα δικά τους κεφάλαια.
-          Απώλειες κεφαλαίων από σχετικά «ασφαλή» δάνεια αυτή την περίοδο θα ήταν καταστροφικές για τις τράπεζες, καθώς θα τις εκθέτουν στον κίνδυνο να χάσουν την ανεξαρτησία τους, είτε με μια υποχρεωτική συγχώνευση, είτε μέσω της ταπεινωτικής προσφυγής στο υπό σύσταση κρατικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Έτσι, οι περισσότερες διοικήσεις, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενες, παρουσιάζουν πλάνα ρύθμισης δανείων με ευνοϊκούς όρους, ώστε να σταματήσουν το συντομότερο τη νέα «ωρολογιακή βόμβα» καθυστερούμενων οφειλών. Όμως, οι ρυθμίσεις είναι σε αρκετές περιπτώσεις  ευνοϊκότερες για τις ίδιες τις τράπεζες, παρά για τους πελάτες τους!
Για παράδειγμα, στα στεγαστικά δάνεια δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων προσφέρεται κατά κόρον η δυνατότητα επιμήκυνσης της χρονικής διάρκειας του δανείου, η οποία καταλήγει και σε μειωμένη μηνιαία δόση για τον πελάτη. Ωστόσο, τη δυνατότητα αυτή θα πρέπει να επιλέγουν μόνο όσοι πραγματικά βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο να σταματήσουν την εξυπηρέτηση του δανείου τους, λόγω μειωμένου εισοδήματος, γιατί το «καρότο» της μειωμένης μηνιαίας δόσης κρύβει μια αρκετά «τσουχτερή» επιβάρυνση από τόκους στην (αυξημένη) χρονική διάρκεια εξυπηρέτησης του δανείου.
Κατά κανόνα, αν δεν υπάρχουν άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις, όπως η μείωση του επιτοκίου, η επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας παράγει δυσανάλογα αυξημένους τόκους, σε σχέση με το όφελος από τη μείωση της δόσης: ένα δάνειο 100.000 ευρώ με πραγματικό επιτόκιο 6% χρειάζεται μηνιαία δόση της τάξεως των 720 ευρώ για να εξυπηρετηθεί σε 20 χρόνια.
Αν το ίδιο δάνειο εξυπηρετηθεί σε τριάντα χρόνια, η δόση θα πέσει στα 600 ευρώ, αλλά οι συνολικοί τόκοι που θα πρέπει να καταβληθούν θα εκτιναχθούν από τα 72.000 στα 116.000 ευρώ! Προτιμότερο είναι, λοιπόν, ένας δανειολήπτης να εξαντλήσει τη δυνατότητα μείωσης άλλων οικογενειακών δαπανών για να συνεχίσει να εξυπηρετεί το δάνειό του στη βάση της 20ετίας, παρά να επιβαρυνθεί με τεράστια ποσά πρόσθετων τόκων για μια μικρή μείωση της μηνιαίας δόσης.
Μια άλλη παγίδα στα «ευνοϊκά» προγράμματα ρύθμισης δανείων είναι η προσφορά ενυπόθηκων δανείων με ελκυστικό κόστος και μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής, τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν για την εξόφληση υποχρεώσεων από καταναλωτικά δάνεια και κάρτες. Σε αυτή την περίπτωση, ο δανειολήπτης καλείται να υποθηκεύσει ένα ακίνητο ελεύθερο βαρών, ή να προχωρήσει σε δεύτερη υποθήκη ακινήτου που έχει αγορασθεί με δάνειο και με τον τρόπο αυτό όλος ο κίνδυνος από ενδεχόμενες δυσκολίες πληρωμής βαρύνει τον ίδιο και την περιουσία του.
Προτιμότερο είναι σε τέτοιες περιπτώσεις να επιλέγεται η οδός της ρύθμισης με νέο καταναλωτικό δάνειο με ευνοϊκότερους όρους, έστω και αν δεν είναι το ίδιο ευνοϊκοί με τους όρους ενός ενυπόθηκου δανείου. Με τον τρόπο αυτό, ο δανειολήπτης θα έχει σχετική ασφάλεια για το ακίνητό του, το οποίο θα πρέπει η τράπεζα να «στοχοποιήσει» με μακρές και επίπονες δικαστικές διαδικασίες, αν ο δανειολήπτης αποδειχθεί ασυνεπής. Αντίθετα, με το ενυπόθηκο δάνειο η ασυνέπεια οδηγεί αυτομάτως το ακίνητο στην… αγκαλιά της τράπεζας.
Σε κάθε περίπτωση, νομικοί συνιστούν στους δανειολήπτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στη διαπραγμάτευση βελτιωμένων όρων για τα δάνειά τους και να μην λαμβάνουν αποφάσεις χωρίς τη συμβουλή ανεξάρτητου ειδικού. Επιπλέον, συνιστάται να ενημερώνονται πλήρως πριν από τη διαπραγμάτευση οι δανειολήπτες για τα «ασθενή» σημεία των τραπεζών, όπως είναι οι όροι που έχουν κριθεί καταχρηστικοί από τα δικαστήρια και παράγουν παράνομες επιβαρύνσεις. Σε μια διαπραγμάτευση, ακόμη και η απλή υπόδειξη αυτών των «αδυναμιών» από το δανειολήπτη προς την τράπεζα έχει αποδειχθεί ότι είναι αρκετή για να ενισχύσει αρκετά τη διαπραγματευτική του θέση…
 
 http://listonplace.blogspot.com